Ενας άντρας ξεπουλάει γυναίκα και παιδί πάνω στη μέθη του σε ένα πανηγύρι κάπου στα νότια της Αγγλίας, στην Κομητεία του Ντόρσετ. Απίθανο; Οχι και τόσο, αν πιστέψουμε τον προσεκτικό ανατόμο της επαρχιακής Αγγλίας του 19ου αιώνα και των αρχών το 20ού Τόμας Χάρντυ (1840-1928). Γιατί, υπονοείται, ο άντρας είχε παντρευτεί ήδη από τα 18 του, γιατί το μεθύσι πολλά δεινά επιφέρει κατά την ηθικολογία της εποχής και όχι μόνο, γιατί δεν είναι παρά ένας φτωχός περιπλανώμενος θεριστής σιτηρών που ζει μεροδούλι μεροφάι, γιατί σε τελική ανάλυση τέτοια πράγματα συνέβαιναν τότε, πάντα κατά τον Χάρντυ. Και η γυναίκα; Υποταγμένη στην κυκλοθυμία και αγανακτισμένη ταυτόχρονα από την απαράδεκτη συμπεριφορά του συζύγου της, θα ακολουθήσει πειθήνια τον αγοραστή της, έναν ναυτικό που ευτυχώς γι' αυτήν και για την κόρη της θα αποδειχθεί καλότροπος και δεκτικός. Ο σύζυγος, ο Μάικλ Χέρτσαρντ, θα την αναζητήσει το επόμενο πρωί επί ματαίω. Τυραννισμένος από την ντροπή και τις ενοχές θα ορκιστεί να μη βάλει σταγόνα αλκοόλ στο στόμα του επί είκοσι ένα συναπτά έτη, και θα τηρήσει τον όρκο του. Ο καθείς ακολουθεί πια τον δρόμο του.
Ολα αυτά συμβαίνουν στα πρώτα δύο (σε σύνολο σαράντα πέντε) κεφάλαια του βιβλίου. Κοντά δύο δεκαετίες μετά, με τον ναυτικό, τον κ. Νιούσον, να έχει σύμφωνα με τις φήμες πνιγεί στις ακτές της Νέας Γης, στον Καναδά, μητέρα και κόρη (ονόματι Σούζαν και Ελίζαμπεθ-Τζέην αντιστοίχως) αφήνουν την ανασφαλή ζωή τους και αποδύονται σε αναζήτηση του Μάικλ Χέρτσαρντ, που η δεύτερη αγνοεί ότι είναι ο πραγματικός της πατέρας. Σύντομα ανακαλύπτουν προς μεγάλη τους έκπληξη ότι εκείνος είναι πλέον επιτυχημένος έμπορος σιτηρών και δήμαρχος του Κάστερμπριτζ, μιας ειδυλλιακής ημιαγροτικής πολίχνης επινοημένης από τον Χάρντυ στα πρότυπα της πατρίδας του, του Ντόρτσεστερ. Η αρχικά διστακτική προσέγγιση του Χέρτσαρντ θα αποδώσει παραδόξως άμεσα. Ο δήμαρχος, σαν να περίμενε την επανεμφάνισή τους όλα αυτά τα χρόνια, θα αναγνωρίσει τις ευθύνες του και με αίσθημα απολύτρωσης απ' τις ενοχές θα ξαναπαντρευτεί τη Σούζαν, έτσι ώστε η εν αγνοία τελούσα Ελίζαμπεθ-Τζέην να θεωρεί τον εαυτό της θετή του κόρη, μη αναγκαζόμενη να αποκηρύξει το παρελθόν της και τον υποτιθέμενο βιολογικό της πατέρα, τον κ. Νιούσον.
Ο τρίτος άνθρωπος
Στο σκηνικό μπαίνει σχεδόν ταυτόχρονα ο νεαρός Σκωτσέζος Ντόναλντ Φάρφρι. Είναι γοητευτικός, ταλαντούχος σε όλα (από τον χορό ως το τραγούδι και από τα λογιστικά ως τη γεωπονία) και διασώζει μάλιστα για χάρη του Χέρτσαρντ μια παρτίδα χαλασμένου σιταριού που κόντευε να ξεσηκώσει εναντίον του ολόκληρη την πόλη. Ο Χέρτσαρντ, ιδιαίτερα παρορμητικός για πολλοστή φορά, θα του ανοίξει διάπλατα την πόρτα της επιχείρησης. Οπως είναι αναμενόμενο η Ελίζαμπεθ-Τζέην θα τον ερωτευθεί σφόδρα, ενώ αυτός ανέρχεται κοινωνικά και αναλαμβάνει επιστάτης της επιχείρησης του Χέρτσαρντ και προσωπικός του φίλος. Ωστόσο η Σούζαν σύντομα θα πεθάνει ενημερώνοντας τον Χέρτσαρντ (όχι και πολύ αιτιολογημένα) ότι η νεαρά δεν είναι η πραγματική του κόρη αλλά παιδί του ναυτικού. Εκείνο το μωρό πέθανε, λέει, λίγο μετά τον αποχωρισμό τους. Ο μεγαλόψυχος Χέρτσαρντ θα καταπιεί το νέο, ως οφειλή στο παρελθόν.
Η τρίτη μεγαλόψυχη πράξη λύτρωσης του Δημάρχου από παρελθούσες οφειλές γίνεται όταν υπόσχεται να παντρευτεί μια φτωχή νέα που άθελά του είχε διασύρει την υπόληψή της λόγω του ερωτικού δεσμού τους. Εκείνη όμως, πλούσια κληρονόμος πλέον και ανεξάρτητη, επιλέγει για σύζυγο τον Φάρφρι, αποκρύπτοντας το παρελθόν της ώσπου, όταν αυτό αποκαλύπτεται, να διαπομπευθεί σκαιά από την κοινότητα. Ράκος πραγματικό, θα πεθάνει κι αυτή. Στο μεταξύ ο Χέρτσαρντ έχει καταστραφεί οικονομικά λόγω ασύνετων επιχειρηματικών ανοιγμάτων και τη θέση του ως οικονομικός παράγων της πόλης και Δήμαρχος πλέον καταλαμβάνει ο Φάρφρι. Επιτέλους η Ελίζαμπεθ θα τον κατακτήσει και οι δυο τους θα φερθούν με μάλλον ακραία σκληρότητα στον έρημο, φτωχό και μόνο Χέρτσαρντ, που μεταξύ όλων των άλλων έχει ομολογήσει δημοσία ότι είχε στο παρελθόν πουλήσει τη γυναίκα του.
Στον καταιγισμό των πιο πάνω ανατροπών και των συχνά αναιτιολόγητων αποκαλύψεων που, καθ' ομολογίαν ακόμα και θαυμαστών/ μελετητών του Χάρντυ, «πακετάρονται στο στόρι» έχουμε και άλλη μία ανατροπή: την ανάσταση εκ νεκρών του κ. Νιούσον, ο οποίος τελικά δεν είχε πνιγεί. Το δράμα παραγίνεται δράμα και η όποια έννοια της τραγωδίας ξεχειλώνει υπερβαίνοντας το μέτρο. Πρέπει ωστόσο να λάβει υπόψη κανείς ότι οι ατεχνίες της κατασκευής οφείλονται πιθανότατα στο ότι το βιβλίο δημοσιεύθηκε σε συνέχειες σε έντυπο της εποχής, όπως και πολλά άλλα μυθιστορήματα που έγραψαν ιστορία. Εν είδει σημερινής σαπουνόπερας, θα λέγαμε, οι συγγραφείς ήταν αναγκασμένοι να εφευρίσκουν διαρκώς επεισόδια, ανατροπές και απρόσμενα περάσματα από τη σκηνή. Συχνά πυκνά λ.χ. μοιάζει σαν ο αφηγητής να θυμήθηκε κάτι που λησμόνησε και να επανέρχεται για να γεμίσει το κενό. Οσα δεν αιτιολογούνται στον «Δήμαρχο...» είναι κάπως πολλά, ίσως περισσότερα από αυτά που τεκμηριώνονται επαρκώς: από τη ραγδαία κοινωνική άνοδο του αμόρφωτου Χέρτσαρντ, που εκλέγεται μάλιστα και δήμαρχος, μέχρι τη σκληρότητα των ευεργετηθέντων από αυτόν, μέχρι το υπερβάλλον θράσος των κατοίκων κατά του δημάρχου, μέχρι την απόλυτη οικονομική του καταστροφή, μέχρι τα κίνητρα και την ευκολία με την οποία οι ήρωες ομολογούν τις ενοχές τους ή αποδέχονται μοιρολατρικά τις τεράστιες αλλαγές στη ζωή τους ή πληροφορούν ψευδώς τους άλλους χωρίς πραγματικό λόγο. Εν τέλει οι ήρωες ανέρχονται την κοινωνική κλίμακα εξαιρετικά γρήγορα (και κάπως άκοπα, μου φαίνεται) και την κατέρχονται εξίσου γρήγορα, αν και ίσως κοπιαστικά.
Οι αρχετυπικές ιδέες
Οσο και αν οι μελετητές του Χάρντυ (βλ. π.χ. την εκτεταμένη εισαγωγή στο βιβλίο) επιχειρούν να του αποδώσουν μεγαλοπρεπή πιστοποιητικά νομιμοφροσύνης στους κλασικούς, οι παραλληλισμοί με τον Σαίξπηρ, τον Αισχύλο ή ακόμα και τη Βίβλο μού φαίνονται υπερβολικοί. Μπορεί ο Τόμας Χάρντυ να άντλησε και να αφομοίωσε επαρκώς κάμποσες αρχετυπικές ιδέες από τους προπάτορες, αλλά η μείξη των υλικών και η υπερδοσολογία στερούν θαρρώ από τον αναγνώστη την τελική λύτρωση. Ισως βέβαια την εποχή της πρωτοδημοσίευσης του έργου σε συνέχειες ο αναγνώστης της να απολάμβανε περισσότερο την ιστορία, καθώς θα υπερτερούσε πάνω του η αυτοτέλεια κάποιων επεισοδίων και όχι η συνολική εντύπωση. Μπορεί μάλιστα καθ' οδόν να ξεχνιούνταν και κάποια από αυτά, οπότε η έσχατη αλήθεια υπερτερούσε των προηγουμένων.
Ανοδος και πτώση
Το καλύτερο στοιχείο στα δεκατέσσερα μυθιστορήματα αλλά και τα διηγήματα του Τόμας Χάρντι είναι η ανάγλυφη απόδοση των τόπων, της φύσης και της ανθρωπογεωγραφίας μιας περιοχής. Ετσι και εδώ. Εθιμα και σύμβολα είναι δοσμένα με καθαρότητα, ειδικά σε ένα ηθογραφικό βιβλίο όπου παίζει «εντός έδρας». Το Κάστερμπριτζ λ.χ. αποδίδεται ατμοσφαιρικά και με συνέπεια. Είναι μια αρχαία ρωμαϊκή πόλη, που διεισδύει στη ρομαντική αγγλική ύπαιθρο με ορατά ερείπια και τείχη, πράγμα που ισχύει και για το ίδιο το Ντόρτσεστερ, τη γενέτειρά του. Και είναι ενδιαφέρουσα η αντιπαράθεση του μακρού ιστορικού χρόνου με αυτόν των επικαιρικών ανθρώπινων παθών. Πάντως δεν επαληθεύεται εν προκειμένω η απόφανση του Τζέφρεϊ Ευγενίδης στο «Σενάριο γάμου» (εκδ. Gutenberg, μτφ. Τόνια Κοβαλένκο) ότι το ρεαλιστικό μυθιστόρημα του 19ου αιώνα είναι πρωτευόντως αφιερωμένο στα παντρολογήματα. Παρά το ότι κάμποσοι γάμοι όντως συμβαίνουν κι εδώ (παράλληλα με ακόμη περισσότερους θανάτους) δεν συνιστούν το σεναριακό καύσιμο. Αντιθέτως, έχουμε μια ξεκάθαρη εξιστόρηση της ραγδαίας ανόδου και της εξίσου ραγδαίας πτώσης ενός ανθρώπου, στον οποίο οι συγκυρίες δεν επέτρεψαν να αγαπήσει τη ζωή. Ακόμη δε και οι διαρκείς απόπειρές του να διορθώσει τις παλιές αμαρτίες καταλήγουν σε ολοσχερή αποτυχία, πράγμα που τον καθιστά εντέλει συμπαθή. Για μία ακόμη φορά, η μετάφραση της δοκιμασμένης και σε δυσκολότερα Τόνιας Κοβαλένκο βρίσκεται σε πλήρη συντονισμό με το πνεύμα του έργου, και κυρίως του ίδιου του «Δημάρχου».
Τόμας Χάρντυ
Ο δήμαρχος του Κάστερμπριτζ
Mτφ. Τόνια Κοβαλένκο,
Gutenberg, σελ. 608
Τιμή: 19 ευρώ