Το 2017 δύο ιστορικοί της οικονομίας, ο Stephen Broadberry της Οξφόρδης και ο John Joseph Wallis του Πανεπιστημίου του Maryland, συλλέγοντας αναπτυξιακά δεδομένα από τον 14ο αιώνα μέχρι σήμερα, απέδειξαν πως οι πλούσιες χώρες υπερτερούν σε σχέση με τις υπόλοιπες, γιατί αποφεύγουν κρίσεις που μειώνουν το ΑΕΠ δραματικά. Και το πετυχαίνουν έχοντας ισχυρούς θεσμούς. Αυτό καταδεικνύει δύο πράγματα: πρώτον, οι δυνάμεις και οι νοοτροπίες που οδήγησαν στην πτώχευση προκάλεσαν τη μεγαλύτερη ζημιά που μπορεί κάποιος να κάνει στην ευημερία μιας χώρας και, δεύτερον, πως το πελατειακό κράτος, διαβρώνοντας τους θεσμούς, έχει υπονομεύσει συστηματικά τις αναπτυξιακές δυνατότητες της χώρας και την προκοπή  των πολιτών.

Το πολιτικό σύστημα συνολικά είναι ακόμη υπόλογο.

Τι οδήγησε στην πτώχευση;

Τρία πράγματα:

Πρώτον, η επικράτηση της κουλτούρας της ήσσονος προσπαθείας. Το επίδομα, από πράξη αλληλεγγύης, μετατράπηκε σε  μόνιμο δεκανίκι για την απραξία.

Δεύτερον, η μετατροπή του πολιτικού παιχνιδιού σε απλή εναλλαγή κομματικών μηχανισμών ελέγχου του κράτους, στηριζόμενη κυρίως στις πελατειακές διευθετήσεις σε φίλους και ημετέρους.

Τρίτον, η απαξίωση των θεσμών που προλείανε το έδαφος για τη λαϊκή οργή κατά τη διάρκεια της κρίσης.

Και όταν ήρθε η πτώχευση, εκχωρήσαμε την εθνική κυριαρχία στους δανειστές. Θα βγαίναμε άραγε σύντομα από τα δεσμά; Και υπό ποιες προϋποθέσεις;

Αν λέγαμε «όχι» στη συνωμοσιολογία. Αντί για αυτό ψάχναμε γερμανικές αποζημιώσεις και επονείδιστα χρέη.

Αν λέγαμε «όχι» στον διχασμό. Αντί για αυτό είχαμε ανεύθυνες αντιπολιτεύσεις και «σοβαρές» κυβερνήσεις, με το κόστος της στροφής να επιβαρύνει τον λαό.

Αν λέγαμε «όχι» στις παράτολμες προτάσεις. Η νομισματική κρίση της Τουρκίας έδωσε οριστική απάντηση στους νοσταλγούς της δραχμής και άλλων παράλογων σχεδίων Β, που συζητούνταν ακόμη και στον έκτο όροφο της οδού Νίκης.

Για να αποδεσμευθείς από ένα άσχημο συμβόλαιο, το ολοκληρώνεις και δεν επαναλαμβάνεις τα ίδια λάθη. Εμείς καταργούσαμε το κάθε Μνημόνιο για να το αντικαταστήσουμε με ένα άλλο χειρότερο.

Η σημερινή επικοινωνιακή μάχη είναι μεταξύ δύο «μισών ψεμάτων»:

Θα βγαίναμε το 2014 χωρίς άλλο κόστος;

Οχι, γιατί χωρίς το κόψιμο του ΕΚΑΣ, για παράδειγμα, το Ασφαλιστικό δεν θα λυνόταν. Ο ΣΥΡΙΖΑ υποσχέθηκε το κόψιμό του στο εξωτερικό, ήδη από το 2014, γέρνοντας την πλάστιγγα υπέρ του.

Οσα ακολούθησαν ήταν αναπόφευκτα και θα γίνονταν και με άλλη κυβέρνηση;

Οχι, υπήρξε περαιτέρω και αχρείαστο κόστος. Πληρώσαμε τη λαϊκή οργή που εκμεταλλεύτηκε και φούσκωσε ο ΣΥΡΙΖΑ, π.χ. με κόψιμο συντάξεων μεγαλύτερο από την κατάργηση του ΕΚΑΣ.

Το μεγαλύτερο μάθημα για το αύριο θα πρέπει να είναι πως ελευθερία δεν σημαίνει απουσία των ορίων. Ελευθερία σημαίνει δυνατότητα να επιλέγεις, να θεσμοθετείς και να σέβεσαι εσύ τα δικά σου όρια.

Σήμερα καλούμαστε να διαχειριστούμε μια τέτοια «ελεύθερη» κατάσταση και ακόμη μιλάμε για το τι θα γκρεμίσουμε, όχι για το πώς θα χτίσουμε το αύριο.

Το χτίσιμο του αύριο προϋποθέτει:

Να χτυπηθεί το πελατειακό κράτος. Για παράδειγμα, η προκήρυξη και στελέχωση θέσεων μόνιμων γενικών γραμματέων εκτός κομματικής επετηρίδας θα έπρεπε να ήταν το πρώτο μας μέλημα.

Να επικεντρωθούμε στη δημιουργία ευκαιριών για όσους είναι εκτός συστήματος (νέους, ανέργους, χαμηλά αμειβόμενους). Η μείωση (εισ-)φορολογικών συντελεστών (σχετική πρόταση για Φορολογικό του 20% έχω ήδη καταθέσει στον δημόσιο διάλογο) και η μείωση της γραφειοκρατίας (ύψιστος στόχος όλων των υπηρεσιών η μείωση του χρόνου κάθε διαδικασίας του Δημοσίου) είναι πρώτες προτεραιότητες.

Να δημιουργήσουμε ένα κράτος που να «χωράει» στο κινητό μας. Ενα κράτος που στηρίζει, ακούει και εμπιστεύεται τον πολίτη. Η εξάλειψη της ουράς από την Εφορία είναι πρωτίστως ένδειξη σεβασμού του κράτους προς τον πολίτη.

Να θεμελιώσουμε κοινωνικό κράτος πάνω σε 4 άξονες: στήριξη της οικογένειας, των φτωχών, των δεξιοτήτων των πολιτών και των ΑμεΑ.

Να εστιάσουμε στη μόνη πολιτική και γεωστρατηγική οικογένεια που μας αξίζει: την Ευρωπαϊκή Ενωση και τον δυτικό κόσμο που χτίστηκαν με τις δικές μας αξίες. Η Ευρώπη χωρίς την Ελλάδα δεν έχει ψυχή. Η Ελλάδα χωρίς την Ευρώπη δεν έχει μέλλον.

Ολα αυτά προϋποθέτουν ένα πολιτικό σύστημα που ενώνει και πολίτες που πιστεύουν στις δυνατότητές τους.

Στη δεκαετία της κρίσης ζήσαμε τέσσερα μεγάλα σοκ: αύξηση στο 25% της ανεργίας, μείωση κατά 25% του ΑΕΠ, μείωση κατά 25% του κύρους των θεσμών και μείωση κατά 25% της συμμετοχής στις εκλογές. Συνεπώς, καθίσταται επιτακτικό να γίνει η χώρα και το μέλλον της μια υπόθεση της νέας γενιάς, άμεσα.

Ζήσαμε μια χαμένη δεκαετία. Δεν έχουμε περιθώριο ούτε για μια χαμένη μέρα ακόμα.