Ο αείμνηστος Σταύρος Τσακυράκης αναρωτιόταν «από πού και ως πού όλοι οι αγώνες είναι δίκαιοι». Ο ίδιος έδωσε και την απάντηση σε έναν διάλογό του με τον Απόστολο Δοξιάδη (εκδόσεις Μεταίχμιο). Είναι η νοοτροπία που γεννήθηκε στην πρώιμη Μεταπολίτευση καθώς, μετά τη χούντα, οτιδήποτε έφερε τον τίτλο του «λαϊκού» ή του «αγωνιστικού» εθεωρείτο εξ ορισμού νομιμοποιημένο. Κάπως έτσι, ήταν αρκετό να σηκώσεις ένα πανό και να έβρισκες κάποιον να το κρατάει από την άλλη πλευρά. Τότε ο αγώνας σου ήταν δίκαιος, τίμιος και όμορφος. Αυτομάτως, δε, αναγνώριζες στον εαυτό σου το δικαίωμα της εκτροπής, πέρα από τα όρια του νόμου. Και από τη στιγμή που ο αγώνας σου αμφισβητεί το σύστημα, τότε η νομιμότητα καθίσταται μια συνθήκη προς αναίρεση.

Η κατάληψη δημόσιου χώρου, όπως οι πανεπιστημιακές σχολές, είναι μια παράνομη πράξη. Ξεκάθαρα. Ταυτόχρονα, όμως, είναι πολιτικά και εθιμικά νομιμοποιημένη, αναγνωρίζεται ως μέσο πάλης και διαπραγμάτευσης με την εκάστοτε εξουσία. Κάποιος θα πει ότι είναι και το μοναδικό μέσο πίεσης που έχει στα χέρια της μια κοινωνική ομάδα που θεωρεί ότι πλήττεται. Ναι, αλλά είναι και μια καταφυγή που ακυρώνει κάθε έννοια διαλόγου. Οταν οχυρώνεσαι μέσα στο αμφιθέατρο, δεν αφήνεις περιθώρια συζήτησης. Τα πανό σου γράφουν «όλα ή τίποτα». Και τις περισσότερες φορές καταλήγεις στο τίποτα.

Διαχρονικά η ιστορία εξελίσσεται πάντα με τον ίδιο τρόπο. Κανένας δεν κέρδισε κάτι με τις καταλήψεις πανεπιστημιακών σχολών – μην ακούσω τίποτα για το Πολυτεχνείο του ’73 γιατί θα χαλάσουμε τις καρδιές μας. Αντιθέτως, οι καταλήψεις οξύνουν τα συντηρητικά αντανακλαστικά της κοινωνίας. Ο φοιτητής που χάνει την εξεταστική και, κυρίως, οι γονείς του θέλουν να βάλουν οι ίδιοι το κράνος και να μπουν στο σχολή. Και όμως, εδώ και πενήντα χρόνια το σενάριο γράφεται με τις ίδιες λέξεις. Τα παιδιά χρησιμοποιούνται για πολιτική σπέκουλα, η κοινωνική ένταση ανεβαίνει ως τα κόκκινα και εν συνεχεία το θέμα σβήνει με το παχύ στρώμα της ήττας να σκεπάζει τα πάντα, αφήνοντας μόνο τα συνθήματα στους τοίχους.

Στη χώρα του καρκίνου

Για δεκαετίες ο Κάρολος περίμενε να ανέβει στον θρόνο. Ομως ο Μεγάλος Θεριστής στεκόταν μακριά από τη βασιλική κρεβατοκάμαρα. Η βασίλισσα έφυγε πλήρης ημερών και στον θρόνο δεν ανέβηκε μόνο ο διάδοχος, αλλά και ένας ηλικιωμένος άνδρας που βρήκε τον καρκίνο να τον περιμένει σε ένα σκοτεινό διάδρομο των ανακτόρων. Ευτυχώς η πρόγνωση, όπως λένε, είναι καλή. Η είδηση προκάλεσε σοκ στη Βρετανία, όμως δίνει και την ευκαιρία για στοχασμό. Γιατί και ο βασιλιάς Κάρολος βαδίζει τώρα στην αχανή χώρα του καρκίνου, εκεί όπου όλοι είναι ίσοι μπροστά στον φόβο και στην αγωνία που αισθάνονται. Ναι, βεβαίως και υπάρχουν, ακόμα και εκεί, διακρίσεις. Αλλη περίθαλψη θα έχει ο βασιλιάς και άλλη ο άνθρωπος που περιμένει στον Αγιο Σάββα. Ομως βαθιά μέσα τους και οι δύο είναι ίσοι και ίδιοι. Και καταλαβαίνουν καλά ο ένας τον άλλον.

Εκδήλωση χωρίς λόγο

O Διονύσης Τεμπονέρας του ΣΥΡΙΖΑ, η Εφη Αχτσιόγλου της Νέας Αριστεράς και ο Μανώλης Χριστοδουλάκης του ΠΑΣΟΚ προετοιμάζουν κοινή εκδήλωση υπό τον τίτλο «Απέναντι στον Κυριάκο Μητσοτάκη, ποιος; Μια πειστική απάντηση των προοδευτικών δυνάμεων». Δεν ξέρουμε, βέβαια, αν τελικώς η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί καθώς υπάρχει δυσφορία στα κομματικά επιτελεία. Και μεταξύ μας, καλύτερα να μείνει στα σχέδια. Για δύο λόγους.

Πρώτον επειδή ο τίτλος δηλώνει ετεροπροσδιορισμό. Δηλαδή όλα ξεκινούν και τελειώνουν στον Μητσοτάκη. Και δεύτερον, επειδή όταν θέτεις το ερώτημα θα πρέπει να δώσεις και σαφή απάντηση. Να περιγράψεις ένα πρόσωπο. Αν βγεις και πεις ότι με συσπείρωση των δημοκρατικών δυνάμεων και ένα πλατιά προοδευτικό πρόγραμμα μπορούν να δημιουργηθούν συνθήκες πολιτικής ανατροπής, τότε η σεμνή εκδήλωση θα πνιγεί μέσα στα χασμουρητά. Για να το θέσω αλλιώς, το θέμα της εκδήλωσης είναι μια χαρά για κουβέντα στην ταβέρνα.