Σχεδόν έναν χρόνο αφότου η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία, δύσκολα φαντάζεται κανείς τον Πούτιν να κερδίζει τον πόλεμο. Ούτε η ειρήνη όμως διαφαίνεται στον ορίζοντα.

Η Ευρώπη φαίνεται ότι αναπόφευκτα θα εμπλακεί σε μια κούρσα εξοπλισμών και η οικονομία της θα αποσυνδεθεί περαιτέρω από τον γείτονά της, κάτι που θα μπορούσε να συνεχιστεί ακόμα και αν ο ρώσος πρόεδρος πέσει.

Ακόμα κι έτσι, σχολιάζει ο Χιούγκο Ντίξον του Reuters, η αύξηση των αμυντικών δαπανών και η ανοικοδόμηση της Ουκρανίας είναι προτιμότερα ενδεχόμενα από μια νίκη της Ρωσίας.

Τα σενάρια

Υπάρχουν πολλά σενάρια για το πώς μπορεί να εξελιχθεί η σύγκρουση. Το πιθανότερο είναι ότι ούτε η Ρωσία ούτε η Ουκρανία θα επικρατήσουν στο πεδίο της μάχης και δεν θα υπάρξει επίσημη ειρηνευτική συμφωνία στο ορατό μέλλον.

Κάτι τέτοιο εξάλλου θα σήμαινε είτε ότι η Ουκρανία παραχωρεί εδάφη, κάτι που δεν μπορεί να δεχτεί, είτε ότι η Ρωσία αποχωρεί από τις περιοχές που έχει καταλάβει, συμπεριλαμβανομένης της Κριμαίας, κάτι που ο Πούτιν δεν σκοπεύει να κάνει.

Αυτό σημαίνει είτε ότι οι δύο πλευρές θα συνεχίσουν τις μάχες είτε ότι θα παγιδευτούν σε μια ψυχρή σύγκρουση, όπως αυτή ανάμεσα στη Βόρεια και τη Νότια Κορέα. Και τα δύο ενδεχόμενα συνεπάγονται μεγάλο κόστος όχι μόνο στην Ουκρανία και τη Ρωσία αλλά και στην υπόλοιπη Ευρώπη.

Με το οικονομικό τίμημα του πολέμου να διογκώνεται, το Κρεμλίνο –του οποίου το έλλειμμα εκτινάχθηκε στα 25 δισ. δολάρια τον περασμένο μήνα- σύντομα θα αδυνατεί να προστατεύσει τον μέσο Ρώσο από το κόστος. Αυτό σημαίνει υψηλότερους φόρους, μειωμένες κοινωνικές δαπάνες ή πληθωρισμό. Και όσο ο καιρός περνάει, ο Πούτιν θα στέλνει περισσότερους νέους στο μέτωπο. Αναπόφευκτα, το brain drain που άρχισε πριν από έναν χρόνο θα συνεχιστεί.

Η οικονομία της Ρωσίας θα παραμείνει στάσιμη ή θα συρρικνωθεί, εκτιμά ο Τιμ Ας, στρατηγικός αναλυτής της BlueBay Asset Management.

H Ουκρανία θα πληρώσει κι αυτή με ανθρώπινες ζωές, κατεστραμμένα κτήρια και οικονομικές δυσκολίες, όπως συμβαίνει εδώ και έναν χρόνο.

Επιπτώσεις θα υπάρχουν όμως και για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη Βρετανία, οι οποίες έχουν ήδη ζημιωθεί από το κλείσιμο της στρόφιγγας του ρωσικού αερίου.

Αν και οι τιμές του φυσικού αερίου έχουν μειωθεί σε σχέση με το ιστορικό υψηλό του 2022, παραμένουν τετραπλάσιες σε σχέση με δύο χρόνια πριν, κάτι που φουσκώνει τον πληθωρισμό και περιορίζει την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας.

Η Ευρώπη πληρώνει επίσης περισσότερα για το αργό πετρέλαιο, ενώ η Κίνα και η Ινδία αγοράζουν φθηνά τον ρωσικό μαύρο χρυσό.

Η περαιτέρω οικονομική αποσύνδεση της Ευρώπης από τη Ρωσία είναι ορατή. Η ΕΕ συζητά αυστηροποίηση των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, ενώ οι ευρωπαϊκές εταιρείες δέχονται πιέσεις να αποσυρθούν από τη ρωσική αγορά.

Ένα χρόνο μετά την εισβολή στην Ουκρανία, αναλυτές προχωρούν σε εκτιμήσεις για ένα μέλλον χωρίς τον Πούτιν (Reuters)

Μετά τον Πούτιν;

Το άλλο μεγάλο ερώτημα είναι τι θα συμβεί αν ο Πούτιν πέσει ή πεθάνει. Και σε αυτή την περίπτωση τα σενάρια είναι πολλά. Ο Μπρούνο Τερτέ, υποδιευθυντής του Fondation pour la Recherche Stratégique, ενός γαλλικού think tank, παραθέτει τέσσερα ενδεχόμενα:

Πρώτο, η Ρωσία προχωρά σε δημοκρατική μετάβαση όπως η Δυτική Γερμανία μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Δεύτερο σενάριο, η Ρωσία απομονώνεται από τον υπόλοιπο κόσμο όπως η Βόρεια Κορέα. Τρίτο, η Ρωσία καταπίνει τις ήττες της με στόχο να ανακτήσει εδάφη όταν είναι και πάλι ισχυρή. Και τέταρτο, η Ρωσία διαλύεται.

Ο Τερτέ εκτιμά ότι το αισιόδοξο σενάριο της δημοκρατικής μετάβασης είναι και το πλέον απίθανο. Εν μέρει, επειδή η Αμερική και οι σύμμαχοί της δεν θα καταλάβουν την Ουκρανία, όπως έκαναν με τη Δυτική Γερμανία, όπου επένδυσαν στην ανοικοδόμηση της χώρας.

Άλλοι αναλυτές εμφανίζονται πιο αισιόδοξοι. Ο Ράντοσλαβ Σιρόρσκι, πρώην υπουργός Εξωτερικών της Πολωνίας και νυν ευρωβουλευτής, λέει ότι η Ρωσία προχωρά σε μεταρρυθμίσεις μόνο έπειτα από στρατιωτικές ήττες όπως ο Πόλεμος της Κριμαίας, ο Σινο-ρωσικός πόλεμος, ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος και ο Ψυχρός Πόλεμος.

Ορισμένοι συνεχίζουν να ελπίζουν ότι η Ρωσία θα γίνει δημοκρατική χώρα από μόνη της, όπως οι λεγόμενες «χρωματιστές επαναστάσεις» έφεραν αλλαγή σε πρώην σοβιετικές χώρες όπως η Ουκρανία και η Γεωργία. Κάτι τέτοιο όμως δεν φαίνεται πιθανό, δεδομένης της προθυμίας του Κρεμλίνου να καταστέλλει τον αντίλογο.

Ένα άλλο ενδεχόμενο είναι να αντικατασταθεί ο Πούτιν από άλλο δικτάτορα, λιγότερο επιθετικό προς την Ευρώπη. Ο νέος πρόεδρος ίσως συμπεράνει ότι είναι ευκολότερο να ελέγχει τον πληθυσμό αν η χώρα δεν είναι οικονομικά απομονωμένη και δεν είναι πρόθυμη να γίνει πιόνι της Ρωσίας.

«Ο Πούτιν 2.0 μπορεί να είναι πιο ρεαλιστής σχετικά με την οικονομία και την Κίνα» λέει ο Μισέλ Ντουκλό, ειδικός σύμβουλος πολιτικής στο Institut Montaigne, ένα άλλο γαλλικό think tank.

Η απειλή παραμένει

Σε αυτό το τελευταίο σενάριο, η Ευρώπη και η Αμερική ίσως είναι διατεθειμένες να επαναπροσεγγίσουν τη Ρωσία, ειδικά αν αυτό θα βοηθούσε στο να παραμείνει η χώρα έξω από τη σφαίρα επιρροής της Κίνας. Ωστόσο οποιαδήποτε αναθέρμανση των σχέσεων θα έπρεπε να περιμένει μέχρι να υπάρξει επίσημη ειρηνευτική συμφωνία.

Ακόμα και σε αυτή την περίπτωση, η Ρωσία δεν μπορεί να ελπίζει ότι θα ξαναγίνει ο βασικός προμηθευτής της Ευρώπης σε αέριο, αφού μέχρι τότε θα έχουν βρεθεί εναλλακτικοί προμηθευτές. Η χώρα δεν θα είναι δελεαστική ούτε για τους επενδυτές, τις εταιρείες τεχνολογίας ή τους παραγωγούς καταναλωτικών προϊόντων.

Επιπλέον, μια λιγότερο επιθετική Ρωσία θα παρέμενε απειλή, εκτός αν εκδημοκρατιζόταν πλήρως. Η σύγκρουση με την Ουκρανία αποδυνάμωσε τον στρατό της, διαθέτει όμως πυρηνικά όπλα.

Η Ευρώπη, η οποία άργησε να συνειδητοποιήσει τον κίνδυνο, δεν θα ξεχάσει γρήγορα το μάθημα ακόμα κι αν ο Πούτιν φύγει από τη μέση. Η Γερμανία και η Γαλλία σχεδιάζουν μεγάλη αύξηση των αμυντικών δαπανών, κάτι που εξετάζει και η Βρετανία. Κι αυτό σημαίνει ότι η Ευρώπη θα ξοδεύει περισσότερο για την ασφάλειά της για πολλά ακόμα χρόνια.

Μετά υπάρχει το κόστος της ανοικοδόμησης της Ουκρανίας, το οποίο η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά σε πάνω από 500 δισεκατομμύρια ευρώ. Το κόστος είναι αδύνατο να καλυφθεί από τον ιδιωτικό τομέα, δεδομένου ότι το ΑΕΠ της Ουκρανίας πριν από τον πόλεμο ήταν μόλις 200 δισ. δολάρια.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία έχει υποσχεθεί στο Κίεβο ένταξη στο μπλοκ, είναι πιθανό να πληρώσει τη μερίδα του λέοντος.

Αυτό τα κόστος όμως ωχριά μπροστά στο σενάριο να θριαμβεύσει ο Πούτιν στον πόλεμο, καθώς σε αυτή την περίπτωση η Ευρώπη θα πρέπει να φροντίσει για την προστασία των Βαλτικών Χωρών και την Πολωνίας από τις ορέξεις της Ρωσίας.

Είναι λοιπόν σαφές ότι ακόμα και μια Ρωσία αποδυναμωμένη από τον πόλεμο και τις κυρώσεις παραμένει σοβαρό πρόβλημα για την Ευρώπη.