Αιχμηρός υπήρξε ο σαρκασμός του Μέττερνιχ, όταν τον Αύγουστο του 1821 επέλεγε να αναφερθεί στην εμπλοκή των γερμανών φιλελλήνων στην ελληνική υπόθεση σαν «νέο Τρωικό Πόλεμο», κι ας μην σκόπευε ο  Φρήντριχ Τηρς, ο Θήρσιος, να συγκεντρώσει στην Αυλίδα το ελληνογερμανικό στράτευμα που ιδεαζόταν, αλλά κάπως βορειότερα στη Θεσσαλία. Εκεί, στον Βόλο, θα υποδέχονταν οι εταιριστές τους φιλέλληνες αξιωματικούς και τον οπλισμό που θα προμήθευε στην Ελλάδα η γερμανική αλληλεγγύη. Μετά διακόσια περίπου χρόνια, ίσως μόνο το ριζοσπαστικό κίνημα που ξέσπασε με καταλύτη τον πόλεμο στο Βιετνάμ τον 20ό αιώνα μπορεί να μας δώσει μιαν (αναχρονιστικά αναλογική) αίσθηση της έντασης με την οποία κάποιοι υποδέχτηκαν και άλλοι φοβήθηκαν το ελληνικό 1821. Πολλοί γερμανοί στοχαστές και ποιητές, εμποτισμένοι με το πολιτισμικό πρότυπο της ελληνικής αρχαιότητας από τον Βίνκελμαν μέχρι τη Βαϊμάρη (μολονότι ο ίδιος ο Γκαίτε είχε επιλέξει τη στάση ενός αποστασιοποιημένου παρατηρητή), διέκριναν στο πολιτικό συμβάν της διεκδίκησης της ελληνικής ανεξαρτησίας μια πολιτισμική παρακαταθήκη για την Ευρώπη. Για παράδειγμα, ο παθιασμένος με τη μυθολογία Καρλ Οτφριντ Μύλλερ, που βλέποντας τους έλληνες φοιτητές του στη Γοτίγγη να επαναπατρίζονται τον Απρίλιο του 1821 για να λάβουν μέρος στον αγώνα, έγραφε στον ρομαντικό συγγραφέα Λούντβιχ Τηκ πως βίωναν τη στιγμή εκείνη μια κρίσιμη καμπή για το μέλλον της Ευρώπης: στην περίπτωση της ευτυχούς έκβασης, ο ευρωπαϊκός βίος θα έπαιρνε μιαν ολότελα διαφορετική κατεύθυνση και θα προσέγγιζε εκ νέου τον χρόνο της αρχαιότητας και τον κόσμο της Ανατολής.

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ