Για διάφορους λόγους το τελευταίο Φεστιβάλ των Καννών, του οποίου η αυλαία έπεσε το περασμένο Σάββατο το βράδυ στην Αίθουσα Λιμιέρ, θα μείνει στην Ιστορία. Πρώτον, είναι η πρώτη διοργάνωση στην οποία ο Χρυσός Φοίνικας απονεμήθηκε αποκλειστικά σε γυναίκα σκηνοθέτρια, τη Γαλλίδα Τζούλια Ντικουρνό, για την ταινία «Titane». Η μόνη άλλη γυναίκα της οποίας ταινία έχει κερδίσει τον Χρυσό Φοίνικα είναι η Αυστραλέζα Τζέιν Κάμπιον το 1993 για τα «Μαθήματα πιάνου», μόνο που τότε το βραβείο είχε δοθεί εξ ημισείας: τον άλλο μισό Χρυσό Φοίνικα είχε κερδίσει ο Κινέζος Τσεν Κάιγκε για το «Αντίο παλλακίδα μου».

Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο το φεστιβάλ μένει στην Ιστορία είναι η γκάφα που έκανε ο πρόεδρος της κριτικής επιτροπής, αμερικανός σκηνοθέτης Σπάικ Λι, ο οποίος μπερδεύτηκε και ανακοίνωσε τον Χρυσό Φοίνικα στην αρχή της τελετής ενώ παραδοσιακά ο Φοίνικας δίνεται τελευταίος. Αργότερα παραδέχθηκε ο ίδιος ότι τα έκανε θάλασσα.

Και τρίτον το φεστιβάλ μένει στην Ιστορία γιατί η επιλογή της ταινίας είναι ένα καθαρόαιμο σπλάτερ, μια εντελώς στυλιζαρισμένη, ακραία ταινία με θέμα την ιστορία μιας γυναίκας (Αγκάτ Ρουσέλ) που μετατρέπεται σε μηχανή θανάτου σκοτώνοντας κόσμο με την «καρφίτσα» μαλλιών της. Μέχρι τη στιγμή που μεταμφιεσμένη σε άνδρα ανακαλύπτει έναν καινούργιο πατέρα (Βενσάν Λιντόν), ο οποίος στο πρόσωπό της «βλέπει» τον γιο του. Εν τω μεταξύ η ηρωίδα κάνει έρωτα με ένα αυτοκίνητο, μένει έγκυος και πρόκειται να γεννήσει, τι ακριβώς κανείς δεν ξέρει. Από τη μήτρα της τρέχουν λάδια. Στο σενάριο επιτρέπονται τα πάντα, η ερμηνεία της Ρουσέλ είναι παθιασμένη, αλλά η ταινία θα μπορούσε κάλλιστα να είναι ενταγμένη στο πρόγραμμα των μεταμεσονύχτιων, εκτός συναγωνισμού, προβολών του φεστιβάλ.

Σύγχυση

Η βράβευση του «Titane» είναι τόσο κραυγαλέα (πολλοί θεώρησαν ότι ήταν η χειρότερη ταινία της διοργάνωσης), που εκτός από το ότι «βγάζει μάτι» με την πρόκλησή της, κατά κάποιον τρόπο σε αναγκάζει να ξεχάσεις παντελώς τις υπόλοιπες βραβεύσεις στις οποίες υπάρχουν δύο εξ ημισείας βραβεία, κάτι που σου αφήνει την εντύπωση ότι η κριτική επιτροπή βρέθηκε σε σύγχυση (τα υπόλοιπα μέλη ήταν οι Ματί Ντιόπ, σκηνοθέτρια – Γαλλία/ Σενεγάλη, Μιλέν Φαρμέρ, τραγουδίστρια, στιχουργός – Καναδάς, Μάγκι Τζίλενχαλ, ηθοποιός, παραγωγός, σκηνοθέτρια, σεναριογράφος – ΗΠΑ, Μελανί Λοράν, ηθοποιός, σκηνοθέτρια, σεναριογράφος – Γαλλία, Τζέσικα Χάουσνερ, σκηνοθέτρια, παραγωγός, σεναριογράφος – Αυστρία, Ταχάρ Ραχίμ, ηθοποιός – Γαλλία, Σονγκ Κανγκ Χο, ηθοποιός – Νότια Κορέα και Κλέμπερ Μεντόντσα Φίλο, σκηνοθέτης, παραγωγός, σεναριογράφος – Βραζιλία).

Βραβεία

Το Μεγάλο Βραβείο της επιτροπής μοιράστηκε ο «Ηρωας» του Ιρανού Ασγκάρ Φαραντί (στον οποίο θα πήγαινε ο δικός μας Φοίνικας) και το φινλανδικό «Compatrment N. 6» του Τζούχο Κασουσμάνεν για την ιστορία ενός άνδρα και μιας γυναίκας που γνωρίζονται κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού από τη Φινλανδία στη Σιβηρία.

Το δεύτερο εξ ημισείας βραβείο ήταν το Βραβείο της επιτροπής που μοιράστηκε ο Ισραηλινός για το «Ahed’s knee» και ο Ταϊλανδός Απιτσατπόνγκ Βερασεθακούλ για τη «Μεμόρια», μια ταινία που με πολύ ιδιαίτερο τρόπο ασχολείται με την απώλεια της μνήμης.

Το μόνο ίσως βραβείο με το οποίο ο περισσότερος κόσμος που παρακολούθησε το φεστιβάλ θα είναι απολύτως σύμφωνος είναι εκείνο της γυναικείας ερμηνείας που δόθηκε στη Νορβηγίδα Ρενάτε Ρένισβε για την ταινία «Ο χειρότερος άνθρωπος του κόσμου», που καταγράφει μοιρασμένες σε κεφάλαια στιγμές από τη ζωή μιας σύγχρονης Νορβηγίδας. Στους άνδρες βραβεύτηκε ο αμερικανός ηθοποιός Κέιλεμπ Λάντρι Τζόουνς για το «Nitram» του Αυστραλού Τζάστιν Κερζέλ, όπου υποδύεται έναν πιστολέρο στην Τασμανία.

Μια ταινία που όλοι είχαν συμφωνήσει ότι πολύ δύσκολα θα απουσίαζε από τα βραβεία ήταν το «Drive my car» του Ιάπωνα Ριουσούκε Χαμαγκούτσι που κέρδισε το βραβείο σεναρίου (κέρδισε επίσης το βραβείο της Διεθνούς Ενωσης Κριτικών Κινηματογράφου), ενώ το βραβείο σκηνοθεσίας απέσπασε ο Λεός Καράξ για την «Anette», που άνοιξε τη διοργάνωση την Τρίτη 6 Ιουλίου (πολύ σπάνια ταινίες έναρξης κερδίζουν βραβεία).

Tο βραβείο καλύτερης ταινίας στο πρόγραμμα «Ενα Κάποιο Βλέμμα» («Un Certain Regard») δόθηκε στη ρωσική ταινία «Razzhimaya Kulaki» της Κίρα Κοβαλένκο, ενώ τέλος η ελληνική συμμετοχή της ταινίας «Brualia – Εργάσιμες Μέρες» του Μανώλη Μαυρή στο πρόγραμμα της Εβδομάδας Κριτικής είχε ως αποτέλεσμα τη βράβευσή της με το βραβείο του Canal+, μια μεγάλη επιτυχία για την εγχώρια κινηματογραφία που εξέπληξε τον σκηνοθέτη, ο οποίος παραδέχθηκε ότι δεν περίμενε αυτή την αποδοχή. Στο ίδιο πρόγραμμα, η ταινία «Feathers» του Ομάρ ελ Ζοχάιρι, που είναι ελληνική συμπαραγωγή (Heretic), κέρδισε το Μεγάλο Βραβείο Nespresso της κριτικής επιτροπής.