Προεδρικές εκλογές διεξάγονται στην Αίγυπτο από την Κυριακή μέχρι την Τρίτη. Τα αποτελέσματα θα ανακοινωθούν στις 18 Δεκεμβρίου.

Νικητής θα είναι ο απερχόμενος πρόεδρος της χώρας, Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι.

Επ’ αυτού δεν υπάρχει αμφιβολία, και ας έχει επισήμως απέναντί του τρεις (εγκεκριμένους) αντιπάλους, τους οποίους δεν έχει καν νόημα να κατονομάσουμε.

Απομένει μόνο να φανεί αν το ποσοστό του θα είναι εφάμιλλο του 97% που είχε αποσπάσει στις προεδρικές εκλογές του 2014, έναν χρόνο αφότου εκδίωξε με στρατιωτικό πραξικόπημα τον ισλαμιστή Μοχάμεντ Μόρσι, καθώς και στις προεδρικές εκλογές του 2018.

Αν και μεγαλύτερη σημασία θα έχει η συμμετοχή, που ήταν μόλις 47% το 2014 και 41% το 2018. «Αν οι εκλογές ήταν ανταγωνιστικές», λέει στην Deutsche Welle ο Τίμοθι Κάλντας, υποδιευθυντής του Ινστιτούτου Ταχρίρ για τη Μεσανατολική Πολιτική, ενός think-tank με έδρα την Ουάσιγκτον, «ο Αλ Σίσι θα ήταν εξαιρετικά ευάλωτος.

Η λαϊκή δυσφορία απέναντι στην ηγεσία, η κατάσταση της οικονομίας και το βιοτικό επίπεδο των περισσότερων Αιγύπτιων έχουν χειροτερέψει σημαντικά».

Οι εκλογές δεν είναι ανταγωνιστικές όμως, και η προσοχή των περισσότερων Αιγυπτίων είναι στραμμένη στη Γάζα.

Από όταν ανακοίνωσε την υποψηφιότητά του, στις 2 Οκτωβρίου, ο Αλ Σίσι δεν έχει κάνει καμία προεκλογική συγκέντρωση, δεν έχει συμμετάσχει σε κανένα ντιμπέιτ ή τηλεοπτική συνέντευξη.

Εχει παραμείνει σιωπηλός στα θέματα εσωτερικής πολιτικής, χωρίς καν να παρουσιάσει το πρόγραμμά του για τα έξι επόμενα χρόνια – το 2019 άλλαξε το Σύνταγμα, επιτρέποντας στον απερχόμενο πρόεδρο να διεκδικήσει και τρίτη θητεία και αυξάνοντας τη διάρκειά της σε έξι χρόνια.

Τη μοναδική δημόσια ομιλία του την έκανε στις 23 Νοεμβρίου, στη διάρκεια μιας εκδήλωσης στο στάδιο του Καΐρου με τίτλο «Ζήτω η Αίγυπτος, λαϊκή απάντηση σε αλληλεγγύη προς την Παλαιστίνη».

Από την αρχή του πολέμου Ισραήλ-Χαμάς, ο Αλ Σίσι στιλβώνει το διεθνές προφίλ του, ως ανυπέρβλητος εταίρος στις διαπραγματεύσεις για την απελευθέρωση ομήρων, στην οργάνωση της ανθρωπιστικής απάντησης στη Γάζα, στην απομάκρυνση ξένων υπηκόων μέσω της Ράφα.

Το καθεστώς του ισορροπεί ανάμεσα σε μια αυστηρή ρητορική έναντι του Ισραήλ, ώστε να μη θεωρηθεί συνένοχο στον παλαιστινιακό πόνο, και τη διατήρηση της στρατηγικής του συμμαχίας με το ισραηλινό κράτος.

H Αίγυπτος είναι βυθισμένη σε οικονομική κρίση εδώ και χρόνια, και ο πόλεμος στην Ουκρανία χειροτέρεψε την κατάσταση σε αυτόν τον εισαγωγέα σιταριού: οι τιμές των τροφίμων έχουν αυξηθεί κατά 72% τον τελευταίο χρόνο.

Ο πληθωρισμός πλησιάζει το 40%, η αιγυπτιακή λίρα έχει χάσει ένα 50% της αξίας της έναντι του δολαρίου.

«Αν το κόστος της προόδου και της ευημερίας είναι η πείνα και η δίψα, τότε ας μην τρώμε και ας μην πίνουμε» είχε διακηρύξει λίγο πριν ανακοινώσει την υποψηφιότητά του ο Αλ Σίσι, προκαλώντας κύμα κριτικής στα social media και μερικές διαδηλώσεις στα βορειοδυτικά που κατεστάλησαν γρήγορα.

Η κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων γίνεται, βασικά, όλο και χειρότερη. Υπολογίζεται ότι 65.000-70.000 πολιτικοί κρατούμενοι κρατούνται ως προφυλακισμένοι ή έπειτα από μη δίκαιες δίκες στις αιγυπτιακές φυλακές.

Οι εκλογές έπρεπε κανονικά να γίνουν την άνοιξη του 2024.

Επισπεύστηκαν χωρίς εξήγηση, αφήνοντας πολλούς Αιγύπτιους να εικάζουν πως ο Αλ Σίσι ήθελε να ενισχύσει τη θέση του προτού προχωρήσει σε περισσότερη υποτίμηση του νομίσματος και μέτρα λιτότητας, τα οποία καθυστερεί από καιρό παρά τις υποσχέσεις του στο ΔΝΤ και σε άλλους διεθνείς πιστωτές.

Ο πόλεμος στη Γάζα απειλεί με περαιτέρω χτυπήματα την οικονομία. Από την άλλη πλευρά, ο Αλ Σίσι πιθανότατα ελπίζει ότι θα του προσφέρει έναν πολύτιμο μοχλό πίεσης έναντι των κυβερνήσεων της Δύσης και του Κόλπου, καθώς και των διεθνών πιστωτών.