Αλλη μια μεταρρύθμιση στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, που φαίνεται ότι θα έχει την τύχη των προηγουμένων, είτε πρόκειται για σύστημα εισαγωγής στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση είτε για «αναβάθμιση» του Λυκείου. Καμιά μεταρρύθμιση δεν έχει νόημα και προοπτική, αν πρώτα οι καθ’ ύλην αρμόδιοι δεν αναγνωρίσουν τη φύση του προβλήματος, ξεκινώντας από το «τετραπλό» σχολείο: για όσους φοιτούν σε δημόσιο σχολείο, η εκπαίδευση συνοδεύεται σχεδόν υποχρεωτικά από το φροντιστήριο, τα ιδιαίτερα μαθήματα και την εκμάθηση ξένης γλώσσας. Ειδικά η φροντιστηριακή εκπαίδευση ασκεί επικυριαρχία στο απαξιωμένο δημόσιο σχολείο και επιπλέον έχει αποδείξει ότι είναι ικανή να εξουδετερώσει κάθε απόπειρα μεταρρύθμισης. Οι μαθητές και οι γονείς τους την εμπιστεύονται, προσβλέπουν σε αυτήν και καθοδηγούνται από αυτήν.

Και αυτό γιατί ο εκπαιδευτικός του δημόσιου σχολείου έχει απολέσει προ πολλού το κύρος, τον παιδευτικό ρόλο του και την αίσθηση της αποστολής του. Σύμφωνα με μια διδακτορική έρευνα, το 64% των εκπαιδευτικών αμφισβητείται από τους μαθητές και το 59,5% δεν ενοχλείται από το γεγονός. Οι περισσότεροι καθηγητές έχουν αποκοπεί από την επιστήμη τους. Συμβουλεύονται και αυτοί τα εγχειρίδια των φροντιστηρίων, τα οποία δεν υπηρετούν την παιδεία αλλά εξυπηρετούν τους μηχανισμούς εισαγωγής στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.

Το καλύτερα φυλασσόμενο μυστικό σε αυτή τη χώρα είναι ακριβώς η υποτυπώδης επιστημονική (και ψυχοπαιδαγωγική) επάρκεια της πλειονότητας των εκπαιδευτικών. Και επειδή εκπαίδευση χωρίς ικανούς εκπαιδευτικούς δεν μπορεί να υπάρξει, επείγει η σταδιακή επανασύνδεσή τους με την επιστήμη, ώστε να ανανεώσουν τις γνώσεις τους και να ανακτήσουν το κύρος τους. Τα ΑΕΙ θα μπορούσαν να προσφέρουν, με την ανάλογη χρηματοδότηση, επιμελώς σχεδιασμένα προγράμματα μαθημάτων, ανά ειδικότητα και συντονισμένα, με τελικό βαθμό ως βαθμό αξιολόγησης των εκπαιδευτικών.

Ο Μιχαήλ Πασχάλης είναι ομότιμος καθηγητής Κλασικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης