Η τελευταία φορά που η πιθανότητα «πειραγμένης» εκλογικής διαδικασίας ακούστηκε έντονα σε πηγαδάκια, χωρίς ωστόσο ποτέ να φτάσει να ειπωθεί δημόσια από πολιτικά χείλη (πόσω δε μάλλον από χείλη επικεφαλής), ήταν μετά τις εθνικές εκλογές του περασμένου καλοκαιριού.

Ηταν όμως εμφανώς μια σχεδόν απεγνωσμένη προσπάθεια εξήγησης ενός εκλογικού αποτελέσματος που έδειχνε την κυβέρνηση της ΝΔ ενισχυμένη όχι τόσο από τη μεγάλη διαφορά στο ποσοστό της, αλλά από την καθίζηση που υπέστη ο βασικός της αντιπολιτευόμενος αντίπαλος.

Η σημερινή επιμονή της Κουμουνδούρου πως «το αδιάβλητο δεν είναι δεδομένο», που έχει ειπωθεί από τα πλέον επίσημα χείλη του Στέφανου Κασσελάκη, δεν εντάσσεται στην ίδια ρητορική ενός αποτελέσματος που «δεν βγάζει νόημα» για την αντιπολίτευση.

Αυτή είναι η πρώτη φορά που στην Ελλάδα της Μεταπολίτευσης αμφισβητούνται κάλπες πριν γίνουν – και όχι γιατί κάποιος θα «πειράξει» το αποτέλεσμα που αυτές θα δώσουν, αλλά γιατί οι επιλογές των εκλογέων θα έχουν καθοδηγηθεί προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση.

Επειδή μοιάζει περισσότερο αληθοφανές, το επιχείρημα είναι πιο επικίνδυνο – οι αντίπαλοι του ΣΥΡΙΖΑ το παρουσιάζουν ως τραμπικό κατασκεύασμα (και «άλλοθι στη ΝΔ» το χαρακτήρισε ο Νίκος Ανδρουλάκης), που φτάνει και στην Ελλάδα με καθυστέρηση, ενώ στην Κουμουνδούρου επιχειρείται να αποτυπωθεί ως φόβος για μια ελληνική βερσιόν του σκανδάλου της Cambridge Analytica: η θεωρία περί διαβλητότητας εδράζεται στην πρόσφατη αποκάλυψη της διαρροής στοιχείων και προσωπικών δεδομένων των ψηφοφόρων του εξωτερικού στην Αννα-Μισέλ Ασημακοπούλου, ενώ τα σενάρια εκπορεύονται από τον ίδιο τον Στέφανο Κασσελάκη:

«Ποιος εγγυάται ότι δεν έχουν διαρρεύσει προσωπικά δεδομένα εκλογέων του εσωτερικού;

Πώς ξέρουμε ότι δεν έχουν δοθεί αυτά τα δεδομένα σε εταιρείες για να κάνουν αυτό το micro-targeting, τη στοχευμένη δηλαδή πλύση εγκεφάλου στον ελληνικό λαό;», σχολίασε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ (Alpha), ερωτώμενος αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης μπορεί να εγγυηθεί ότι «δεν έχουν διαρρεύσει και δεν έχουν εργαλειοποιηθεί» προσωπικά δεδομένα των ψηφοφόρων. Παράλληλα, ο Κασσελάκης συνέδεσε την εκλογική διαδικασία των ευρωεκλογών με την υπόθεση των Τεμπών, τις υποκλοπές και την ΕΥΠ, μιλώντας για «καμένη γη» και «εγρήγορση».

Το ακροατήριο

Γιατί η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ έχει επιλέξει αυτή τη ρητορική στον δρόμο προς τις ευρωεκλογές;

Η κατηγορία θεωρείται από αναλυτές πως «δουλεύει» για ένα ακροατήριο που δεν έχει απαραίτητα ιδεολογικά προοδευτικό πρόσημο και του οποίου η σχέση εμπιστοσύνης με τους θεσμούς έχει διαρραγεί – είναι, γι’ αυτόν τον λόγο, πρόθυμοι να ακούσουν το αδιανόητο και το μοναδικό δεδομένο σταθερότητας που επικράτησε τα τελευταία πενήντα χρόνια στην Ελλάδα. Απευθύνεται επίσης σε εκείνους τους ψηφοφόρους που συζητούν πια ανοιχτά το ενδεχόμενο να στείλουν ένα μήνυμα δυσαρέσκειας ειδικά στη ΝΔ.

Το προφίλ του Κασσελάκη τον διευκολύνει, καθώς αφενός έχει κατηγορηθεί αρκετά για λαϊκισμό, αφετέρου όμως έχει καλλιεργήσει μια εικόνα συστημικού – αντισυστημικού, με το ένα πόδι μέσα στην «κανονικότητα» και με το άλλο έξω, καταγγέλλοντας το ελληνικό πολιτικό σύστημα και τα κόμματα πάνω στα οποία αυτό στήθηκε.

Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ παίζει και με το θυμικό μιας κοινωνίας που βράζει για θέματα που δεν άπτονται απευθείας της επικείμενης εκλογικής διαδικασίας – με κυρίαρχο την τραγωδία των Τεμπών. Το αφήγημα, όσο πρωτόγνωρο κι αν μοιάζει, μοιάζει στην πρώτη ανάγνωση και ανώδυνο, καθώς στην κάλπη των ευρωεκλογών δεν κρίνεται η διακυβέρνηση της χώρας, οπότε τα πάθη μένουν περισσότερο σε επικοινωνιακό πεδίο, χωρίς μεγαλύτερο διακύβευμα.

Η καλλιέργειά του, από την άλλη, μόνο ανώδυνη δεν είναι – ειδικά από τη στιγμή που το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης ζητά διπλές κάλπες, και εθνικές και ευρωπαϊκές, σε παράλληλη διαδικασία τον Ιούνιο.