Η Γερμανία, χώρα που παραδοσιακά συνδέεται με την οργάνωση, την τάξη και την ασφάλεια, φαίνεται να βιώνει μια ανησυχητική μεταστροφή στη συλλογική της ψυχολογία. Σύμφωνα με τα ευρήματα της νέας δημοσκόπησης Deutschlandtrend του ινστιτούτου Infratest Dimap, σχεδόν οι μισοί Γερμανοί –ποσοστό 48%– δηλώνουν ότι δεν αισθάνονται ασφαλείς όταν κυκλοφορούν σε δημόσιους χώρους.
Οι πλατείες, τα πάρκα, οι σταθμοί τρένων και οι αστικές συγκοινωνίες προκαλούν ολοένα και μεγαλύτερη ανησυχία, ακόμη και φόβο. Η ανισότητα στον τρόπο που βιώνεται αυτή η ανασφάλεια είναι έντονη μεταξύ των φύλων. Το 53% των γυναικών απάντησαν πως δεν αισθάνονται ασφαλείς σε κοινόχρηστους χώρους, έναντι 43% των ανδρών.
Πίσω από τα ποσοστά κρύβονται ιστορίες καθημερινότητας: γυναίκες που αποφεύγουν να επιστρέψουν μόνες τη νύχτα, ηλικιωμένοι που αλλάζουν διαδρομή για να αποφύγουν σκοτεινά σημεία, νέοι που προτιμούν να ταξιδεύουν σε ομάδες αντί μόνοι στα τρένα.
Αξιοσημείωτο είναι ότι το 2017 μόλις ο μισός σημερινός αριθμός πολιτών δήλωνε κάτι αντίστοιχο. Μέσα σε λίγα χρόνια, ο δείκτης ανασφάλειας έχει σχεδόν διπλασιαστεί. Οι αναλυτές αποδίδουν την εξέλιξη αυτή σε πολλούς παράγοντες: την αύξηση των περιστατικών βίας σε ορισμένα αστικά κέντρα, την έντονη δημόσια συζήτηση για την εγκληματικότητα και τη μεταναστευτική πολιτική, αλλά και στην επίδραση των κοινωνικών δικτύων, όπου τα περιστατικά διαδίδονται ταχύτατα, ενισχύοντας συλλογικούς φόβους.
Η απάντηση της κυβέρνησης και το στοίχημα της εμπιστοσύνης
Η κυβέρνηση καλείται να διαχειριστεί όχι μόνο την πραγματική ασφάλεια στους δρόμους, αλλά και την ψυχολογική ανασφάλεια των πολιτών. Η αστυνομία ανακοινώνει αυξημένες περιπολίες, ενώ οι τοπικές αρχές εξετάζουν μέτρα όπως καλύτερος φωτισμός σε πάρκα και σταθμούς ή ειδικές ζώνες ασφαλείας στις συγκοινωνίες.
Το κρίσιμο ερώτημα, ωστόσο, παραμένει: πώς μπορεί να αποκατασταθεί το αίσθημα εμπιστοσύνης όταν έχει ήδη διαρραγεί; Η Γερμανία δείχνει ότι ακόμη και σε κοινωνίες με χαμηλά ποσοστά εγκληματικότητας, η αίσθηση ασφάλειας δεν είναι πάντα αντικειμενική.
Πρόκειται περισσότερο για αντανάκλαση της κοινωνικής έντασης και της προσωπικής εμπειρίας. Και αυτό το συναίσθημα –όπως δείχνουν οι αριθμοί– αναδεικνύεται πλέον καθοριστικό για τον τρόπο που οι Γερμανοί αντιλαμβάνονται τη ζωή στους δημόσιους χώρους της χώρας τους.







