Με ή χωρίς ένα πιστόλι στο χέρι, σίγουρα όμως σε δύσκολη κατάσταση, ο Λίαμ Νίσον είναι ένας ηθοποιός του οποίου η κινηματογραφική εικόνα, εδώ και αρκετό καιρό, μας έχει γίνει πολύ οικεία: μέσα σε μόλις έναν χρόνο παίχθηκαν στην Ελλάδα τέσσερις ταινίες του, οι «Εντιμος κλέφτης», «Προστάτης», «Δρόμος από πάγο» και «Μεσάζοντας», στις οποίες ο Νίσον υποδύεται το ίδιο πάνω – κάτω πράγμα: οι ήρωές του είναι άντρες μοναχικοί, αγέλαστοι, βασανισμένοι και πεισματάρηδες που πρώτον δεν νιώθουν και τόσο καλά με τον εαυτό τους και δεύτερον αντιμετωπίζουν με το μυαλό και το όπλο τα ποικίλα προβλήματα που τους περιστοιχίζουν. Για να γυρίζει τόσο πολλές παρόμοιες μεταξύ τους ταινίες σημαίνει ότι παρά τα 70 στα οποία οδεύει (τα κλείνει τον Ιούνιο), ο Νίσον έχει μεγάλη ζήτηση, έστω και αν οι τρύπες στα περισσότερα από τα σενάρια που επιλέγει είναι τόσο πολλές που σου δίνουν την εντύπωση ότι οι σεναριογράφοι προσπαθούν να βγάλουν νερό απ’ το πηγάδι χρησιμοποιώντας σουρωτήρι. Προφανώς αυτό δεν έχει και τόση σημασία για το κοινό που φαίνεται ν’ απολαμβάνει αυτόν τον μεγαλόσωμο γοητευτικό Ιρλανδό ενώ παιδεύεται ποικιλοτρόπως, όπως ακριβώς συμβαίνει στη «Μνήμη του δολοφόνου» («Memory», ΗΠΑ, 2022), μακράν την καλύτερη ταινία των τεσσάρων νέων αυτής της εβδομάδας αλλά και ανώτερη των τεσσάρων που αναφέρθηκαν πιο πάνω. Είναι επίσης το αρκετά παραλλαγμένο ριμέικ μιας ολλανδικής ταινίας ονόματι «De zaak Alzheimer», άγνωστης εδώ, καθότι ποτέ δεν την είδαμε στις ελληνικές αίθουσες. Και στις δύο ταινίες ο κεντρικός ήρωας, ένας επαγγελματίας δολοφόνος που θέλει να τα παρατήσει (απαραίτητο κλισέ στις ταινίες με επαγγελματίες δολοφόνους), έχει ένα τρομερό μειονέκτημα: τη σταδιακή απώλεια μνήμης. Ξέρει ότι πλέον η αντίστροφη μέτρηση έχει αρχίσει και θέλει, για πρώτη φορά, να κάνει κάτι καλό: αρνούμενος να σκοτώσει παιδί, κανόνας ηθικής που ποτέ δεν έχει παραβεί, έρχεται αντιμέτωπος με τους εργοδότες του (μια αλλόκοτη παρουσία της Μόνικα Μπελούτσι) και προσπαθεί να γκρεμίσει τη διεφθαρμένη αυτοκρατορία τους. Το ανθρώπινο trafficking ανάμεσα στο Μεξικό και τις ΗΠΑ παίζει σημαντικό ρόλο στην ιστορία, όπου θα βρούμε και έναν ηθικό (και επίσης προβληματικό) πράκτορα του FBI (Γκάι Πιρς), τον οποίο ο δολοφόνος διαχειρίζεται όπως εκείνος θέλει. Γυρισμένη σε αυθεντικούς χώρους του Μεξικού και του Τέξας και σκηνοθετημένη από τον έμπειρο Βρετανό Μάρτιν Κάμπελ (δημιουργό του «Casino Royale» αλλά και της εξαιρετικής σειράς «The edge of darkness»), «Η μνήμη του δολοφόνου» ξεφεύγει από την πεπατημένη, αποκτά μια πολύ πιο σκοτεινή εικόνα από αυτή που περιμένεις και κινεί το ενδιαφέρον κυρίως ως το ψυχολογικό πορτρέτο του κεντρικού της ήρωα, ο οποίος ποτέ δεν ωραιοποιείται και (ευτυχώς) ποτέ δεν αποκτά την εικόνα ενός σούπερμαν.

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ