Οι συνειρμοί με τα Γλυπτά του Παρθενώνα είναι αναπόφευκτοι. Δεν έχουν, άλλωστε, περάσει ούτε τρεις μήνες από τότε που ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποκάλεσε – επί βρετανικού εδάφους – «κλεμμένους» τους θησαυρούς που σχεδίασε ο Φειδίας, οι οποίοι παραμένουν (και περιμένουν καρτερικά) επί περισσότερο από δύο αιώνες στο Λονδίνο. Ωστόσο, αυτή η έκθεση έχει να κάνει με κάποια άλλα κλεμμένα: τα περίπου 2.000 αρχαιοελληνικά και ρωμαϊκά τέχνεργα που έκαναν φτερά από το Βρετανικό Μουσείο σε διάστημα που εκτείνεται ακόμη και στα τριάντα χρόνια. Το σκάνδαλο αποκαλύφθηκε μόλις τον περασμένο Αύγουστο και εξακολουθεί μέχρι σήμερα να κλυδωνίζει το ιστορικό ίδρυμα που, εδώ και 271 χρόνια, εδρεύει στην αριστοκρατική συνοικία Μπλούμσμπερι του Κεντρικού Λονδίνου. Οι έρευνες για τον εντοπισμό των κλοπιμαίων συνεχίζονται. Μέχρι στιγμής έχουν ανακτηθεί και επιστραφεί 357 τεχνουργήματα – στην πλειονότητά τους πετράδια και κοσμήματα.

Δέκα από αυτά, καθώς επίσης και περισσότερα από 500 άλλα αντικείμενα, παρουσιάζονται από προχθές – και για τέσσερις μήνες – στο κοινό, στο πλαίσιο της έκθεσης «Rediscovering gems» («Ανακαλύπτοντας ξανά τα πετράδια»), η οποία συνιστά μια εμφανή απόπειρα του λονδρέζικου ιδρύματος να μετατρέψει μια κρίση σε ευκαιρία. «Το γεγονός ότι εξαφανίστηκαν αντικείμενα από τη συλλογή μας προκάλεσε ένα ισχυρό σοκ τόσο στο εσωτερικό του Μουσείου όσο και διεθνώς. Οι κλοπές είναι από κάθε άποψη άσχημο νέο. Δεν μπορούμε να αποφύγουμε τις συνέπειες αυτού που έγινε», λέει, μιλώντας αποκλειστικά στα «ΝΕΑ», ο Τομ Χάρισον, προϊστάμενος του Τμήματος Ελληνικών και Ρωμαϊκών Αρχαιοτήτων του Βρετανικού Μουσείου. «Ωστόσο, από όλο αυτό προέκυψε και κάτι μικρό που είναι θετικό: ότι αυτή η θαυμάσια κατηγορία αντικειμένων – τα πετράδια – προσελκύει πλέον την προσοχή που της αξίζει», προσθέτει το υψηλόβαθμο στέλεχος του Μουσείου, εξηγώντας ότι, εξαιτίας του σκανδάλου των κλοπών, προκλήθηκε έντονο ενδιαφέρον του κόσμου για τους πολύτιμους και ημιπολύτιμους λίθους. Ετσι, το Βρετανικό Μουσείο «αποφάσισε να χρησιμοποιήσει αυτό το γεγονός (σ.σ.: των κλοπών) για να αφηγηθεί την ιστορία των πετραδιών: πώς άρχισαν να παράγονται μαζικά στην αρχαιότητα, το τεράστιο πάθος που υπήρχε γι’ αυτά στην πρώιμη νεότερη περίοδο, αλλά και πώς έφτασαν να θεωρούνται εκτός μόδας. Θέλαμε, απλά, να παρουσιάσουμε αυτά τα υπέροχα αντικείμενα», σημειώνει ο διακεκριμένος βρετανός καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας, ο οποίος είχε υπό την εποπτεία του τη διοργάνωση της έκθεσης. «Οταν μιλάμε για πετράδια, δεν αναφερόμαστε μόνο σε ρουμπίνια και διαμάντια. Στόχος μας είναι να εξηγήσουμε τι άλλο σημαίνει ο όρος gem (πετράδι) και γιατί παρουσιάζει τόσο ενδιαφέρον», διευκρινίζει.

Κάπως έτσι, γεννήθηκε η ιδέα της έκθεσης, η οποία συμπίπτει με μια περίοδο αναβρασμού για το μουσείο με τη μεγαλύτερη συλλογή – οκτώ εκατομμύρια έργα – στον κόσμο: ο διευθυντής και ο υποδιευθυντής του παραιτήθηκαν, η αναζήτηση νέας διοίκησης συνεχίζεται, όπως και η αναζήτηση χρημάτων (περί το 1,5 δισ. στερλίνες – ή 1,7 δισ. ευρώ) για την υλοποίηση του προγράμματος αναμόρφωσης του ιδρύματος. Παράλληλα, οι πιέσεις για την επιστροφή των Γλυπτών εντείνονται, ενώ το κύρος του Μουσείου έχει τρωθεί λόγων των κλοπών, για τις οποίες κατηγορείται (ο ίδιος τις αρνείται) ο Πίτερ Χιγκς, προκάτοχος του Χάρισον στο Τμήμα Ελλάδας και Ρώμης, ο οποίος απολύθηκε πέρυσι.

«Θέλουμε να είμαστε διαφανείς. Το μήνυμα που εκπέμπουμε είναι ότι ανακτούμε αργά αλλά σταθερά τα αντικείμενα που λείπουν και ότι η διαδικασία ανάκτησής τους είναι εξίσου διαφανής», τονίζει ο Χάρισον, υπό την ευθύνη του οποίου βρίσκονται όλα τα ελληνικά τεχνουργήματα – πάνω από 100.000 – που έχει στην κατοχή του το Μουσείο, συμπεριλαμβανομένων των παρθενώνιων αριστουργημάτων. «Η έκθεση αποτελεί παράδειγμα της κουλτούρας διαφάνειας που καλλιεργούμε. Θέλαμε να μοιραστούμε τα τέχνεργα που πήραμε πίσω και να τα δείξουμε. Προσωπικά, αισθάνομαι μεγάλη ευθύνη να διασφαλίσω ότι όλα τα αντικείμενα θα επιστραφούν και να αποκαταστήσω την ακεραιότητα της συλλογής μας».

Η έκθεση «Rediscovering gems», που φιλοξενείται στην αίθουσα 3 του Βρετανικού Μουσείου, θα είναι ανοικτή με δωρεάν είσοδο για το κοινό έως τις 2 Ιουνίου. Τη διοργάνωσή της είχε προαναγγείλει, τον περασμένο Οκτώβριο, ο ίδιος ο πρόεδρος του ιδρύματος Τζορτζ Οσμπορν, ο οποίος, όπως έχουν αποκαλύψει «ΤΑ ΝΕΑ», διαπραγματεύεται το μέλλον των Γλυπτών του Παρθενώνα με τον Κυριάκο Μητσοτάκη από τον Νοέμβριο 2021. Η συντριπτική πλειονότητα των τεχνουργημάτων που παρουσιάζονται δεν έχει εκτεθεί ποτέ ξανά. «Αν δεν είχαν σημειωθεί οι κλοπές, το κοινό δεν θα τα έβλεπε ποτέ», παραδέχθηκε στα «ΝΕΑ» στέλεχος του Μουσείου.

«Τον 18ο αιώνα, οι άνθρωποι είχαν μια τρομερή εμμονή με την αρχαιότητα: τόσο με τη γλυπτική όσο και με τα πετράδια εκείνης της εποχής. Ωστόσο, στις αρχές του 19ου αιώνα συνειδητοποίησαν ότι ορισμένα από αυτά δεν ήταν παρά νεότερες απομιμήσεις αρχαίων πρωτοτύπων. Ξαφνικά, έπαψαν να είναι της μόδας και η ζήτηση μειώθηκε κατακόρυφα. Οταν κάποια από αυτά περιήλθαν στις συλλογές μας, δεν τους δόθηκε η πρέπουσα προσοχή», αναφέρει ο Χάρισον. Αυτός είναι ο βασικός λόγος για τον οποίο ορισμένα από αυτά τα αντικείμενα δεν είχαν καταλογογραφηθεί όταν αποκτήθηκαν από το Μουσείο και, μοιραία, ήταν πιο… ευεπίφορα σε κλοπές. Η πλειονότητα των κλεμμένων έργων τέχνης – που απεικονίζουν πρόσωπα της κλασικής εποχής, θεότητες, μυθολογικές σκηνές, ζώα ή αντικείμενα – προέρχεται από την ελληνιστική και τη ρωμαϊκή εποχή.

Μέσα από τα εκθέματα – τα 10 κλεμμένα που ανακτήθηκαν και τα υπόλοιπα – οι επιμελητές της έκθεσης δίνουν τη δυνατότητα στους επισκέπτες να ρίξουν κλεφτές ματιές στον αρχαίο μεσογειακό κόσμο, αναδεικνύοντας τη σημασία των πολύτιμων και ημιπολύτιμων λίθων (και όχι μόνο) της κλασικής εποχής. Στην αρχαιότητα, τα πετράδια αυτά χρησιμοποιούνταν τόσο ως κοσμήματα όσο και για πιο πρακτικούς σκοπούς, για παράδειγμα ως σφραγίδες (σφραγιδόλιθοι). «Είναι αρκετά δύσκολο να εκτεθούν τα πετράδια σε μουσειακό περιβάλλον. Μερικά από αυτά είναι μικροσκοπικά, έχουν το μέγεθος μιας καραμελίτσας! Εργαστήκαμε σκληρά για να διασφαλίσουμε ότι θα είναι καλά φωτισμένα, ώστε να αποκαλύπτονται όλες οι εντυπωσιακές λεπτομέρειές τους. Με τη χρήση μεγεθυντικών φακών, η εκπληκτική δεξιοτεχνία της κατασκευής τους ζωντανεύει μπροστά στα μάτια των επισκεπτών της έκθεσης», σημειώνει ο Χάρισον, ο οποίος είναι εταίρος του βρετανικού Ινστιτούτου Κλασικών Σπουδών και διετέλεσε επί περισσότερα από 20 χρόνια καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας και Κλασικής Αρχαιολογίας στα Πανεπιστήμια του Λίβερπουλ και του Σεντ Αντριους.

Για τι είδους αντικείμενα μιλάμε; τον ρωτάω. «Δεν είναι πετράδια με τη συνήθη έννοια του όρου. Πρόκειται κυρίως για ημιπολύτιμους λίθους, όπως ο όνυχας», εξηγεί. «H τεχνολογία για την κατασκευή τους αναπτύχθηκε στην αρχαιότητα. Η χάραξη των λίθων γινόταν με τεχνικές παρόμοιες με εκείνες που χρησιμοποιούνταν στη γλυπτική. Συχνά, μάλιστα, από τους ίδιους τεχνίτες. Αργότερα, ιδίως κατά τη ρωμαϊκή περίοδο, κατασκευάζονταν από γυαλί με ειδικές τεχνικές χύτευσης σε εργαστήρια. Οσα ήταν φτιαγμένα από γυαλί ήταν απομιμήσεις πολύτιμων λίθων και έφεραν χρωματιστές λωρίδες, όπως η κατασκευασμένη με βαθυτυπία (intaglio) θεά Αθηνά». Σήμερα, συνεχίζει το ανώτερο στέλεχος του Βρετανικού Μουσείου, «διασώζονται πολλά από αυτά τα πετράδια που κατασκευάστηκαν στην Πομπηία και το Ερκουλάνεουμ. Αρκετά είχαν αγοραστεί από συλλέκτες όπως ο Τσαρλς Τάουνλι, η συλλογή του οποίου περιήλθε στο Βρετανικό Μουσείο στις αρχές του 19ου αιώνα». Στην έκθεση, μάλιστα, παρουσιάζεται και το ξύλινο ερμάριο «που κατασκευάστηκε ειδικά για να φιλοξενήσει 656 αντικείμενα από τη συλλογή του Τάουνλι».

Οπως υπογραμμίζει ο επικεφαλής του Τμήματος Ελληνικών και Ρωμαϊκών Αρχαιοτήτων, «ανάμεσα στα εκθέματα συγκαταλέγονται ορισμένα υψηλής ποιότητας πετράδια, όπως η καμέα του Μπλακάς. Εκτίθενται, όμως, και αντικείμενα που κατασκευάζονταν – από τον 1ο αιώνα π.Χ. και μετά – με την τεχνική της χύτευσης γυαλιού, όπως επίσης και μερικά πλαστά πετράδια ή απομιμήσεις αρχαίων που κατασκευάστηκαν τον 18ο αιώνα. Βλέπετε, τα πετράδια άρεσαν τόσο πολύ στον κόσμο εκείνης της εποχής, ώστε κάποιοι άρχισαν να φτιάχνουν αντίγραφα, ενίοτε με σκοπό να εξαπατήσουν τους ανυποψίαστους αγοραστές».

Οι επισκέπτες της έκθεσης θα μπορέσουν να θαυμάσουν και ένα σχέδιο του Μιχαήλ Αγγελου. Πρόκειται για την εμβληματική σκηνή από τη «Δημιουργία του Αδάμ», τη διάσημη νωπογραφία που κοσμεί την οροφή της Καπέλα Σιστίνα, όπου ο πρωτόπλαστος απεικονίζεται ξαπλωμένος. Τι δουλειά έχει αυτό σε μια έκθεση για πετράδια; Οπως επισημαίνει ο Χάρισον, ο σπουδαίος καλλιτέχνης της Αναγέννησης «εμπνεύστηκε τον Αδάμ του όταν αντίκρισε μια ρωμαϊκή καμέα με παρόμοια απεικόνιση που σήμερα βρίσκεται στη συλλογή του δούκα του Νορθάμπερλαντ».