Λέμε ότι, σήμερα, ζούμε στην εποχή της εικόνας. Λόγω, κυρίως, των smartphones που έκαναν την κάμερα συνέχεια του χεριού μας δίνοντάς μας, συγχρόνως, τη δυνατότητα να «απλώνουμε» τις φωτογραφίες μας στα μπουγαδόσχοινα του Διαδικτύου με άπλετη θέα στο «παγκόσμιο χωριό». Ωστόσο η ανθρωπότητα άρχισε, πραγματικά, να μιλάει με εικόνες από τα μέσα του 19ου αιώνα, με την ανακάλυψη και διάδοση της φωτογραφίας, και ακόμη περισσότερο μετά το 1895, όταν οι αδελφοί Λιμιέρ έβαλαν τις βάσεις ώστε να γίνει ο κινηματογράφος η πιο αγαπημένη σύγχρονη Τέχνη. Συνομήλικα, περίπου, με τον κινηματογράφο είναι και τα κόμικς με τη μορφή που τα ξέρουμε σήμερα. Συνεχόμενα σκίτσα που αποδίδουν την εξέλιξη μιας ιστορίας και «φούσκες» μέσα στις οποίες καταγράφονται οι διάλογοι. Πρωτοεμφανίστηκαν στη Γαλλία την ίδια εποχή με τη φωτογραφία. Και καθιερώθηκαν στις ΗΠΑ με το «Κίτρινο Παιδί» που άρχισε να δημοσιεύεται σε συνέχειες στην εφημερίδα New York World του εμβληματικού Τζόζεφ Πούλιτζερ επίσης το 1895 – τι χρονιά κι αυτή αν θέλουμε να μιλάμε για ουσιαστικές καινοτομίες. Οι ειδικοί θα μπορούσαν ίσως να μας εξηγήσουν τους λόγους για τους οποίους τα κόμικς κατάφεραν (ύστερα από 135, σχεδόν, χρόνια) να διασώζουν μια εφηβική φρεσκάδα. Ισως διότι οι δημιουργοί τους – «μεροκαματιάρηδες» σε εφημερίδες και περιοδικά μέχρι τη δεκαετία του 1960 – δεν πολυπίστευαν ότι το καλλιτεχνικό τους όραμα θα άλλαζε τον κόσμο. Και νομίζω ότι ακόμη και σήμερα, που τα κόμικς έχουν πλέον καθιερωθεί ως ένατη Τέχνη, συνεχίζουν αυτήν την παράδοση ταπεινότητας. Ακόμη και όταν καταπιάνονται με τα πάθη των Ατρειδών όπως οι συντελεστές του «Oresteia Reversed».
Ανήκω εξάλλου σε μια γενιά που πρωτογνώρισε τη λογοτεχνία μέσα από τα «Κλασικά Εικονογραφημένα» – κόμικς ήταν και αυτά. Ενώ το ωραιότερο «παραμύθι» του κόσμου, η ελληνική Μυθολογία, με όλα αυτά τα απίθανα συμβάντα, λες και έχει γραφτεί για να αποδοθεί σε κόμικς (κάτι τέτοιο δεν έκανε ο Μπομπ Γουίλσον με την Οδύσσεια πριν από λίγα χρόνια;). Στην ίδια κατηγορία, παρά την τραγικότητά της, είναι και η Ορέστεια.







