H εξωτερική πολιτική ασκείται από την εκάστοτε κυβέρνηση, κυρίως μέσω του Πρωθυπουργού και του υπουργού Εξωτερικών, που υποστηρίζονται από τη Διπλωματική Υπηρεσία. Αποκλειστική αρμοδιότητα άσκησης εξωτερικής πολιτικής έχει ο υπουργός Εξωτερικών, που ενεργεί εξ ονόματος της κυβέρνησης και της χώρας. Υλοποιεί την κυβερνητική πολιτική, λαμβάνει οδηγίες από τον Πρωθυπουργό και αναπτύσσει πρωτοβουλίες αναλόγως με το αντικείμενο και τον τρόπο λειτουργίας της κυβέρνησης και την καθιέρωση ή μη κυβερνητικών διαδικασιών λήψης αποφάσεων. Η Διπλωματική Υπηρεσία αποτελεί το υπηρεσιακό σκέλος του υπουργείου. Συμβουλεύει τον υπουργό, εισηγείται όταν της ζητηθεί, αλλά και με δική της πρωτοβουλία, και εφαρμόζει τις οδηγίες του υπουργού. Πληροφορεί ακόμη τους πολιτικούς της προϊσταμένους μέσω των διπλωματικών και προξενικών Αρχών στο εξωτερικό για τις εκεί εξελίξεις και την πολιτική των κρατών διαπίστευσής τους απέναντι στην Ελλάδα.

Στην πραγματικότητα δεν λειτουργούν τα πράγματα ακριβώς έτσι στον τόπο μας. Η Ελλάδα έχει διαχρονικές διαφορές με τους γείτονές της πλην της Βουλγαρίας. Οι διαφορές με την Τουρκία, το Κυπριακό, εκείνες με την Αλβανία και την ΠΓΔΜ έχουν ιστορικές ρίζες, αγγίζουν τα εθνικά αισθήματα του λαού και σπρώχνουν τις πολιτικές δυνάμεις του τόπου σε πλειοδοσία ή σε ακινησία. Καθιστούν μάλιστα αδύνατη τη διακομματική συνεννόηση και άνευ αντικειμένου κάθε προγραμματική δέσμευση εκτός από γενικολογίες (π.χ. δίκαιη λύση του Κυπριακού). Η ύπαρξη των λεγομένων «εθνικών» θεμάτων επικεντρώνει την προσοχή και την ενέργεια των ελληνικών κυβερνήσεων και των ΜΜΕ σ’ αυτά χωρίς ν’ αφήνει πολλά περιθώρια ευελιξίας για την επίλυσή τους ούτε για τον σχεδιασμό μιας ευρύτερης εξωτερικής πολιτικής, που θα ανέβαζε το κύρος μας στην Ευρωπαϊκή Ενωση και στην περιοχή μας ειδικότερα.

Αν οι ελληνικές κυβερνήσεις δυσχεραίνονται να σχεδιάσουν την εξωτερική τους πολιτική, άλλο τόσο αδυναμίες έχει η λειτουργία της Διπλωματικής Υπηρεσίας. Το μεγάλο πλήγμα στη δημόσια Υπηρεσία υπήρξε η κατάργηση των γενικών διευθυντών των υπουργείων από το ΠΑΣΟΚ μόλις έγινε κυβέρνηση το 1981 και η θέσπιση του θεσμού των διοριζομένων από την εκάστοτε κυβέρνηση γενικών γραμματέων, που με την πάροδο του χρόνου πολλαπλασιάζονται. Οι γενικοί γραμματείς λειτουργούν μεταξύ της πολιτικής και της υπηρεσιακής δομής των υπουργείων, δίδοντας πολιτική χροιά στην τελευταία. Μπορεί να έχουν προσόντα, αλλά η παρουσία τους αποδυναμώνει και αποθαρρύνει την υπηρεσιακή ιεραρχία. Αποχωρούν δε με την αλλαγή κυβέρνησης και παίρνουν μαζί τους την εμπειρία και τις γνώσεις που απέκτησαν. Η συνέχεια χάνεται. Αν και ο θεσμός των γενικών διευθυντών επανιδρύθηκε, δεν απέκτησε την παλαιά του επιρροή. Το υπουργείο Εξωτερικών ευτυχώς έχει διατηρήσει τον υπηρεσιακό γενικό γραμματέα, στον οποίο όμως έχουν προστεθεί πολιτικοί ομόλογοί του με ειδικότερες αρμοδιότητες. Το διπλωματικό προσωπικό επίσης χάνει τη συνήθεια να εισηγείται και κυρίως να έχει το θάρρος της γνώμης του, αφού σπάνια ερωτάται και ίσως μάλιστα αποθαρρύνεται να το πράξει.

Η ατέλειωτη οικονομική κρίση της χώρας και οι αναπόφευκτες περικοπές κονδυλίων έχουν μειώσει σημαντικά τις δυνατότητες των διπλωματικών και προξενικών Αρχών μας να προωθήσουν τις ελληνικές θέσεις και γενικότερα να προβάλλουν την Ελλάδα. Σε μεγάλο βαθμό έχει πέσει το ηθικό των υπαλλήλων. Αν μου ζητούσε κάποιος να προτείνω μέτρα βελτίωσης της απόδοσής του, θα πρότεινα τα εξής: 1) Τν απογραφή του προσωπικού και της συνολικής εκπροσώπησής μας στο εξωτερικό, κατά προτίμηση μαζί με τα άλλα υπουργεία που εκπροσωπούνται, ώστε να εντοπισθούν οι ανάγκες σε επιπλέον προσωπικό, το πλεονάζον και το χωρίς ουσιαστικό αντικείμενο εργασίας. 2) Τη θέσπιση προτεραιοτήτων και στόχων εξωτερικής πολιτικής και την αντίστοιχη ενίσχυση ή μείωση προσωπικού. 3) Την τακτική επιθεώρηση των Αρχών του εξωτερικού και την αποδοχή, κατά κανόνα τουλάχιστον, από τον υπουργό των εισηγήσεων των επιθεωρητών. 4) Την επιβολή στους προϊσταμένους των Αρχών του εξωτερικού υποχρέωσης σύνταξης ετήσιας έκθεσης δικών τους πεπραγμένων και όχι μόνο εκθέσεων για τη χώρα όπου είναι διαπιστευμένοι. Με τον τρόπο αυτό θα διαπιστώνεται εύκολα από έναν επιθεωρητή η απόδοσή τους. 5) Τη θέσπιση κινήτρων απόδοσης, κυριότερο από τα οποία είναι οι αξιοκρατικές προαγωγές και τοποθετήσεις.

Είναι χαρακτηριστικό της έλλειψης σχεδιασμού και αξιολόγησης ότι οι δύο Διευθύνσεις του υπουργείου Εξωτερικών που υπολειτουργούν και δεν ασκούν επιρροή στη λήψη αποφάσεων, διοικητικών η πρώτη και πολιτικών η δεύτερη, είναι η Γενική Επιθεώρηση και η Διεύθυνση Σχεδιασμού Πολιτικής. Σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη αποτελούν τις πιο σημαντικές Διευθύνσεις των αντίστοιχων υπουργείων. Ενδειξη ότι δεν σχεδιάζουμε εξωτερική πολιτική, ή σχεδιάζεται μόνο στα υπουργικά γραφεία με εξωτερικούς συμβούλους. Ούτε φροντίζουμε για την καλύτερη απόδοση των μέσων που διαθέτει η Διπλωματική Υπηρεσία, γιατί δεν τα ελέγχουμε ή όταν γίνεται ο έλεγχος και διαπιστώνονται ανωμαλίες, κατά κανόνα δεν δίνεται συνέχεια, εκτός αν γίνεται κατόπιν πολιτικής εντολής.

Ο Παύλος Αποστολίδης είναι πρέσβης επί τιμή