Τα Ασφαλιστικό κυριαρχεί την τελευταία περίοδο στον δημόσιο διάλογο με κεντρικό θέμα εάν θα μειωθούν ή όχι οι συντάξεις από 1/1/2019. Πολλοί υποστηρίζουν ότι η εξέλιξη που θα έχουμε στις συντάξεις τούς αμέσως επόμενους μήνες θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό τον χρόνο διεξαγωγής των εκλογών, αλλά και το αποτέλεσμα. Είναι κοντά στην πραγματικότητα αυτή η εκτίμηση.

Το μέτρο που έχει ψηφιστεί από την κυβέρνηση με τους νόμους 4387/2016, 4472/2017 και 4549/2018 είναι ιδιαίτερα βαρύ και η εφαρμογή του θα πλήξει 1.350.000 παλαιούς συνταξιούχους, οι οποίοι είχαν συνταξιοδοτηθεί με το προηγούμενο του νόμου 4387/2016 καθεστώς.

Οι μειώσεις για τους περισσότερους ανέρχονται στο 18% για κύριες και επικουρικές συντάξεις. Είναι επομένως προφανές ότι το πολιτικό κόστος για την κυβέρνηση θα είναι μεγάλο και θα αποτυπωθεί στις επερχόμενες εκλογές, όποτε και αν αυτές διεξαχθούν, στην περίπτωση που δεν αποτραπούν οι περικοπές.

Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο η κυβέρνηση έχει αποδυθεί τελευταία σε μια προσπάθεια να αποφευχθεί η εφαρμογή των νέων μειώσεων των συντάξεων από 1/1/2019. Δεν υπάρχει κανένας που να μη θέλει μια θετική εξέλιξη στην κατεύθυνση αυτή και πολύ περισσότερο οι ίδιοι οι συνταξιούχοι. Ωστόσο ανακύπτουν ορισμένα κρίσιμα ζητήματα και ερωτήματα.

Πρώτον, η κυβέρνηση εφόσον πραγματικά εννοεί αυτό που λέει, θα πρέπει να νομοθετήσει εκ νέου μέχρι το τέλος του χρόνου και να καταργήσει τις διατάξεις που η ίδια ψήφισε, με τελευταία εκείνη του Ιουνίου του 2018, οι οποίες προέβλεπαν μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης κατά 2,84 δισ. ευρώ από 1/1/2019 με μείωση μέχρι 18% τόσο των κύριων όσο και των επικουρικών συντάξεων.

Δεύτερον, είναι προφανές ότι θα απαιτηθεί αναθεώρηση του πλαισίου του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος. Εφόσον αφαιρεθεί το ποσό των 2,84 δισ. ευρώ από τον προγραμματισμό που περιλαμβάνεται στον σχετικό νόμο 4549/2018 θα πρέπει να αναζητηθεί ένα αντίστοιχο ή έστω και μικρότερο ποσό που θα ισορροπήσει δημοσιονομικά την απώλεια των 2,84 δισ. ευρώ. Γιατί δεν γίνονται, δεν βγαίνουν, όλα μαζί και αποτροπή των μειώσεων στις συντάξεις και διάφορα αντίμετρα, όπως μείωση φορολογικών συντελεστών, επιδόματα στέγασης κ.λπ. Αρα θα χρειαστεί ένα νέο μείγμα πολιτικής σε δημοσιονομικό τουλάχιστον επίπεδο.

Τρίτον, το βασικό ερώτημα που απασχολεί όχι μόνο τους σημερινούς αλλά και τους μελλοντικούς συνταξιούχους καθώς και τους εργαζομένους είναι η διάρκεια, ο χρόνος διατήρησης ενός μέτρου με το οποίο αποτρέπεται η περαιτέρω μείωση των συντάξεων από 1/1/2019.

Πώς δηλαδή ένα τέτοιο μέτρο δεν θα αποτελέσει μια προεκλογική και μόνο επιλογή και θα μπορέσουμε να διαμορφώσουμε τις προϋποθέσεις μέσα από συγκεκριμένο σχέδιο και μέτρα για αξιοπρεπείς συντάξεις, τώρα και στο μέλλον. Επί του παρόντος τέτοιο σχέδιο δεν υπάρχει.

Και δεν υπάρχει από τη στιγμή που η κυβέρνηση δεν συζητάει αυτό που είναι απολύτως αναγκαίο και αφορά τις αλλαγές, οι οποίες θα πρέπει να γίνουν στον βασικό ασφαλιστικό νόμο 4387 του 2016, τον επονομαζόμενο και νόμο Κατρούγκαλου. Δεν μπορεί να διατηρηθεί μια διαφορά 30% ή και 40% στις συντάξεις εις βάρος των νέων συνταξιούχων. Δεν μπορούν να διατηρηθούν οι εξοντωτικές ασφαλιστικές εισφορές για τους ελεύθερους επαγγελματίες.

Κυρίως όμως το σχέδιο που απουσιάζει είναι αυτό που αφορά την αντιμετώπιση των μεγάλων προβλημάτων της οικονομίας και της πορείας προς την ανάπτυξη. Διασφάλιση αξιοπρεπών συντάξεων, δυστυχώς δεν θα  υπάρξει με ανεργία στο 20% και μισθούς των 300 ή έστω και 500 ευρώ.

Ο Γιώργος Κουτρουμάνης είναι πρώην υπουργός Εργασίας