Την πρόθεσή του να διεκδικήσει την πρωθυπουργία της Ολλανδίας εξέφρασε ο ακροδεξιός εθνικιστής Γκέερτ Βίλντερς, μετά την επικράτησή του στις πρόωρες βουλευτικές εκλογές της Τετάρτης. Επικράτηση η οποία λαμβάνει διαστάσεις θριάμβου (για τα δεδομένα της συγκεκριμένης χώρας, φυσικά), καθώς το Κόμμα Ελευθερίας (PVV) συγκέντρωσε τελικώς ποσοστό 23,5% και 37 έδρες σε σύνολο 150, αριθμό υπερδιπλάσιο σε σύγκριση με το 2019. Διασφάλισε, έτσι, μεγάλη διαφορά τόσο από το μέχρι σήμερα κυβερνών Λαϊκό Κόμμα για την Ελευθερία και τη Δημοκρατία (VVD) όσο και από τον συνασπισμό Εργατικών και Πρασίνων, που έλαβαν 24 και 25 έδρες αντιστοίχως.

Στις δηλώσεις που έκανε ο Βίλντερς τάχθηκε υπέρ της διεξαγωγής ενός δημοψηφίσματος για την παραμονή ή όχι της Ολλανδίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση, αν και δεν το έθεσε στις βασικές του προτεραιότητες. Αντιθέτως, ξεκαθάρισε πως «το πρώτο πράγμα θα είναι ο σημαντικός περιορισμός στο άσυλο και στη μετανάστευση», κάτι που αναμένεται μάλιστα να απαιτήσει από τώρα, χωρίς να περιμένει την έκβαση των διαπραγματεύσεων για τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης, οι οποίες πιθανότατα να αποδειχθούν μακρόχρονες και περίπλοκες.

Ασος στο μανίκι

Το Μεταναστευτικό άλλωστε – όπως συμβαίνει και με την υπόλοιπη ευρωπαϊκή Ακροδεξιά – μοιάζει να ήταν ο άσος στο μανίκι του που του επέτρεψε να πάρει αυτή την παρτίδα. Οπως χαρακτηριστικά δήλωσε ο εκπρόσωπος του επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος Μάνφρεντ Βέμπερ, ενώ το θέμα της μετανάστευσης «υποτιμήθηκε από την Αριστερά», το λάθος του VVD δεν ήταν ότι το ανέδειξε, αλλά ότι «νομιμοποίησε εξαρχής τον Βίλντερς» και του επέτρεψε να κυριαρχήσει. «Η Ολλανδία υποτίμησε την Ακροδεξιά και η νίκη του Βίλντερς είναι η συνέπεια» σχολίασε από την πλευρά του στην «Guardian» ο πολιτικός επιστήμονας Κας Μούντε, τονίζοντας πως η απόφαση του Ρούτε να παραιτηθεί και να διαλύσει την κυβέρνησή του επικαλούμενος το Προσφυγικό-Μεταναστευτικό προκάλεσε έναν «πολιτικό σεισμό» στην Ολλανδία.

Αναμφίβολα, πλέον, ο Βίλντερς έχει τον πρώτο λόγο για να ηγηθεί του νέου συνασπισμού, δύσκολα ωστόσο θα βρει πρόθυμους να συνεργαστούν μαζί του σε κυβερνητικό επίπεδο. Μέχρι στιγμής, θετικά έχει εκφραστεί απέναντι σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο μόνο η Καρολίν βαν ντερ Πλας, επικεφαλής του Κινήματος Αγροτών-Πολιτών, το οποίο θα έχει 7 έδρες στη νέα Βουλή – ενώ ελέγχει και τις 16 από τις 75 της Γερουσίας. Ανάλογη στάση αναμένεται πως θα τηρήσει και ο Τιερί Μποντέτ, του επίσης ακροδεξιού Φόρουμ για την Ελευθερία, που συγκέντρωσε 3 έδρες.

Χρειάζεται πολλούς συμμάχους

Ακόμη κι έτσι, ο Βίλντερς πρέπει να βρει άλλους 29 τουλάχιστον βουλευτές, κάτι που σημαίνει πως θα χρειαστεί περισσότερους από έναν συμμάχους. Ενα από τα σενάρια που διατυπώνονται ήδη αφορά τη συνεργασία του με το VVD του Μαρκ Ρούτε και της Ντιλάν Γεσιλγκιόζ (που έτσι κι αλλιώς έχει υιοθετήσει σκληρές θέσεις για το Μεταναστευτικό) και με το ηλικίας μόλις τριών μηνών Νέο Κοινωνικό Συμβόλαιο του Πίτερ Ομτσιγκτ (NSC) που κινείται στον χώρο της Κεντροδεξιάς και με τις 20 έδρες του αποκτά αντικειμενικά ρόλο ρυθμιστή των εξελίξεων.

Οι ηγέτες αμφοτέρων, ωστόσο, έχουν εμφανιστεί εξαιρετικά επιφυλακτικοί, έως και αρνητικοί, σε σχέση με το σενάριο συνεργασίας τους με την Ακροδεξιά.

Αυτός είναι και ο λόγος που ο Βίλντερς προσπάθησε να χαμηλώσει τους τόνους και να δημιουργήσει έδαφος συνεννόησης ήδη από το βράδυ της Τετάρτης.

«Δεν πρόκειται να συζητήσουμε για τα τζαμιά, το Κοράνι και τα ισλαμικά σχολεία» είπε χαρακτηριστικά – την ώρα που οι εκπρόσωποι της μουσουλμανικής κοινότητας της Ολλανδίας εμφανίζονταν ιδιαιτέρως ανήσυχοι. «Το εκλογικό του πρόγραμμα υπήρξε όσο ακραίο ήταν πάντα. Ομως, η προσέγγιση και το στυλ του ήταν διαφορετικά. Δήλωσε ότι το Ισλάμ δεν αποτελεί πλέον τη βασική του προτεραιότητα, ότι υπάρχουν άλλα θέματα που είναι πιο σημαντικά» διαπίστωσε ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Αμστερνταμ, Ματέις Ρόουνταϊν.

Ξεκινούν οι συνομιλίες

Σε κάθε περίπτωση, οι διερευνητικές συνομιλίες ξεκινούν από σήμερα, με το κοινοβούλιο να καλείται μέσα στην επόμενη εβδομάδα να ορίσει έναν «διαμεσολαβητή» που θα βρίσκεται σε διαρκή επαφή με όλα τα κόμματα, έως ότου διαπιστώσει πως υπάρχει μια βιώσιμη πρόταση για κυβέρνηση. «Το καθοριστικό είναι ποιος θα είναι σε θέση να σχηματίσει κυβέρνηση» σημειώνει η γερμανική Handelsblatt, για να προσθέσει: «Η διαδικασία αυτή στην Ολλανδία διαρκούσε τα προηγούμενα χρόνια αρκετούς μήνες. Για τον Βίλντερς δε τα πράγματα θα είναι ιδιαιτέρως δύσκολα, καθώς μέχρι σήμερα τον απέφευγαν τα υπόλοιπα κόμματα».