Κι αν είναι κομεντί, μην τη φοβάστε. Γιατί το «Εξι μαθήματα χορού σε έξι εβδομάδες», με τους Ναταλία Τσαλίκη και Δημοσθένη Παπαδόπουλο, ξεκινάει σε λίγες ημέρες με περγαμηνές από το Μπροντγουέι και με την υπογραφή του ευρηματικού Ρίτσαρντ Αλφιέρι (στην ελληνική μεταφορά έχει επίσης σημασία η υπογραφή του μεταφραστή Αντώνη Γαλέου). Πρόκειται για την ιστορία δύο μοναχικών ανθρώπων, δύο ασύμβατων κόσμων, που συναντιούνται μέσα από τη μουσική και τον χορό. Η πρωταγωνίστρια και ο πρωταγωνιστής – αλλά και σκηνοθέτης – μίλησαν για το έργο και τους χαρακτήρες που υποδύονται: τη χήρα Λίλι Χάρισον και τον δάσκαλό της του χορού, Μάικλ Μινέτι.

Πώς θα περιγράφατε τον χαρακτήρα που υποδύεστε με βάση το κείμενο του Αλφιέρι;

Ναταλία Τσαλίκη: O συγγραφέας, παρουσιάζει τη Λίλι σαν μια γυναίκα αστή, μορφωμένη, με την «καθωσπρέπει» συμπεριφορά δασκάλας. Και επειδή τυχαίνει να είναι και πρώην σύζυγος κληρικού, αυτό την επιφορτίζει με πρόσθετη αυστηρότητα και σοβαρότητα. Επειδή όμως τα πράγματα δεν είναι ποτέ αυτά που φαίνονται, κάτω από αυτή την επιφάνεια κρύβεται ένας άνθρωπος μοναχικός, τρομερά ανασφαλής και φοβισμένος. Στη διάρκεια του έργου, αποκαλύπτεται όλος ο καλά κρυμμένος και καταπιεσμένος ψυχισμός της. Επιπλέον, ανακαλύπτουμε και χαρακτηριστικά ενός εξωστρεφούς και εκδηλωτικού ατόμου, με αγάπη στη διασκέδαση και στην έκφραση μέσω του χορού. Στα δικά μου μάτια, πρόκειται για ένα βαθιά τρυφερό και δοτικό άτομο, που χάρη στη γνωριμία της με τον Μάικλ εκδηλώνει όλα της τα ευγενικά, ανθρώπινα αισθήματα, καθώς και μια συγκινητική παιδικότητα.

Δημοσθένης Παπαδόπουλος: Ο Μάικλ είναι ένας χαρακτήρας ανοιχτός και με πολύ χιούμορ. Με κάποιες συναισθηματικές εμπλοκές λόγω τραυματικών εμπειριών του παρελθόντος. Ενας άνθρωπος που κρύβει την υπερευαισθησία του με κυνικότητα και χιούμορ.

Οι δύο ήρωες προέρχονται από διαφορετικό κοινωνικό περιβάλλον. Ως το τέλος όμως προκύπτει μια σχέση φιλίας. Το έχετε ζήσει προσωπικά στον δικό σας μικρόκοσμο;

Ν.Τσ.: Δεν μου έχουν τύχει εντυπωσιακές διαφορές  με ανθρώπους με τους οποίους έχω δημιουργήσει φιλίες. Αλλά και ποτέ δεν έτυχε να με έχει απασχολήσει κάτι τέτοιο. Οι άνθρωποι δεν «μετριούνται» ανάλογα με το κοινωνικό τους περιβάλλον, αλλά κατά πόσον η ματιά τους σε εμπνέει να τους ανοιχτείς. Καμιά φορά, όσο «υψηλότερο» είναι το κοινωνικό τους περιβάλλον τόσο φτωχότερο και το περιεχόμενό τους. Μια ευγενική κουβέντα, ένα καθαρό βλέμμα και μια ανεπιτήδευτη παιδικότητα είναι αυτά που, εμένα τουλάχιστον, με αφοπλίζουν.

Δ.Π.: Σίγουρα το βασικό μήνυμα του έργου είναι: «Δεχτείτε τη διαφορετικότητα και τη μοναδικότητα του άλλου». Αυτό, ειδικά στις μέρες μας, είναι ένα πολύ σημαντικό μήνυμα, που εκφράζεται όμως με τρυφερότητα, ελαφράδα, συγκίνηση και με πολλή μουσική και χορό. Ισως με αυτόν τον τρόπο μπορεί αυτό το πολύ σοβαρό μήνυμα να γίνει καλύτερα αντιληπτό. Φυσικά και έχω ζήσει την εμπειρία να γίνω φίλος με κάποιον που φαινομενικά δεν έχω πολλά κοινά πράγματα να μοιραστώ μαζί του. Νομίζω ότι είμαι από τους ανθρώπους που με έλκει πολύ το διαφορετικό, ακόμα και αν αυτό φέρνει συγκρούσεις.

Υπάρχει κάποιο σημείο ισορροπίας όσον αφορά την απόδοση των χαρακτήρων και της ατμόσφαιρας που ως ηθοποιοί πρέπει να λάβετε υπόψη; Ετσι ώστε δηλαδή να μην υπάρξουν «ευκολίες» κατά την ερμηνεία;

Ν.Τσ.: Οταν είσαι επαγγελματίας ηθοποιός και σέβεσαι και αγαπάς το επάγγελμά σου, οφείλεις να γνωρίζεις κατ’ αρχήν τις ευκολίες σου, να τις αγαπάς και να μην τις φοβάσαι. Σ’ αυτές θα στηριχτείς. Τώρα, το αν θα μείνεις εκεί ή αν θα έχεις μια «ανοιχτή» και ειλικρινή επικοινωνία με τον ρόλο που καλείσαι να ερμηνεύσεις, είναι άλλο θέμα. Ξέρετε, ο ρόλος δεν υπάρχει. Υπάρχει ο ηθοποιός. Ο οποίος εμπνεόμενος από τον ρόλο καλείται να βγάλει στην επιφάνεια κομμάτια του εαυτού του και να τα παραδώσει σε κοινή θέα, χωρίς φόβο και αναστολές. Αυτό προϋποθέτει γενναιότητα και ρίσκο. Αλλά χωρίς αυτά, κατά τη γνώμη μου, δεν υπάρχει θέατρο.

Δ.Π.: Πρόκειται για ένα έργο που ισορροπεί ανάμεσα στην κωμωδία και τη συγκίνηση. Ενα έργο έξυπνο και με ανατροπές. Αυτό απαιτεί ανάλογη υποκριτική και σκηνοθετική ισορροπία. Χωρίς κόλπα. Απαιτεί αλήθεια και υποκριτική διαθεσιμότητα. Χρειάζεται ειλικρίνεια και αδιάκοπη ψυχική παρουσία επί σκηνής.

Μπορείτε να μοιραστείτε μια ατάκα ή μια εικόνα που συμπυκνώνει για εσάς το ύφος του έργου; 

Ν.Τσ.: Οχι, ατάκα δεν υπάρχει. Μου αρέσει απλώς αυτό που λέει κάποια στιγμή η Λίλι καθώς νιώθει να «βυθίζεται», ότι όταν ο ήλιος πλησιάζει στη δύση του, γεμίζει τον ουρανό με τα πιο λαμπερά χρώματα. Οταν δηλαδή ο άνθρωπος πλησιάζει στο τέλος της ζωής του, φωτίζεται, γίνεται λαμπερός και ακτινοβολεί σοφία… Η εικόνα που νομίζω ότι θα μείνει στο μυαλό του κόσμου είναι αυτή η αγκαλιά των δύο ηρώων, στο φινάλε, κάτω από έναν λαμπερό ουρανό. Αυτό το απλό, μα και τόσο δύσκολο και καθόλου αυτονόητο. Η αληθινή, τρυφερή αγκαλιά.

Δ.Π.: Στο πρώτο μάθημα χορού αναφέρω: «Πρέπει να βρούμε την ψυχή του χορού. Η ψυχή είναι το πιο σημαντικό. Τα βήματα είναι απλώς το όχημα που θα μας οδηγήσει στην ψυχή».