Ο απολογισμός της πανδημίας Covid σε αυτή τη φάση, όπου το καλοκαίρι αποτελεί παρελθόν, σε συνδυασμό με την έξαρση του στελέχους Δέλτα προκαλεί αρκετή ανησυχία για τη φθινοπωρινή και τη χειμερινή περίοδο.

Μάλιστα, στη δύσκολη αυτή εξίσωση, σημαντική παράμετρο αποτελούν τα παιδιά που φαίνεται ότι προσβάλλονται από τον κοροναϊό περισσότερο, συγκριτικά με τα προηγούμενα κύματα.

Συνεπώς, και όπως σημειώνει στην εφημερίδα «Τα Νέα» η παιδίατρος – επιστημονική συνεργάτιδα Β’ Παιδιατρικής Κλινικής Πανεπιστημίου Αθηνών, Αννα Παρδάλη, «ανησυχία όλων είναι το πώς η πορεία της επιδημίας θα εξελιχθεί και θα επηρεάσει την υγεία των παιδιών, καθώς και το αν θα κερδηθεί το στοίχημα για ανοιχτά σχολεία, που παραμένει σημαντική παράμετρος για την ομαλή ψυχοκοινωνική εξέλιξη των παιδιών».

Το 20% των νοσούντων είναι παιδιά

Ειδικότερα και σύμφωνα με την ειδικό, «τα παιδιά αποτελούν πλέον περίπου το 20% των νοσούντων – γεγονός που αποδίδεται στη μετάλλαξη Δέλτα – και λιγότερο από το 1% του συνολικού αριθμού των θανάτων».

Συνεχίζουν δηλαδή να μη νοσούν βαριά, όπως άλλες ηλικιακές ομάδες, και σπάνια – αλλά λιγότερο σπάνια από παλιότερα – εμφανίζουν επιπλοκές.

Οι επιπλοκές

Οι σημαντικότερες από αυτές τις επιπλοκές αφορούν:

▪ το καρδιαγγειακό, όπως η περικαρδίτιδα και η μυοκαρδίτιδα,

▪ τη «μακρά Covid» ή «long Covid» – που είναι εντούτοις λιγότερο συχνή στα παιδιά από ό,τι στους ενηλίκους και

▪ το πολυσυστηματικό φλεγμονώδες σύνδρομο.

«Καθώς δε, η νόσος Covid-19 που προκαλείται από το στέλεχος Δέλτα αφορά όλο και περισσότερο τα παιδιά και δεδομένου ότι η πορεία και τα συμπτώματά της δεν είναι πάντα ομαλά και μπορεί να εκδηλωθούν αρκετά μακριά από την οξεία περίοδο της νόσησης και να μην αναγνωριστούν από τους γονείς, η ΑΑΡ (Αμερικανική Παιδιατρική Εταιρεία) εξέδωσε πρόσφατα ενδιάμεσες κατευθυντήριες οδηγίες για την παρακολούθηση και την παιδιατρική φροντίδα τους.

Μάλιστα σε αυτές συμπεριλαμβάνονται και συστάσεις για παιδιά με μακρά Covid».

Οι οδηγίες

Αναλυτικότερα και σύμφωνα με την παιδίατρο, οι οδηγίες της Εταιρείας συνιστούν σε όλα τα παιδιά και τους εφήβους που βρέθηκαν θετικοί στην Covid-19 να επισκεφθούν τουλάχιστον μία φορά (follow-up) τον γιατρό τους μετά τη συνιστώμενη περίοδο καραντίνας και πριν από την επιστροφή σε οποιαδήποτε δραστηριότητα.

Αξίζει να σημειωθεί ότι Sarah Resin, MD, FAAP, παιδονευρολόγος στο Texas Children’s Hospital και συν-συγγραφέας των νέων οδηγιών θεωρεί ότι η εκτίμηση από τον παιδίατρο έχει σημαντικό/ζωτικό ρόλο στη φροντίδα παιδιών και εφήβων τόσο στην περίοδο που έχουν μολυνθεί από τον SARS-CoV-2, όσο και μετά τη νόσηση.

«Μια τέτοια επίσκεψη και εξέταση των παιδιών/εφήβων επιτρέπει στους γιατρούς να εκτιμήσουν εάν υπάρχουν καθυστερημένα ή νέα συμπτώματα ή επιπλοκές από τη μόλυνση» ανέφερε η Resin σε πρόσφατη δήλωσή της.

Ετσι και σύμφωνα με την Αννα Παρδάλη «εάν υπάρχουν ενδείξεις ή στοιχεία που υποδεικνύουν πιθανό μακροχρόνιο Covid και επιμένουν έπειτα από 12 εβδομάδες, ίσως χρειαστούν επιπρόσθετες διαγνωστικές εξετάσεις ή/και παραπομπή σε εξειδικευμένη κλινική.

Σε αυτή τη follow-up εξέταση τα παιδιά ελέγχονται για τρέχοντα συμπτώματα  όσο και για επιμένοντα ή υπολειπόμενα  συμπτώματα».

Τα πιο σοβαρά συμπτώματα

Σύμφωνα με την ειδικό και ακολουθώντας τις οδηγίες της Αμερικανικής Παιδιατρικής Εταιρείας, τα πιο σοβαρά συμπτώματα στα παιδιά που επιμένουν στον χρόνο είναι τα εξής:

Αναπνευστικό: Επειδή οι πνεύμονες είναι το πιο συχνά προσβεβλημένο όργανο σε περιπτώσεις Covid-19, τα επίμονα αναπνευστικά συμπτώματα είναι κοινά. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν πόνο στο στήθος, βήχα και δυσκολία στην αναπνοή που προκαλείται από άσκηση.

Καρδιά/Κυκλοφορικό: Ο κίνδυνος για καρδιακά προβλήματα, συμπεριλαμβανομένης της μυοκαρδίτιδας, είναι μια σημαντική ανησυχία. Τα συμπτώματα της μυοκαρδίτιδας μπορεί να περιλαμβάνουν πόνο στο στήθος, δύσπνοια, αρρυθμίες και κόπωση.

Γνωστική ομίχλη ή κόπωση (Cognitive fogginess or fatigue: «Brain fog»): Η «ομίχλη του εγκεφάλου» (ένας γενικός όρος που αναφέρεται σε γνωστικά προβλήματα, δυσκολία επικοινωνίας, δυσκολία προσήλωσης, δυσκολία εύρεσης σωστών λέξεων, εξάντληση, μειωμένη πνευματική διαύγεια, δυσκολίες στην ικανότητα συγκέντρωσης ή μνήμης) είναι μια συχνή νευρολογική αναφορά σε ενηλίκους έπειτα από νόσηση  με Covid-19.

Τα παιδιά σχολικής ηλικίας και οι έφηβοι μπορεί να εκδηλώσουν παρόμοια συμπτωματολογία ή παράπονα.

Σωματική κόπωση: Τα παιδιά και οι έφηβοι μπορεί να παραπονιούνται για κόπωση και μειωμένη αντοχή, ακόμη και χωρίς άλλα καρδιακά ή αναπνευστικά συμπτώματα.

Αν υποθέσουμε ότι η καρδιακή και η αναπνευστική λειτουργία είναι κλινικά φυσιολογικές, η μετα-ιογενής κόπωση συνήθως βελτιώνεται με την πάροδο του χρόνου.

Ψυχική – πνευματική υγεία και συμπεριφορά: Είναι σημαντικό να αναγνωριστεί από το περιβάλλον του παιδιού ο αντίκτυπος του στρες και οι διαταραχές προσαρμογής κατά τη διάγνωση και τη διαχείριση των συμπτωμάτων νόσησης με Covid-19.

Σε πολλές περιπτώσεις η ψυχολογική επιβάρυνση δεν είναι άμεσα ορατή και διαγιγνώσιμη καθώς τα παιδιά μπορεί αρκετά ετεροχρονισμένα να εκδηλώσουν διαταραχές που οφείλονται στη νόσηση την ίδια ή στις συνθήκες που απορρέουν από τα περιοριστικά μετρά και τον εγκλεισμό των λοκντάουν.

Τέλος, «ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται στις περιπτώσεις των παιδιών που νοσούν με τη σπάνια αλλά σοβαρή επιπλοκή του πολυσυστηματικού φλεγμονώδους συνδρόμου (MIS-C).»

» Πρόκειται για μια σοβαρή μορφή της νόσου, ένα κλινικό σύνδρομο που χαρακτηρίζεται από πολυοργανική συμμετοχή, με εκδηλώσεις από το αναπνευστικό, το γαστρεντερικό ή το καρδιαγγειακό σύστημα, αιματολογικές ή βλεννογονοδερματικές αλλοιώσεις.

Παράλληλα, παρατηρείται στο αίμα χαρακτηριστική αύξηση των δεικτών φλεγμονής, αναιμία, λεμφοπενία και θρομβοπενία.

Το σύνδρομο αυτό αποτελεί όψιμη εκδήλωση της νόσησης από Covid-19, καθώς εκδηλώνεται 2-4 εβδομάδες μετά την οξεία λοίμωξη.

Τα παιδιά αυτά είναι ασθενείς που συνήθως νοσηλεύονται μακρά και που διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο για την ίδια τους τη ζωή», λέει η Αννα Παρδάλη.

Σε εγρήγορση οι γονείς

«Ο επερχόμενος χειμώνας και παρά τα μέτρα, ενδεχομένως να επιτρέψει να εκδηλωθούν στην κοινότητα ιώσεις και λοιμώξεις που συνήθως ενδημούν την περίοδο αυτή – όπως για παράδειγμα της γρίπης.»

» Με δεδομένο ότι η νόσηση με Covid διαδράμει πολύ πιο βαριά όταν ο οργανισμός μας είναι εξαντλημένος από μια προηγούμενη νόσηση από άλλη ίωση ή λοίμωξη, η πιθανότητα για επιπλοκές αυξάνονται.

» Γι’ αυτό και οι ασθενείς και οι οικογένειές τους πρέπει να ενημερώνονται για σημεία και συμπτώματα που απαιτούν περαιτέρω αξιολόγηση», προσθέτει.

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η Covid-19 παραμένει μια ήπια για τα παιδιά νόσος που σπάνια μπορεί να επιπλακεί με σοβαρές και ανεπιθύμητες εκδηλώσεις, απειλητικές ακόμη και για τη ζωή τους.

«Η συνέχιση των μέτρων προστασίας, οι εμβολιασμοί στις ηλικίες που ενδείκνυνται και η αυξημένη εγρήγορση των γονιών για ύποπτα συμπτώματα μπορούν να διαφυλάξουν την υγεία των παιδιών, καθώς η απώλεια έστω και μιας παιδικής ζωής δεν είναι αποδεκτή ποτέ και από κανέναν», καταλήγει η Αννα Παρδάλη.