Το αρρύθμιστο πεδίο του Διαδικτύου, μια ανοιχτή πληγή που επί δεκαετίες ζητά λύση, επιχειρεί να τακτοποιήσει για πρώτη φορά η ελληνική νομοθεσία. Πρόκειται για μια κίνηση που απαντά σε μια επείγουσα αναγκαιότητα της σύγχρονης εποχής: μονοπωλιακοί όμιλοι με τεράστια δύναμη κάνουν τζίρους δισεκατομμυρίων ευρώ αξιοποιώντας το έργο εκδοτικών οργανισμών, χωρίς να αποδίδουν ούτε ένα ευρώ στους δημιουργούς του έργου και στους ιδιοκτήτες του…

Το νομοσχέδιο του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στην ψηφιακή αγορά δόθηκε σε δημόσια διαβούλευση που ολοκληρώθηκε την 1η Νοεμβρίου, ενώ αποτελεί ενσωμάτωση σχετικής ευρωπαϊκής οδηγίας στην εσωτερική νομοθεσία. Από τη διαδικασία προέκυψε η καταλυτική σημασία ύπαρξης μιας Ανεξάρτητης Ρυθμιστικής Αρχής που θα διαμεσολαβεί μεταξύ των δύο μερών, δηλαδή των εκδοτικών οργανισμών και της ψηφιακής πλατφόρμας που χρησιμοποιεί το περιεχόμενο το οποίο παράγει ο συγκεκριμένος οργανισμός, θέτοντας τους κανόνες και τις προϋποθέσεις για την απόδοση των αμοιβών στους δικαιούχους.

Συγκεκριμένα, η επιτροπή θα θεσπίζει τις αμοιβές, οι οποίες θα διαμορφώνονται συναρτήσει της επισκεψιμότητας του περιεχομένου και των εσόδων που προέρχονται από αυτό, θα ορίζει τα στοιχεία τα οποία θα πρέπει να προσκομίσει η κάθε πλευρά όπως και άλλες παραμέτρους, ενώ παράλληλα θα έχει το δικαίωμα να επιβάλλει κυρώσεις σε περίπτωση παραβίασης των κανόνων. Τον ρόλο αυτόν μπορεί να διαδραματίσει στη χώρα μας η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων.

Ευρωπαϊκή οδηγία

Παρά το γεγονός ότι η απόδοση δικαιωμάτων για τη χρήση ενημερωτικού περιεχομένου στο Διαδίκτυο – πρωτοσέλιδα, άρθρα, ρεπορτάζ, φωτογραφίες, σκίτσα – θεωρείται αυτονόητη, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Με παρέμβασή της στη δημόσια διαβούλευση η Google όχι μόνο δεν αποδέχθηκε τη θέσπιση θεσμικού φορέα διαμεσολάβησης αλλά πρότεινε συλλήβδην την κατάργηση της προβλεπόμενης διαδικασίας, με το αιτιολογικό ότι αυτή… θα καθυστερήσει τις διαπραγματεύσεις και την πληρωμή των εκδοτών και ότι με αυτόν τον τρόπο παραβλέπεται η διαπραγματευτική δύναμη των μερών. Η εταιρεία απορρίπτει τον καθορισμό χρονικού πλαισίου για τις διαπραγματεύσεις ενώ, επικαλούμενη την ανάγκη εμπιστευτικότητας των δεδομένων της, θεωρεί ακόμα και την υποχρέωση χορήγησης στοιχείων εκ μέρους της ως αντίθετη με την ευρωπαϊκή οδηγία. Και προχωρά ακόμα παραπέρα: δεν αποδέχεται την προστασία των εκδοτικών οργανισμών από αθέμιτες και καταχρηστικές πρακτικές όπως προβλέπει το νομοσχέδιο. Ενα παράδειγμα εξηγεί με σαφήνεια τι σημαίνει κάτι τέτοιο: Αν σε περίπτωση άκαρπης διαπραγμάτευσης μεταξύ των δύο μερών για τις προβλεπόμενες αμοιβές, ο εκδοτικός οργανισμός προσφύγει στη Δικαιοσύνη, τότε η Google μπορεί να περιορίσει την ορατότητα του συγκεκριμένου οργανισμού, με αποτέλεσμα να αλλοιώνονται τα στοιχεία βάσει των οποίων θα προσδιοριστεί η αμοιβή. Το νομοσχέδιο απαγορεύει αυτή την πρακτική, όμως η Google αρνείται να το δεχθεί, θεωρώντας το «παραβίαση της επιχειρηματικής της ελευθερίας…».

Οι δυσκολίες

Το θέμα βεβαίως δεν αφορά μόνο την Google αλλά όλες τις ψηφιακές πλατφόρμες αναζήτησης περιεχομένου, με τη συγκεκριμένη όμως πλατφόρμα να κατέχει ποσοστό άνω του 80% στην αξιοποίηση του ενημερωτικού περιεχομένου εκδοτικών οργανισμών.

Με το θέμα των πνευματικών δικαιωμάτων στο Διαδίκτυο ασχολήθηκε για πρώτη φορά η Ευρωπαϊκή Ενωση το 2019, εκδίδοντας την οδηγία 790/2019, την οποία τα κράτη-μέλη οφείλουν να ενσωματώσουν στην εσωτερική τους νομοθεσία. Από την αρχή φάνηκαν οι δυσκολίες στην εφαρμογή της στην πράξη. Παρ’ όλα αυτά, παραδείγματα από το εξωτερικό – όπως αυτό του γερμανικού Οργανισμού Συλλογικής Διαχείρισης Corint Media, ο οποίος αξιώνει από την Google, για λογαριασμό των 200 δικαιούχων που εκπροσωπεί, 420 εκατ. ευρώ για το 2022 – δείχνουν τον δρόμο για τη χάραξη ενός οδικού χάρτη μέσω του οποίου θα μπορούσε να αρθεί μια άδικη και παράνομη πρακτική.

Παρά τις επιμέρους αδυναμίες που παρατηρούνται στο ελληνικό νομοσχέδιο – όπως το γεγονός ότι η γνωμοδότηση της διαμεσολαβούσας Αρχής ορίζεται ως εμπιστευτική, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να αξιοποιηθεί στις δικαστικές αίθουσες -, είναι ένα πρώτο βήμα για να ξεκαθαρίσει το τοπίο. Ως εκ τούτου η άμεση ψήφιση του νομοσχεδίου φαίνεται πως επείγει.