Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Η παρατεταμένη προσπάθεια του Ηνωμένου Βασιλείου να εγκαταλείψει την ΕΕ έχει διαλύσει τις δύο ψευδαισθήσεις με τις οποίες ζούσε ο κόσμος μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου: την εθνική κυριαρχία και την οικονομική ολοκλήρωση, τα δίδυμα σημεία τερματισμού της Ιστορίας σύμφωνα με τον Φράνσις Φουκουγιάμα.
Νομικά, ο κόσμος αποτελείται από 191 κυρίαρχα κράτη, που εισέρχονται ελεύθερα σε συνθήκες, συμφωνίες και συνεταιρισμούς προκειμένου να ρυθμίσουν τις μεταξύ τους σχέσεις. Το Ηνωμένο Βασίλειο είναι ένα από αυτά. Η αποτυχία του να πραγματοποιήσει μία ουσιαστική έξοδο από την ΕΕ θα ήταν η πρώτη φορά στη σύγχρονη ιστορία που ένα μεγάλο κυρίαρχο κράτος υποχρεώνεται να παραμείνει σε μία οικειοθελή ένωση επειδή, παρότι είναι νομικά ελεύθερο να φύγει, το να το κάνει θα ήταν υπερβολικά δαπανηρό.
Πρέπει να κατανοήσουμε τον εξαναγκασμό ως μία συνεχή πίεση, που κυμαίνεται από τη χρήση βίας, στη μία άκρη, έως τις ήπιες οικονομικές και πολιτιστικές κυρώσεις στην άλλη, με την εθνική κυριαρχία μίας χώρας να μετράται με βάση το πόσο ευάλωτη είναι στις διάφορες μορφές του.
Με βάση αυτό το κριτήριο, πολύ λίγα από τα 191 κράτη του κόσμου είναι πραγματικά κυρίαρχα, με την έννοια ότι μόνο η στρατιωτική ισχύς μπορεί να τα υποχρεώσει να αλλάξουν τις πολιτικές τους και τα συστήματα διακυβέρνησής τους: σίγουρα οι ΗΠΑ, η Κίνα και η Ρωσία, ενδεχομένως η Ιαπωνία και η Ινδία. Η Βρετανία ανακαλύπτει επί του παρόντος με επώδυνο τρόπο τα όρια της δικής της εθνικής κυριαρχίας.
Το αποτέλεσμα της απλής επιλογής που κλήθηκαν να κάνουν οι βρετανοί ψηφοφόροι τον Ιούνιο του 2016 έχει αποδειχθεί σχεδόν ανεφάρμοστο. Το βασικό εμπόδιο δεν είναι οι περιπλοκότητες της διαπραγμάτευσης νέων συνθηκών, αλλά περισσότερο η κρίση των βρετανών πολιτικών ιθυνόντων ότι το κόστος μίας εμφατικής αποχώρησης θα ήταν υπερβολικά μεγάλο.
Ολες οι προσπάθειες της Τερίζα Μέι τους τελευταίους 30 μήνες ήταν αφιερωμένες στο να αποχωρήσει το Ηνωμένο Βασίλειο κατ' όνομα αλλά όχι πραγματικά. Η στρατηγική αυτή κατέστη δυνατή διότι ουδέποτε ήταν απολύτως σαφές τι ακριβώς εγκαταλείπει η Βρετανία. Η ΕΕ μοιάζει περισσότερο με μία μέδουσα παρά με μία πολιτική και οικονομική ένωση.
Για την πολιτική τάξη της Βρετανίας, η δοκιμασία της εθνικής κυριαρχίας δεν είναι η δυνατότητα εξόδου από την ΕΕ. Είναι η δυνατότητα εξόδου με τη λιγότερη δυνατή διακήρυξη του business as usual, δηλαδή της οικονομικής ολοκλήρωσης του Ηνωμένου Βασιλείου με τις χώρες της ΕΕ. Τι γίνεται όμως τότε με εκείνους που ψήφισαν υπέρ μίας ουσιαστικής διάρρηξης των δεσμών της Βρετανίας με την ΕΕ;
Και αυτό με οδηγεί στη δεύτερη ψευδαίσθηση: την τυφλή πεποίθηση στην υπέρτατη αρετή της οικονομικής ολοκλήρωσης πέρα από τα σύνορα. Από αυτή την άποψη, η μόνη λειτουργία του έθνους κράτους είναι να διασφαλίζει πως η εθνική πολιτική είναι εναρμονισμένη με την αγορά.
Το ερώτημα είναι κατά πόσο μπορεί πλέον η Βρετανία να επιλέξει την ουσιαστική αυτοδιάθεση. Μοιάζει να έχει παγιδευτεί σε έναν ιστό από τον οποίο δεν υπάρχει διαφυγή. Αν αυτή η δυσχερής κατάσταση γίνει ποτέ ευρύτερα αισθητή στους ψηφοφόρους της ΕΕ, θα σημάνει το τέλος της ευρωπαϊκής φιλελεύθερης δημοκρατίας. Και η επιστροφή των Δαιμόνων δεν μπορεί να βρίσκεται μακριά.
O Ρόμπερτ Σκιντέλσκι είναι επίτιμος καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο University of Warwick της Μεγάλης Βρετανίας, μέλος της Βρετανικής Ακαδημίας καθώς και της Βουλής των Λόρδων. Στα ελληνικά κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κριτική το βιβλίο του, «Keynes: Επιστροφή στη διδασκαλία του» και από τις εκδόσεις Μεταίχμιο το βιβλίο που συνέγραψε με τον Εντουαρντ Σκιντέλσκι, «Πόσα πραγματικά χρειαζόμαστε;»