Η αναγγελία του θανάτου του πριν από λίγες μέρες προκάλεσε θλίψη όχι μόνο στους οικείους του και σε όσους τον γνώριζαν στον χώρο της ελληνικής δισκογραφίας, αλλά και σε όσους αγαπούν τον ήχο της μουσικής άνοιξης, κυρίως από τη δεκαετία του 1960. Στο πρόσωπο του Τάκη Λαμπρόπουλου αναγνώριζαν την υψηλή αισθητική και την τόλμη που επέδειξε στον χώρο της δισκογραφίας αφήνοντας έργα με ισχυρό το αποτύπωμά του. Σε κανέναν δεν διαφεύγει ότι η συμβολή τους στον ρου της μουσικής βιομηχανίας της χώρας άνοιξε παράθυρα με θέα, δημιούργησε δίσκους που κλείνουν ένα κομμάτι της Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας, με όλους τους πολιτικούς, κοινωνικούς και πολιτιστικούς κραδασμούς. Ο Τάκης Λαμπρόπουλος ήταν η ψυχή και η υπόσταση της Columbia, ο ενορχηστρωτής, παραγωγός και κύριος χρηματοδότης, ο άνθρωπος που στην ουσία ανέδειξε και παρήγαγε αυτό που λέμε έντεχνο τραγούδι, αναδεικνύοντας πλήθος καλλιτεχνών που διέπρεψαν. Συνεργάστηκε με τους Χατζιδάκι, Θεοδωράκη, Ξαρχάκο, Τσιτσάνη, Κηλαηδόνη, Μούτση, Ζαμπέτα, ενώ προσκάλεσε να ηχογραφήσουν τα έργα τους οι Σεφέρης, Ελύτης, Ρίτσος, Αναγνωστάκης, Γκάτσος.  Ο Σταύρος Ξαρχάκος συνδέθηκε με την Columbia στην αρχή της δισκογραφικής του πορείας ηχογραφώντας εκεί άλμπουμ όπως «Τα κόκκινα φανάρια» (1963), «Ενα μεσημέρι» (1966), «Μάρκος, ο δάσκαλός μας» (1968), «Διόνυσε, καλοκαίρι μας» (1972), «Θεμιστοκλέους 43» (1974), «Το μεγάλο μας τσίρκο» (1974), «Νυν και αεί» (1974) κ.ά. Ο κορυφαίος μουσικοσυνθέτης αποχαιρετά τον Τάκη Λαμπρόπουλο μέσα από τις σελίδες των «ΝΕΩΝ».

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ