Η πρόσφατη σοκαριστική νίκη του ακροδεξιού Κόμματος του Λαού για Ελευθερία και Δημοκρατία στις ολλανδικές εκλογές ήταν η πιο πρόσφατη από ένα κρεσέντο νικών ακροδεξιών δυνάμεων σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Φαίνεται, όμως ότι οι κυρώσεις στη Ρωσία παίζουν τον ρόλο τους, σύμφωνα με Αμερικανούς διπλωμάτες.

Σίγουρα, ο ενεργειακός πληθωρισμός που προήλθε από τον πόλεμο της Ουκρανίας και τις κυρώσεις κατά του ρωσικού πετρελαίου φαίνεται να ήταν ένας σημαντικός παράγοντας στη νίκη του Βίλντερς. Μιλώντας aljazeera ο Γιώργος Τζογόπουλος Λέκτορας στο Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο στη Νίκαια, ανέφερε ότι «ο [Βίλντερς συνδύασε αυτήν την [αντιμεταναστευτική] πολιτική στρατηγική απευθύνοντας επίσης έκκληση στους ψηφοφόρους που ήταν απογοητευμένοι λόγω του αυξανόμενου κόστους και των υψηλών τιμών», είπε ο Τζογόπουλος. «Με αυτόν τον τρόπο, επέκρινε τη στρατιωτική υποστήριξη που παρείχε η Ολλανδία στην Ουκρανία, αν και καταδίκασε τη ρωσική εισβολή».

Πράγματι, οι ευρωπαϊκές ακροδεξιές πολιτικές δυνάμεις έχουν φτάσει σε επίπεδα ρεκόρ λίγους μήνες πριν από τις ευρωεκλογές, σύμφωνα με νέα δημοσκόπηση της Europe Elects και φέρνει στο φως το Euractiv.

Για πολλούς ειδικούς τα αρνητικά αποτελέσματα ήταν αναμενόμενα.

Αν ζούσε το 2022 ο οικονομολόγος Τζων Μέυναρντ Κέυνς, θα μπορούσε κάλλιστα να είχε γράψει το βιβλίο «Οι οικονομικές συνέπειες του πολέμου», προβλέποντας με ποιόν τρόπο οι οικονομικές κυρώσεις στη Ρωσία θα ανέτρεπαν τη πολιτική τάξη της Ευρώπης.

Αυτό πιστεύουν ο πρώην πρέσβης των ΗΠΑ στη Σαουδική Αραβία David H. Rundell και o πρώην πολιτικός σύμβουλος της Κεντρικής Διοίκησης των ΗΠΑ Michael Gfoeller.

Ήδη από τον Σεπτέμβριο, με παρέμβασή τους στο Newsweek, οι δύο ανώτεροι διπλωματικοί αξιωματούχοι των ΗΠΑ εκτιμούν πως η στάση της Ευρώπης έναντι της Ρωσίας μετά την εισβολή στην Ουκρανία, προκάλεσε μια σειρά εξελίξεων που επηρέασαν καταλυτικά τα ευρωπαϊκά κράτη.

«Με την επιβολή οικονομικών κυρώσεων στη Ρωσία, η Ευρώπη κατέστρεψε τη δική της πρόσβαση σε φθηνά τρόφιμα και ενέργεια» δεδομένου ότι «το αυξημένο ενεργειακό κόστος επιβραδύνει κάθε πτυχή της οικονομικής ανάπτυξης» ενώ «το αυξανόμενο κόστος των τροφίμων λειτουργεί σαν μια οπισθοδρομική αύξηση του φόρου» αναφέρουν.

Ωστόσο, για τους δύο Αμερικανούς ειδικούς «δεν χρειαζόταν κανείς τον Τζων Μέυναρντ Κέυνς για να προβλέψει ότι ως αποτέλεσμα των κυρώσεων, οι τιμές της Ευρώπης θα ανέβαιναν και η οικονομική ανάπτυξη θα σταματούσε».

Ενέργεια και τρόφιμα σε άνοδο

Μεταξύ Φεβρουαρίου και Μαΐου του 2022, η τιμή του πετρελαίου αυξήθηκε από 75 δολ. σε 125 δολ. το βαρέλι, επισημαίνουν, ενώ την ίδια περίοδο οι τιμές του σιταριού στη Γερμανία αυξήθηκαν από 350 δολ. σε 530 δολ./τόνο. Η Γερμανία είχε εισαγάγει το ήμισυ του φυσικού της αερίου από τη Ρωσία. Σύμφωνα με το Κέντρο Παγκόσμιας Ενεργειακής Πολιτικής (Πανεπιστήμιο Κολούμπια), πέρυσι το κόστος θέρμανσης της μέσης γερμανικής μονοκατοικίας αυξήθηκε από 1.500 δολ. σε 5.250 δολ.

«Ως αποτέλεσμα, η γερμανική κυβέρνηση εκμεταλλεύτηκε το Προσωρινό Πλαίσιο Κρίσης της ΕΕ για να παράσχει ένα πακέτο 200 δισ. δολ., το οποίο τελικά κόστισε στους Γερμανούς φορολογούμενους περισσότερο από όλο τον στρατιωτικό εξοπλισμό που έχουν στείλει οι ΗΠΑ στην Ουκρανία».

Ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι απευθύνεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τον Φεβρουάριο του 2023 (© European Union 2023 – EP)

Ενώ η τιμή σε ορισμένα εμπορεύματα έκτοτε μειώθηκε, ωστόσο όπως λένε, το γεγονός παραμένει ότι τα συνολικά επίπεδα παραμένουν σημαντικά υψηλότερα από ό,τι πριν από τον πόλεμο.

«Το 2022, ο ετήσιος ρυθμός πληθωρισμού της Ευρωζώνης αυξήθηκε σε πάνω από 10% και παρόλο που ο ρυθμός με τον οποίο ανεβαίνουν οι τιμές έχει πλέον σταθεροποιηθεί σε προπολεμικά επίπεδα, το συνολικό επίπεδο τιμών στην Ευρώπη παραμένει πολύ υψηλότερο από ό,τι πριν από δύο χρόνια».

Επιπλέον, ο μέσος ρυθμός πληθωρισμού της Ευρωζώνης συγκαλύπτει το γεγονός ότι σε μέρη όπως η Πολωνία και η Ουγγαρία ο πληθωρισμός έφτασε 10 και 17% αντίστοιχα.

Εν τω μεταξύ, η αύξηση του ΑΕΠ της Ευρωζώνης συνεχίζει να καταρρέει από 5,3% το 2021 σε 3,5% το 2022 και το ΔΝΤ προέβλεψε ποσοστό μικρότερο του 1,0% φέτος. Και πάλι, αυτός ο συνολικός αριθμός κρύβει το γεγονός ότι ορισμένες χώρες όπως η Γερμανία, η Πολωνία και η Ουγγαρία δεν θα δουν καμία οικονομική ανάπτυξη το 2023.

«Το ποσοστό ανεργίας στην Ευρώπη παραμένει σχεδόν διπλάσιο από αυτό των ΗΠΑ, ενώ οι ευρωπαϊκοί μισθοί, η παραγωγικότητα και οι ώρες εργασίας παραμένουν στα επίπεδα πριν την πανδημία ή πιο κάτω».

Πράγματι, η οικονομία της Ευρωζώνης κινδυνεύει να βρεθεί σε ύφεση το 2023 καθώς τα στοιχεία που δημοσίευσε η Eurostat έδειξαν ότι η ανάπτυξη συρρικνώθηκε ελαφρά κατά το τρίτο οικονομικό τρίμηνο. Το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν στις 20 χώρες που χρησιμοποιούν το ευρώ αυξήθηκε κατά μόλις 0,1% το τρίμηνο Ιουλίου-Σεπτεμβρίου σε σύγκριση με τους τρεις προηγούμενους μήνες.

Το τεράστιο κύμα Ουκρανών προσφύγων

Οι δύο διπλωμάτες εκτιμούν επίσης ότι οι οικονομικές δυσκολίες της ΕΕ επιδεινώθηκαν από ένα τεράστιο κύμα Ουκρανών προσφύγων που έχει επιβαρύνει τις δημόσιες υπηρεσίες και τους κρατικούς προϋπολογισμούς σε ολόκληρη την ΕΕ.

Από τα 8 εκατ. οι περισσότεροι έχουν πάει στην Πολωνία, τη Ρωσία και τη Γερμανία. Ωστόσο, όλα τα κράτη της ΕΕ επηρεάστηκαν επειδή για πρώτη φορά η ΕΕ εφάρμοσε μια οδηγία για προσωρινή προστασία (TPD).

Αυτό επέτρεψε στους Ουκρανούς να εισέλθουν χωρίς επίσημες διαδικασίες ασύλου, κάτι που δεν είχε γίνει ποτέ για πρόσφυγες από την Αφρική και τη Μέση Ανατολή.

Το TPD εγγυήθηκε στους Ουκρανούς πρόσφυγες παροχές διαμονής, στέγασης, εκπαίδευσης, απασχόλησης, ιατρικών και κοινωνικών υπηρεσιών. Οι εντάσεις αυξήθηκαν καθώς τα σχολεία και τα νοσοκομεία συνωστίστηκαν και οι πολίτες αντιλήφθηκαν ότι οι πρόσφυγες έλαβαν προνομιακή μεταχείριση.

Αυτά τα οικονομικά προβλήματα είχαν πολύ σημαντικές πολιτικές συνέπειες, με περισσότερο από το 1/3 των κυβερνήσεων της ΕΕ να πέφτουν, λένε οι Αμερικανοί αξιωματούχοι, σημειώνοντας όμως ότι θα ήταν ανακριβές να αποδοθούν όλα αυτά αποκλειστικά στον πόλεμο στην Ουκρανία.

«Σε πολλές περιπτώσεις, τα τοπικά ζητήματα έπαιξαν σημαντικό ρόλο. Ωστόσο, θα ήταν εξίσου παραπλανητικό να αγνοηθεί το γεγονός ότι η οικονομική δυσπραγία δημιούργησε μια ατμόσφαιρα θυμού και ανησυχίας που συνέβαλε στην πολιτική αλλαγή» σημειώνουν.

Μπαράζ αλλαγών σε ευρωπαϊκές χώρες

Έτσι, οι Rundell και Gfoeller καταγράφουν κάποιες από αυτές τις αλλαγές:

  1. Στην Ιταλία, πρωθυπουργός έγινε η Giorgia Meloni, μια συντηρητική που επικρίνει ανοιχτά τις πολιτικές της ΕΕ για τους πρόσφυγες.
  2. Στη Σουηδία, το κυβερνών Σοσιαλιστικό Κόμμα ηττήθηκε από έναν συνασπισμό συντηρητικών κομμάτων.
  3. Η πρωθυπουργός της Φινλανδίας Sanna Marin καθαιρέθηκε μετά την ήττα του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματός της στις βουλευτικές εκλογές από δύο συντηρητικά κόμματα.
  4. Ο Ισπανός πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ προκήρυξε πρόωρες βουλευτικές εκλογές αφού το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα ηττήθηκαν κατά κράτος στις τοπικές εκλογές. Το συντηρητικό Λαϊκό Κόμμα κέρδισε στις πρόωρες εκλογές, εξασφαλίζοντας 136 έδρες στο ισπανικό κοινοβούλιο των 350 εδρών.
  5. Η κυβέρνηση της Μολδαβίας έπεσε τον Φεβρουάριο του 2023.
  6. Ο Ρουμάνος πρωθυπουργός Nicolae Ciucă παραιτήθηκε τον Ιούνιο του 2023, μαζί με ολόκληρο το υπουργικό του συμβούλιο.
  7. Η Βουλγαρία βρισκόταν σε κατάσταση χρόνιας πολιτικής αστάθειας το 2022 και το 2023 και διεξήγαγε τις πέμπτες πρόωρες κοινοβουλευτικές εκλογές μέσα σε δύο χρόνια τον περασμένο Απρίλιο.
  8. Πρόσφατα αναδείχτηκε νικητής στις Ολλανδικές εκλογές το ακροδεξιό Κόμμα του Λαού για Ελευθερία και Δημοκρατία

Ασταθείς κυβερνήσεις

Για τους David Rundell και Michael Gfoeller όμως το πιο δυσοίωνο είναι ότι οι κυβερνήσεις των ισχυρότερων ευρωπαϊκών οικονομιών είναι ολοένα και πιο ασταθείς.

Στη Γαλλία, η οικονομική ανάπτυξη μειώθηκε από 7% το 2021 σε 2,5% πέρυσι και προβλέπεται να είναι μόνο 0,8% για το 2023.

Οι απογοητεύσεις αυξάνονται και πρόσφατες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η Μαρίν Λεπέν, θα νικούσε τον Εμανουέλ Μακρόν, αν γίνονταν σήμερα προεδρικές εκλογές.

Η Μεγάλη Βρετανία άλλαξε τρεις πρωθυπουργούς από τότε που ξεκίνησε ο πόλεμος στην Ουκρανία και λίγοι αναμένουν ότι η σθεναρά φιλοπολεμική κυβέρνησή της θα παραμείνει στην εξουσία μετά τις επόμενες γενικές εκλογές.

Στη Γερμανία, το άλλοτε περιθωριακό κόμμα της δεξιάς αντιπολίτευσης «Εναλλακτική για τη Γερμανία» είναι τώρα το δεύτερο μεγαλύτερο κόμμα στη χώρα και βρίσκεται μπροστά από το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα του καγκελαρίου Όλαφ Σολτς.

Διαισθανόμενη αυτούς τους μεταβαλλόμενους ανέμους, η γερμανική κυβέρνηση φαίνεται απίθανο να αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες στον στόχο του ΝΑΤΟ του 2% του ΑΕΠ το 2024.

Επίσης, το αποτέλεσμα διαρκείας της σύγκρουσης ΝΑΤΟ-Ρωσίας μπορεί κάλλιστα να είναι η άνοδος συντηρητικών, εθνικιστικών-λαϊκιστικών κυβερνήσεων σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης, λένε οι Αμερικανοί.

Όλες αυτές οι ζοφερές εξελίξεις στην Ευρώπη έχουν έναν κοινό παρανομαστή για τους Rundell και Gfoeller: «Όλα αυτά τα κράτη δυσκολεύονται οικονομικά λόγω των κυρώσεων που επιβλήθηκαν στη Ρωσία. Αυτές οι κυρώσεις ήταν εντυπωσιακά αναποτελεσματικές».

Με τη πιθανότητα επίτευξης της ειρήνης δίχως ουκρανικές παραχωρήσεις οι δύο Αμερικανοί εμπειρογνώμονες εκτιμούν πως «μόλις οι Ευρωπαίοι ψηφοφόροι αντιληφθούν ότι οι οικονομικές τους θυσίες ήταν μάταιες, αναμένουμε να πέσουν περισσότερες κυβερνήσεις».