Ας κάνουμε ένα flash back στην αρχή της ποδοσφαιρικής σεζόν. Ποιες ομάδες θεωρούσαμε τότε ως φαβορί για να κερδίσουν το Τσάμπιονς Λιγκ; Τη Μάντσεστερ Σίτι, την Παρί Σεν Ζερμέν, τη Λίβερπουλ, την κάτοχο του τροπαίου Τσέλσι, άντε και την Μπάγερν. Με εξαίρεση τους Βαυαρούς, που δεν τους βρήκε μπροστά της σε καμία φάση της διοργάνωσης, η Ρεάλ κέρδισε όλους τους υπόλοιπους στον δρόμο της για την κούπα. Και μάλιστα όχι στη φάση των ομίλων, όπου τα αποτελέσματα δεν είναι καθοριστικά και έχεις και δεύτερες ευκαιρίες, αλλά στα νοκάουτ παιχνίδια. Εκεί όπου ή νικάς ή πας σπίτι σου.
Οχι ότι ήταν έκπληξη κάτι τέτοιο. Είχε κι η Ρεάλ τις δικές της πιθανότητες να κατακτήσει τον τίτλο, ήταν κι αυτή ένα από τα φαβορί. Αλλά το ότι βρήκε στον δρόμο της όλους τους βασικούς ανταγωνιστές της και τους απέκλεισε τον έναν μετά το άλλο σε ένα από τα πιο δύσκολα σετ αγώνων που έχει υποχρεωθεί να παίξει ποτέ κάποιος πρωταθλητής Ευρώπης, είναι ασφαλώς μεγάλο επίτευγμα. Ενα ακόμα παράσημο στο πέτο της Βασίλισσας.
Πολύ περισσότερο αν συνυπολογίσει κανείς τις ανατροπές που έκανε. Και με την Παρί, όταν μέσα σε ένα τέταρτο στο δεύτερο ημίχρονο της ρεβάνς πέτυχε τρία γκολ, και με την Τσέλσι, όταν βρέθηκε να χάνει με 3-0 μέσα στο Μπερναμπέου, αλλά βρήκε και πάλι τη λύση, και με τη Μάντσεστερ Σίτι, όταν έβαλε δυο γκολ στις καθυστερήσεις της ρεβάνς για να επιβιώσει. Ακόμα και με τη Λίβερπουλ, πέτυχε το μοναδικό γκολ κόντρα στη ροή του παιχνιδιού και πιθανότατα θα έφευγε με σκυμμένο το κεφάλι από το Παρίσι αν δεν είχε κάτω από τα δοκάρια τον γίγαντα Κουρτουά.
Από τις 14 κούπες Πρωταθλητριών ή Τσάμπιονς Λιγκ που κοσμούν πλέον την τροπαιοθήκη της, αυτή έχει τη μεγαλύτερη μαγκιά. Είναι αυτή που ίσως πιο πολύ από κάθε άλλη την κέρδισε με τη φανέλα της. Πολύ καλός ο κόουτς Αντσελότι, εξαιρετικοί οι Μπενζεμά, Μόντριτς, Κουρτουά, αλλά αν δε φορούσαν τη φανέλα με το σήμα και το βάρος της Ρεάλ, αυτή την κούπα πιθανότατα δεν θα τη σήκωναν.







