Ενα από τα αρκετά ενδιαφέροντα στοιχεία της ταινίας «Χτύπος στην καλύβα» (Knock at the Cabin, ΗΠΑ/Κίνα, 2023), τελευταίας του σκηνοθέτη των (όχι πάντα επιτυχημένων) απρόβλεπτων εκπλήξεων Μ. Νάιτ Σιάμαλαν (στ’ αλήθεια δεν ξεπέρασε ποτέ την επιτυχία της «Εκτης αίσθησης»), είναι ότι κατά κάποιον τρόπο μοιάζει να σχολιάζει την παράνοια των καιρών μας θέτοντας ταυτόχρονα ένα πολύ σοβαρό ηθικό δίλημμα: τι θα έκανε κάποιος αν για τη σωτηρία χιλιάδων άλλων ανθρώπων θα έπρεπε να αυτοθυσιαστεί;

Ενα μάλλον ρητορικό ερώτημα (που πιθανόν όλοι να έχουμε κάνει κάποια στιγμή μέσα μας) θέτει σε λειτουργία μια ταινία «εγκλωβισμένη» – ως επί το πλείστον – μέσα στην καλύβα που δηλώνει ο τίτλος. Εκεί όπου ζει ένα παντρεμένο ζευγάρι ανδρών (Τζόναθαν Γκροφ, Μπεν Ολντριτζ), γονείς ενός μικρού κοριτσιού (Κρίστεν Κούι). Εκεί όπου μια ομάδα μυστηριωδών ανθρώπων με «ηγέτη» έναν θηριώδη άνδρα που ισχυρίζεται ότι είναι παιδαγωγός (Ντέιβ Μπατίστα) θα «εισβάλει» από το πουθενά ζητώντας τους να θυσιαστούν για τη σωτηρία του κόσμου.

Τι είναι όλοι αυτοί οι τύποι; Είναι τρελοί; Είναι εγκληματίες; Είναι «ψεκασμένοι συνωμοσιολόγοι» που θεωρούν ότι όπου να ‘ναι έρχεται η στιγμή της Αποκάλυψης, ή μήπως, τελικά, υποστηρίζουν (χωρίς ποτέ να το εξηγούν ή να το τεκμηριώνουν) την αλήθεια;

Ολα αυτά βεβαίως ακούγονται εντελώς παρανοϊκά οπότε οι δύο φυλακισμένοι άνδρες αντιστέκονται με όποιον τρόπο μπορούν και ο Σιάμαλαν ακολουθώντας τους κώδικες ενός ευπρόσωπου θρίλερ διατηρεί το σασπένς σε καλό επίπεδο. Οταν όμως ο ένας από τους δύο αρχίζει να αναρωτιέται για το αν οι εισβολείς έχουν ή όχι κάποιο δίκιο και ο άλλος εξακολουθεί να τους θεωρεί απατεώνες, τότε τα πράγματα περιπλέκονται – και όχι πάντα προς το καλύτερο.

Στην πραγματικότητα ελάχιστα βγάζουν νόημα στην ιστορία και ελάχιστα εξηγούνται, κάτι που προφανώς δεν ενδιαφέρει τον σκηνοθέτη.

Οι ανθρώπινες αντιδράσεις απέναντι σε κάτι τόσο απροσδόκητο και τόσο ξαφνικό, που μπορεί να κάνει τούμπα τη ζωή σου, είναι το μόνο που τον ενδιαφέρει, μαζί με το ζήτημα της παράνοιας στην οποία πολύς κόσμος έχει συνηθίσει πλέον να ζει. Κινηματογραφεί τα πρόσωπα από κοντά, προσπαθεί να συλλάβει κάθε ρανίδα ιδρώτα, κάθε σύσπαση των μυών, κάθε διαπεραστικό βλέμμα.

Αν τρομάζεις, αυτό δεν οφείλεται στην ίδια την πλοκή (που μπορεί να γίνει εκνευριστικά «αινιγματική») αλλά από την εσωτερική αγριάδα των καταστάσεων και της ατμόσφαιρας, από το αδιέξοδο στο οποίο όλοι οι χαρακτήρες βρίσκονται παγιδευμένοι.

Αδικημένη Ολίβια Κόλμαν

Το χειρότερο που της έχει συμβεί ως εργαζόμενης στον κινηματογράφο Empire της μικρής παραθαλάσσιας αγγλικής πόλης όπου ζει, είναι να βρει ένα πτώμα μέσα στην αίθουσα, όμως ακόμα κι αυτό, η Χίλαρι (Ολίβια Κόλμαν), κεντρικό πρόσωπο στην «Αυτοκρατορία του φωτός» (Empire of light, Αγγλία, 2022), το αναφέρει με μια αίσθηση ευγενικού χιούμορ. Γιατί η Χίλαρι, όταν είναι στις καλές της, μπορεί να είναι πολύ ευχάριστος άνθρωπος. Το πρόβλημα είναι ότι οι «κακές» της επισκιάζουν τις καλές, γι’ αυτό και έχει παραμείνει ένα μοναχικό, μελαγχολικό άτομο που παλεύει, κυρίως, με τον εαυτό του.

Βασισμένη στις εμπειρίες του σκηνοθέτη Σαμ Μέντες από την ίδια τη μητέρα του η οποία (κατά δική του ομολογία) έπασχε από σχιζοφρένεια, αυτή η ταινία, τόσο χάρη στη θαυμάσια Κόλμαν (που κακώς δεν είναι φέτος υποψήφια για Οσκαρ), όσο και στη βαθιά κατανόηση για την κατάσταση της κεντρικής ηρωίδας που εκ των πραγμάτων δείχνει ο πρώτος, μετατρέπεται σε μια πολύ τρυφερή σπουδή πάνω στο δύσκολο ζήτημα που πραγματεύεται.

Χωρίς τίποτα το κραυγαλέο, τίποτα το υπερβολικό, ο Μέντες παρακολουθεί με υπομονή όλα τα στάδια στη ζωή της ηρωίδας μέσα στο σχετικά σύντομο χρονικό πλαίσιο που η ιστορία εκτυλίσσεται, στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Στιγμές της ιδιωτικής καθημερινότητας της Χίλαρι – στο σπίτι, τρώει, κάνει μπάνιο, κοιμάται – συνδυάζονται αρμονικά με εκείνες του περίγυρού της, τους συναδέλφους της στον κινηματογράφο, που βλέπουμε ότι την αγαπούν μεν, από απόσταση δε. Επίσης, κάποιοι την εκμεταλλεύονται. Ο Μέντες δεν κρύβει την αγάπη του προς αυτήν τη γυναίκα, αλλά προσέχει ώστε να μην παραγίνει συναισθηματικός, ιδιαίτερα από τη στιγμή που στην ιστορία μπαίνει το δεύτερο βασικό πρόσωπο, ο νεότερος μαύρος συνάδελφος της Χίλαρι (καλός στον ρόλο του ο Μάικλ Γουόρντ), που δείχνει να την καταλαβαίνει μια σταλιά περισσότερο από τους υπόλοιπους. Παράλληλα, σε ένα δεύτερο φόντο και με λεπτές γραμμές, η ταινία αναφέρεται και στο παρηκμασμένο μεγαλείο της κινηματογραφικής οθόνης, που υπομένει τις τεράστιες αλλαγές που βρίσκονται μπροστά της, αλλά επιμένει να υπάρχει, να αντιστέκεται, να επιβιώνει. Περίπου όπως η Χίλαρι.

Ανανεωμένος μύθος

Μια ακόμη ταινία «Αστερίξ» ίσως να μην είχε και τόσο νόημα αν ο μύθος του γαλάτη ήρωα και του γαργαντούα φίλου του, του Οβελίξ, δεν ανανεωνόταν κάπως. Και αυτό ήταν το στοίχημα του σκηνοθέτη και ηθοποιού Γκιγιόμ Κανέ στην ταινία «Αστερίξ & Οβελίξ: Στον δρόμο για την Κίνα» (Astérix & Obélix: L’ Empire du Milieu, Γαλλία, 2023) όπου ο ίδιος υποδύεται τον Αστερίξ δίπλα στον αρκετά συμπαθητικό Ζιλ Λελούς ως Οβελίξ (αν και ο Ζεράρ Ντεπαρντιέ παραμένει αξεπέραστος γιατί φάνηκε να είναι στην κυριολεξία γεννημένος για αυτόν τον ρόλο).

Προκειμένου να «αγκαλιάσει» όσο το δυνατόν περισσότερο κόσμο και έχοντας στα χέρια του μία από τις ακριβότερες γαλλικές παραγωγές όλων των εποχών (η ταινία κόστισε 64 εκατ. ευρώ!), ο Κανέ πρόσθεσε έξυπνα πράγματα στην ταινία, όπως το γεγονός ότι ο Αστερίξ προσπαθεί να γίνει vegan και δοκιμάζεται να πολεμήσει χωρίς το μαγικό φίλτρο για να αποδείξει την πραγματική του αξία, ή το στοιχείο των ασιατικών πολεμικών τεχνών σε μια ταινία όπου οι Ασιάτες έχουν τελικά περισσότερο «βάρος» από τους Γαλάτες και τους Ρωμαίους.

Ακόμα και το σύντομο πέρασμα του άσου του ποδοσφαίρου Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς στον ρόλο ενός ρωμαίου αξιωματικού με το όνομα Antivirus, τι άλλο θα μπορούσε να σημαίνει από την προσπάθεια του σκηνοθέτη να «πιάσει» όσο ο δυνατόν περισσότερο κοινό, δίνοντας έναν πιο σύγχρονο τόνο στην ταινία. Ολα αυτά λειτουργούν καλά και τίποτα δεν προσβάλλει τη νοημοσύνη σου γιατί ο Κανέ σέβεται το ιστορικό κόμικ των Ρενέ Γκοσινί – Αλμπέρ Ουντερζό που έχει στα χέρια του. Επίσης δεν ξεχνά κάποια πολύ βασικά χαρακτηριστικά του κόμικ, εκ των οποίων ένα πολύ αγαπημένο είναι η σχέση του Ιουλίου Καίσαρα με την Κλεοπάτρα, μια σχέση που θα απολαύσουν κυρίως οι μεγαλύτεροι σε ηλικία θεατές. Μπορεί η Μαριόν Κοτιγιάρ ως Κλεοπάτρα να περνά «ξυστά», όμως ο Βενσάν Κασέλ πραγματικά μας εκπλήσσει ως Καίσαρας επειδή, συμπτωματικά, το σκίτσο του κόμικ είναι θαρρείς φτιαγμένο με τον ίδιο ως πρότυπο!

Τουρκική διαφθορά

Η τουρκική ταινία «Μέρες ξηρασίας» (Kurak Günler, 2022, διεθνής συμπαραγωγή με βάση την Τουρκία, στην οποία συμμετέχει και η ελληνική Horsefly Films) διαθέτει ορισμένα ενδιαφέροντα στοιχεία, τα οποία ωστόσο ξεχνιούνται αμέσως μετά το σκωτσέζικο ντους που ο θεατής νιώθει να κάνει βλέποντας το φινάλε της.

Ο Εμίν Αλπέρ, έμπειρος σκηνοθέτης και δημιουργός τής πολύ ανώτερης ταινίας «Πέρα από τον λόφο» (2012), θέλησε να συνδυάσει την ποίηση των εικόνων που μπορεί να βγάλει η αχανής τουρκική ύπαιθρος (μάστορας των οποίων είναι ο Νουρί Μπιλγκέ Τζεϊλάν) με το απολύτως ρεαλιστικό θέμα της διαφθοράς που θα βρούμε σε οποιαδήποτε μικρή κοινωνία του κόσμου, όπως εν προκειμένω η πόλη στην οποία εκτυλίσσεται η ιστορία. Το πρώτο λειτουργεί πραγματικά υπέροχα χάρη στη δουλειά του έλληνα διευθυντή φωτογραφίας Χρήστου Καραμάνη. Το δεύτερο αποδεικνύεται φιάσκο διότι πολύ απλά ο Αλπέρ δεν ήξερε πώς να ολοκληρώσει την ιστορία του, κεντρικό πρόσωπο της οποίας είναι ένας νεαρός, ξενόφερτος εισαγγελέας (Σελαχατίν Πασαλί), που δεν μπορεί να τα βάλει με το «σύστημα» της τοπικής κοινωνίας.

Προβάλλονται επίσης

– Το κινούμενο σχέδιο «Δύο φίλοι και ένας ασβούλης» των Ρουν Σπάανς, Γιάνχιλντ Ενγκερ, μεταγλωττισμένο με τις φωνές των Αγγελου Λιάγκου, Αποστόλη Ψυχράμη, Λητώ Αμπατζή κ.ά.

– Η ταινία του Βασίλη Μαζωμένου «Καθαρτήριο» (Ελλάδα, 2022) στην οποία πρωταγωνιστούν οι Μαρία Ζορμπά, Γιάννης Κοκιασμένος, Κώστας Μπάρας, Νεφέλη Κουρή.