Η ανάγνωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων στην Ελλάδα συνεχίζει να γίνεται με έναν εξαιρετικά περιοριστικό τρόπο, ωσάν οι δύο χώρες να βρισκόντουσαν μόνες τους στον κόσμο. Ετσι, ο τουρκικός αναθεωρητισμός επιχειρείται να γίνει αντιληπτός ως προϊόν μικροπολιτικών επιλογών από πλευράς της τουρκικής ηγεσίας.

Ομως, το ελληνοτουρκικό σύστημα αποτελεί μέρος του ευρύτερου διεθνούς συστήματος και διαμορφώνεται εν πολλοίς από τις εξελίξεις σε αυτό.

Ετσι, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι το σημερινό διεθνές σύστημα είναι πολυπολικό (multipolar). Δηλαδή, έχουμε ένα ρευστό διεθνές σύστημα μέσα στο οποίο πολλοί δρώντες διαγκωνίζονται για μια καλύτερη θέση στην παγκόσμια σκακιέρα. Για την ακρίβεια έχει ήδη αρχίσει να συζητιέται ότι περνάμε στη δεύτερη φάση της σύγχρονης πολυπολικότητας.

Η πρώτη φάση προέκυψε από την άνοδο της Κίνας, την αναγέννηση της Ρωσίας και την εμφάνιση ορισμένων άλλων μεγάλων «παικτών», όπως είναι η Ινδία, που αμφισβήτησαν την αμερικανική πρωτοκαθεδρία. Το σύστημα αυτό μπορεί να χαρακτηριστεί ως «ολιγαρχικό πολυπολικό» και σήμερα δείχνει να δίνει τη θέση του σε ένα πιο «πληθωριστικό» σύστημα, όπου ανέρχονται και διεκδικούν ρόλο μεσαίοι δρώντες, ένας εκ των πιο φιλόδοξων είναι η Τουρκία.

Συγκεκριμένα, οι συγκρούσεις, αλλά και οι συνεργασίες, των βασικών δρώντων του πρώτου πολυπολικού συστήματος δημιούργησαν κενά και ασαφείς περιοχές κυριαρχίας στο παγκόσμιο σύστημα και ιδιαίτερα στην ευρασιατική σκακιέρα, με αποτέλεσμα να προκύψουν ευκαιρίες για τους μεσαίους «παίκτες», οι οποίοι γνωρίζουν πολύ καλά ότι αν δεν σπεύσουν να κυριαρχήσουν στα κενά αυτά θα το κάνουν άλλες μεσαίες δυνάμεις. Για παράδειγμα, στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή η Τουρκία ανταγωνίζεται, μεταξύ των άλλων, την Αίγυπτο και το Ιράν. Επιπροσθέτως, φαίνεται ότι θεωρεί τον εαυτό της ευρασιατικού βεληνεκούς γεωπολιτικό «παίκτη», που ισορροπεί μεταξύ ΗΠΑ, Ρωσίας και Κίνας.

Ετσι, είναι περίπου «αναπόφευκτο» να επιδιώξει να κυριαρχήσει στο εγγύς εξωτερικό της, ώστε να εξασφαλίσει τη θέση της ως νέου φιλόδοξου και δυναμικού δρώντος στο ευρασιατικό σύστημα. Και αυτό σημαίνει ότι θα επιδιώξει να θέσει υπό τον έλεγχό της την κρίσιμης σημασίας περιοχή του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου, όπου υπάρχουν τα ενοχλητικά εμπόδια της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η περιοχή αυτή αποτελεί ένα από τα κλειδιά για την παγκόσμια κυριαρχία στο μέλλον και συνακόλουθα μια Τουρκία που λειτουργεί ως φιλόδοξη δύναμη στο δεύτερης γενεάς πολυπολικό διεθνές σύστημα είναι «αναγκασμένη» να επιχειρήσει να ακρωτηριάσει γεωπολιτικά την Ελλάδα και την Κυπριακή Δημοκρατία. Η τουρκική επιθετικότητα, λοιπόν, είναι σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα μιας ευρύτερης γεωπολιτικής μηχανικής.

Αρα, η Ελλάδα και η Κυπριακή Δημοκρατία θα πρέπει να μάθουν να ζουν με αυτήν και να βρουν τρόπους να την αντιμετωπίσουν αν θέλουν να διατηρήσουν την εθνική τους ακεραιότητα.

Ο Κωνσταντίνος Γρίβας είναι αναπληρωτής καθηγητής Γεωπολιτικής στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων. Διδάσκει επίσης Γεωγραφία της Ασφάλειας στην Ευρύτερη Μέση Ανατολή στο Τμήμα Τουρκικών και Σύγχρονων Ασιατικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.