Οι C for Circus παρουσιάζουν το έργο «Και ἐφύτευσεν ὁ Θεός παράδεισον» σε κείμενο και σκηνοθεσία της Βαλέριας Δημητριάδου στο Σύγχρονο Θέατρο κάθε Δευτέρα και Τρίτη.

Για πρώτη φορά στα δεκαπέντε χρόνια της συμπόρευσής τους, οι C for Circus (παρέα με νέους και παλαιότερους συνεργάτες), καταπιάνονται με ένα πρωτότυπο θεατρικό έργο, γραμμένο από μέλος της ομάδας.

Το έργο πραγματεύεται ένα τρομακτικά επίκαιρο θέμα, μία από τις ισχυρότερες μορφές έμφυλης βίας, το sex trafficking. Υπερεξουσία ανθρώπων στις ζωές άλλων με μόνο κίνητρο το κέρδος, σωματική και ψυχολογική βία, κυκλώματα, οργανωμένο έγκλημα που επεκτείνει διαρκώς τη δράση του και ζωές που χάνονται, είτε κυριολεκτικά, είτε μεταφορικά – με το να ζουν υπό τη σκιά και τον φόβο του θύτη.

Έντεκα ρόλοι, έντεκα ηθοποιοί, λειτουργώντας σαν ένα σώμα και καταθέτοντας ο καθένας από την σκοπιά του το δικό του κομμάτι, συνθέτουν σταδιακά το παζλ της ιστορίας, ενώ ταυτόχρονα ενισχύουν τη δράση με τη μουσική που παίζουν ζωντανά επί σκηνής.

Οι συντελεστές της παράστασης μιλούν στα «Νέα» για τον ρόλο τους και τη σκηνή που ξεχωρίζουν από το έργο.

Αθηνά Αλεξοπούλου: «Υποδύομαι την Αντίρα, υπεύθυνη του Παραδείσου. Μια γυναίκα σκληρή, κυνική, επικίνδυνη, άγρια, μόνη. Αγαπώ ιδιαίτερα τις σκηνές-στιγμές αφήγησης που η Αντίρα αφήνει να φανεί μια πιο ανθρώπινη πλευρά της. Πίσω από τον τρόπο που έχει επιλέξει να υπάρχει για να επιβιώνει, είμαι σίγουρη πια ότι υπάρχει πολύς φόβος και πόνος».

Βαγγέλης Αμπατζής: «Ο ρόλος μου είναι αυτός του Φέλιξ. Είναι ο αδερφός της Χλόης. Γύρω από αυτήν την κοπέλα ξεδιπλώνεται ολόκληρη η ιστορία.

Γύρω από αυτή την κοπέλα και τη μητέρα του ξεδιπλώνεται και η ζωή του Φέλιξ. Άρρηκτα συνδεδεμένη με τις δύο γυναίκες.

Από τις σκηνές αυτού του χαρακτήρα ξεχωρίζω ιδιαίτερα μια στιγμή ρουτίνας του Φέλιξ με τη μητέρα του. Εκείνη διαβάζει δυνατά το αγαπημένο του εδάφιο της Βίβλου, εκείνος την ακούει ευτυχισμένος ώσπου χτυπάει το τηλέφωνο. Εάν είχαν καταφέρει να το σηκώσουν, τα πράγματα θα ήταν αρκετά διαφορετικά για την ιστορία μας. Με συγκινούν οι σκηνές που φαινομενικά δε συμβαίνει τίποτα ενώ την ίδια στιγμή συντελούνται γεγονότα ακραία καθοριστικά για τις ζωές των ανθρώπων. Για εκείνους χωρίς εκείνους».

Παναγιώτης Γαβρέλας: «Εγώ παίζω τον Πίτερ. Ο Πίτερ ειναι ένας νεαρός άντρας ο οποίος γνωρίζεται με την Χλόη και κάνουν σχέση. Την βοηθάει να ξεπεράσει τις αντιστάσεις της και να κάνει το βήμα που πάντα φοβόταν για να βοηθήσει οικονομικά την οικογένεια της και να ορθοποδήσει ο κινηματογράφος τους που καταρρέει. Απρόβλεπτα γεγονότα όμως αλλάζουν ολοκληρωτικά την κατάσταση.

Η αγαπημένη μου σκηνή είναι μια που δεν παίζω. Είναι η σκηνή όπου η Χλόη είναι πλέον σε ομηρία από το κύκλωμα και αναγκάζεται να τηλεφωνήσει στην μητέρα της για να την καθησυχάσει και να την παραπλανήσει ότι όλα είναι καλά και περνάει εξαιρετικά στην καινούργια της δουλειά. Είναι μια πάρα πολύ συγκινητική σκηνή γιατί υπάρχει όλη αυτή η ανάγκη της Χλόης να μοιραστεί την αλήθεια της αλλά ταυτόχρονα πρέπει να φανεί ειλικρινά χαρούμενη ώστε η μητέρα της να μην καταλάβει τίποτα. Αυτή η υπέρβασή της είναι πραγματικά σπαρακτική».

Κωνσταντίνος Κάππας: «Ο ρόλος μου είναι ο διοικητής της αστυνομίας. Πάντα υπάρχουν αστυνομικοί σ’ αυτές τις όμορφες ιστορίες και συνήθως παίζουν καταλυτικό ρόλο. Είναι οικογενειάρχης καλός άνθρωπος με δυο παιδιά που προσπαθεί να κάνει την δουλειά του όσο καλύτερα μπορεί-πάντα κατά την προσωπική του άποψη… Η αγαπημένη μου σκηνή είναι η τελευταία που προσπαθώ να προστατέψω ένα κορίτσι και να επανέλθουν τα πράγματα σε μια “κανονικότητα”. Η αγαπημένη μου ατάκα είναι: “Δεν έχεις κανέναν λόγο να φοβάσαι. Κανέναν. Κοίτα πού βρίσκεσαι. Στην αστυνομία”».

Μαρία Κατσανδρή: «Είμαι η μητέρα της Χλόης και του Φέλιξ. Έχω έναν κινηματογράφο που δεν πάει καλά. Μία από τις αγαπημένες σκηνές είναι με τον Φέλιξ, που διαβάζουμε τη Βίβλο.

Υπάρχει μια γαλήνη, μια ησυχία, μια γλύκα σ’ αυτήν τη σκηνή. Και η σχέση γιού, αυτού του γιου και αυτής της μάνας».

Χρύσα Κοτταράκου: «Η Ρουθ ξεκινά ως μια νεαρή και αφελής κοπέλα, που περνάει τον περισσότερο καιρό της είτε με την καλύτερή της φίλη, τη Χλόη, είτε με το να ασχολείται με αγόρια. Η Χλόη είναι πολύ κλειστή και λιγομίλητη, ενώ η Ρουθ πολύ κοινωνική και φλύαρη. Όταν χωρίζεται από τη Χλόη, η ζωή της όπως την ξέρει διαταράσσεται εντελώς. Οι προσπάθειές της να την βρει, την οδηγούν σε έναν κόσμο πολύ πιο σκοτεινό απ’ όσο μπορούσε ποτέ να φανταστεί. Ζουν μαζί μια περιπέτεια, που μέχρι το τέλος του έργου θα την έχει ενηλικιώσει με τη βία. Αν  μπορούμε να πούμε ότι  στο έργο αυτό υπάρχει μια φωτεινή και μια σκοτεινή περιοχή, η Ρουθ είναι από τους χαρακτήρες που κινούνται σχεδόν ελεύθερα από τη μία στην άλλη.

Αγαπημένη σκηνή είναι αυτή που τα δύο κορίτσια ξανασυναντιούνται, αφού έχουν χωριστεί για κάποιους μήνες και καμία από τις δύο δεν είναι όπως πριν. Νιώθω ότι καταφέραμε να χωρέσουμε πολλές σκοτεινές και φωτεινές αποχρώσεις ταυτόχρονα σε αυτήν την συνάντηση, κάνοντάς την πολύ πυκνή και πολύ ανθρώπινη».

Νικόλας Παπαδομιχελάκης: «Είμαι ο Άνταμ, ένας εσωστρεφής, καλός αλλά και ευκολόπιστος χαρακτήρας. Τον γνωρίζουμε σε μια περίοδο που αλλάζει περιστασιακές δουλειές, ώσπου σε ένα περίεργο πάρτυ γνωρίζει την ηρωίδα της ιστορίας μας και την ερωτεύεται. Η αγαπημένη μου σκηνή είναι αυτή της πρώτης τους συνάντησης μετά το πάρτυ. Τον βλέπουμε να βρίσκεται σε αυτήν την τρομερά άβολη κατάσταση, που θέλει πολύ ένα κορίτσι αλλά ταυτόχρονα γνωρίζει ότι δεν μπορεί να την έχει. Μου είναι πολύ γνώριμη και στην πραγματικότητα αυτή η εσωτερική σύγκρουση, και παρ’ ότι δεν είναι ποτέ ευχάριστη, με τοποθετεί σε ένα οριακό σημείο μεταξύ τραγικότητας και κωμικότητας. Σ’ αυτό το οριακό σημείο γεννιέται, για ‘μένα, η λογοτεχνία, και αυτό είναι επίσης το σημείο που βρίσκω τη σύνδεση με το ρόλο μου».

Μαρία Προϊστάκη: «Εγώ υποδύομαι τη Φοίβη. Είναι μια κοπέλα που είναι ήδη έξι χρόνια στον «Παράδεισο», θύμα trafficking κι αυτή, έχει διαγράψει το τραυματικό παρελθόν της και έχει προσαρμοστεί στο παρόν της ως τη μόνη πιθανή εκδοχή ζωής που της αξίζει. Στη διάρκεια του έργου θα δεθεί με τη Χλόη, ένα κορίτσι πολύ διαφορετικό από αυτήν και για λίγο θα βρει λίγο φως πριν βυθιστεί πάλι στο σκοτάδι.

Δυσκολεύομαι να διαλέξω αγαπημένη σκηνή. Έχω αγαπημένες στιγμές.

Όλες τις στιγμές που η Φοίβη είναι παρατηρητής σκηνών βίας, ψυχολογικής και σωματικής, ενώ ξέρει ότι δεν μπορεί να κάνει τίποτα για να τις αποτρέψει.

Αυτό το θέμα του ανθρώπου που παλεύει να σώσει ο,τι μπορεί ενώ ξέρει τη ματαιότητα της προσπάθειας του με συγκινεί».

Αθηνά Σακαλή: «Στο έργο είμαι η Χλόη.

Είμαι μια κοπέλα που έχει μεγαλώσει σε μια σχεδόν συνηθισμένη οικογένεια, δουλεύει σε ένα σινεμά και χωρίς να το καταλάβει μπλέκει σε ένα κύκλωμα trafficking.

Η σκηνή που ξεχωρίζω με διαφορά είναι η μία σκηνή καθημερινή στο σπίτι της με τον αδερφό της και την μητέρα της. Μέσα στην αγριότητα της κατάστασης μου φαίνεται η πιο γλυκιά σκηνή του κόσμου-έργου».

Θανάσης Χαλκιάς: «Ο ρόλος μου είναι ένας προαγωγός, ο Ντοβ. Ξεχωρίζω τη σκηνή όπου αυτό το δραματικό πρόσωπο αναφέρεται στα θύματά του ως προϊόντα τα οποία πρέπει να δοκιμάσει πριν πουλήσει. Πρόκειται για την απόλυτη αντικειμενοποίηση και εμπορευματοποίηση του ανθρώπου. Για το έσχατο στάδιο καπιταλιστικής θεώρησης και θέασης της ανθρώπινης ύπαρξης. Η οικονομία ανθίζει πάνω στο πτώμα της κοινωνίας, αφού στην περίπτωσή μας ένας άνθρωπος πρέπει να υποστεί τον βιασμό για να υπάρξει πώληση και κέρδος».

Σπύρος Χατζηαγγελάκης: «Ο ρόλος μου είναι ο Λεβι , ένας φιλότιμος αστυνομικός , με καλές προθέσεις ο οποίος όμως δεν καταφέρνει να φέρει εις πέρας το έργο του.

Αγαπημένη μου σκηνή στο έργο είναι το κινηματογραφικό φιλί δυο φαινομενικά ερωτευμένων εραστών».