Δύο μέτωπα, η όξυνση της πανδημίας και οι φονικές πλημμύρες στην Εύβοια, θα ήταν ήδη αρκετά. Η προσθήκη ενός τρίτου, και μάλιστα με τη σημασία και το βάρος μιας ελληνοτουρκικής κρίσης, είναι βέβαιο ότι δοκιμάζει την ετοιμότητα, την αποφασιστικότητα και τα νεύρα της πολιτικής ηγεσίας.

Αυτό που χρειάζεται πάνω απ’ όλα αυτή τη στιγμή είναι ψυχραιμία. Γιατί όταν η στρατιωτική ένταση συγκεντρώνεται σε ένα σημείο, αρκεί μια λάθος απόφαση, ένας κακός υπολογισμός, ακόμη και ένα ατύχημα, για να προκληθεί ανάφλεξη.

Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θέλει με το δόγμα της Γαλάζιας Πατρίδας να αποκαταστήσει τις αδικίες που θεωρεί ότι υπέστη η χώρα του πριν από έναν ακριβώς αιώνα με τη Συνθήκη των Σεβρών. Ουκ εά τον καθεύδει το του Κεμάλ τρόπαιον. Αλλά ο κόσμος έχει αλλάξει. Η διπλωματία των κανονιοφόρων ανήκει στο παρελθόν. Τα προβλήματα δεν λύνονται με εκβιασμούς και τσαμπουκάδες. Και ο τούρκος πρόεδρος αργά ή γρήγορα θα αναγκαστεί να το δεχθεί.

Η Ελλάδα πάλι, όπως απέδειξε και με την υπογραφή των συμφωνιών με την Ιταλία και την Αίγυπτο, βρίσκεται στην πλευρά του διεθνούς δικαίου. Δεν προκαλεί, δεν διεκδικεί και είναι έτοιμη να κάνει τους συμβιβασμούς που απαιτούνται. Εχει επίσης ισχυρούς συμμάχους, που προειδοποίησαν για άλλη μια φορά την Τουρκία ότι οι μονομερείς ενέργειες είναι επικίνδυνες και επιβαρύνουν ακόμη περισσότερο τη σχέση της με την Ευρωπαϊκή Ενωση.

Είναι επιτακτική ανάγκη να περάσει και αυτή η κρίση αναίμακτα. Και να ανοίξει επιτέλους ο δρόμος του διαλόγου.