Παρά τις έντονες βροχοπτώσεις που έφερε η πρόσφατη κακοκαιρία Byron, τα συνολικά ύψη βροχής στην περιοχή του Μόρνου ήταν χαμηλότερα από το αναμενόμενο.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του δικτύου μετεωρολογικών σταθμών του meteo / Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, το τετραήμερο 3–6 Δεκεμβρίου 2025 καταγράφηκαν περιορισμένες ποσότητες βροχής.

Στον μετεωρολογικό σταθμό του Κονιάκου μετρήθηκαν 43 χιλιοστά, ενώ στο Φράγμα Μόρνου το συνολικό ύψος έφτασε τα 49 χιλιοστά.
Τα διαγράμματα του meteo.gr δείχνουν ότι και στους δύο σταθμούς η ετήσια βροχόπτωση έως τις 8 Δεκεμβρίου 2025 παραμένει σημαντικά κάτω από τη μέση τιμή της τελευταίας δεκαετίας.

Συγκεκριμένα, στον σταθμό του Κονιάκου έχουν καταγραφεί 595 χιλιοστά βροχής, ενώ στο Φράγμα Μόρνου το συνολικό ύψος ανέρχεται σε 653 χιλιοστά, όταν η μέση τιμή της τελευταίας δεκαετίας για την ίδια περίοδο φτάνει περίπου τα 800 χιλιοστά.
Πώς εξηγείται η περιορισμένη ενίσχυση των ταμιευτήρων παρά τις ισχυρές βροχές
Επιστημονική εξήγηση για το γιατί οι ισχυρές βροχοπτώσεις των τελευταίων ημερών δεν συμβάλλουν ουσιαστικά στην άνοδο της στάθμης των υδάτων στον Μόρνο και την Υλίκη έδωσε ο πρόεδρος του ΟΑΣΠ και καθηγητής Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Ευθύμης Λέκκας.
Όπως ανέφερε στον ΣΚΑΪ, «οι ταμιευτήρες γεμίζουν ουσιαστικά από την απορροή, από επιφανειακά νερά που απορρέουν στη λεκάνη, κυρίως όμως γεμίζουν με το αργό λιώσιμο του χιονιού που πιθανώς να έχουμε το επόμενο διάστημα». Σύμφωνα με τον ίδιο, το νερό της βροχής που δεν πέφτει απευθείας στους ταμιευτήρες «χρειάζεται αρκετά μεγάλο χρόνο ώστε να εμπλουτίσει τους υπόγειους υδροφορείς» και απαιτείται ακόμη περισσότερος χρόνος για να αντληθεί.
Ο κ. Λέκκας αναφέρθηκε και σε λύσεις που θα μπορούσαν να ενισχύσουν τη συγκράτηση και αξιοποίηση του νερού. Μια πιθανή επιλογή, όπως είπε, είναι η δημιουργία μικρών φραγμάτων ή μικρών ταμιευτήρων, τα οποία μπορούν να «καθυστερήσουν το νερό, ώστε να μπορέσει να κατεισδύσει στο υπέδαφος και να εμποτιστούν οι υδροφόροι ορίζοντες».
Ως δεύτερη λύση σημείωσε την αφαλάτωση, η οποία «τα τελευταία χρόνια έχει αναπτυχθεί πάρα πολύ» και συνοδεύτηκε από μείωση της απαιτούμενης ηλεκτρικής ενέργειας. Ωστόσο, επισήμανε ότι η κατανάλωση ενέργειας παραμένει «μεγάλη» και συνοδεύεται από «περιβαλλοντικό αποτύπωμα».
Παράλληλα, υπογράμμισε ότι μπορεί να βοηθήσει και ο περιορισμός των απωλειών νερού στα δίκτυα υδροδότησης, επισημαίνοντας όμως πως «δεν είναι εύκολο να αντικαταστήσεις όλα τα δίκτυα».
Κλείνοντας, ο κ. Λέκκας τόνισε τη σημασία της «συνείδησης κατανάλωσης» τόσο στις πόλεις όσο και στον αγροτικό τομέα. «Το νερό όταν το έχουμε το σπαταλάμε, όταν δεν το έχουμε δημιουργεί τεράστια προβλήματα», σημείωσε.






