Η συγκράτηση του κύματος στα μεγάλα αστικά κέντρα – με έμφαση στην Αττική – φαίνεται να αποτελεί την πρώτη νίκη του τρίτου κατά σειρά lockdown που βιώνουν οι Αθηναίοι και όχι μόνον. Τα πρώτα θετικά δείγματα, εντούτοις, δεν αποτελούν το στέρεο επιδημιολογικά έδαφος που αναζητούν οι ειδικοί για να δώσουν το σύνθημα του «ανοίγματος» ενώ… τρικλοποδιά στις εκτιμήσεις βάζουν τα μεταδοτικότερα στελέχη του κορωνοϊού.

Και καθώς οι επιπτώσεις της πανδημίας επηρεάζουν τα θεμέλια του ΕΣΥ, οι γιατροί που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή επιμένουν ότι ο πλέον σημαντικός παράγοντας στην εξίσωση είναι οι αντοχές των νοσοκομείων, συμπληρώνοντας ότι παραδοσιακά ο Φεβρουάριος είναι ένας επιβαρυμένος και συνεπώς δύσκολος μήνας.

«Οταν τα κρούσματα μειωθούν στα 500 – 600 ημερησίως και κυρίως διαπιστωθεί σταθερό ισοζύγιο εισιτηρίων – εξιτηρίων στα νοσοκομεία, τότε θα είμαστε σε θέση να ανοίξουμε σταδιακά» εκτιμά, μιλώντας στα «ΝΕΑ», η συντονίστρια διευθύντρια της Γ’ Παθολογικής Κλινικής του «Γ. Γεννηματάς» και πρόεδρος της Ενωσης Ιατρών Νοσοκομείων Αθήνας – Πειραιά Ματίνα Παγώνη, προσθέτοντας ότι είναι ακόμη νωρίς ώστε να οδηγηθεί κανείς σε προβλέψεις για το πότε θα επιστρέψουν οι μαθητές στα θρανία και θα ανοίξει η οικονομία. Κατά την ίδια, καθοριστικά για την εξέλιξη του συστήματος «ακορντεόν» θεωρούνται τα δεδομένα της επόμενης εβδομάδας.

Ακόμη, όμως, κι αν το τελευταίο δεκαήμερο του Φεβρουαρίου επιβεβαιωθεί η σταθεροποίηση ή (ακόμη καλύτερα) η σταδιακή αντιστροφή του κύματος, αρκετά είναι τα μέλη της Επιτροπής που υπογραμμίζουν ότι τα βήματα πρέπει να είναι προσεκτικά, έχοντας το βλέμμα στραμμένο στις πληρότητες των ΜΕΘ-Covid, τονίζοντας ότι φαίνεται αναγκαία η παράταση της καραντίνας κατά τουλάχιστον μία εβδομάδα.

Ανοιγμα νέων κλινών

Σε κάθε περίπτωση, το «plan b» του υπουργείου Υγείας βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, υιοθετώντας ένα παράλληλο σύστημα «ακορντεόν» με έμφαση στο… άνοιγμα νέων κλινών. Για παράδειγμα, με τη μετακίνηση του απαραίτητου προσωπικού από χθες είναι διαθέσιμη για ασθενείς με λοίμωξη Covid-19 που χρήζουν αναπνευστικής μηχανικής υποστήριξης 10 επιπλέον κλίνες στην Καρδιοχειρουργική Κλινική του «Αττικόν». Αντίστοιχες κινήσεις δρομολογούνται στο Θριάσιο, ενώ παράλληλα οι ιθύνοντες βρίσκονται σε αγώνα δρόμου ώστε άμεσα να είναι σε θέση να υποδεχτούν ασθενείς τα 15 από τα συνολικά 30 νέα κρεβάτια ΜΕΘ στο ΚΑΤ.

Εντούτοις, έως χθες το απόγευμα οι ελεύθερες κλίνες εντατικής στο λεκανοπέδιο δεν ξεπερνούσαν τις 30, με έξι ΜΕΘ-Covid σε ισάριθμα νοσοκομεία να εμφανίζουν πληρότητα 100% (ΚΑΤ, Σισμανόγλειο, Ελπίς, ΝΙΜΤΣ, «Γ. Γεννηματάς» και Ασκληπιείο).

Μεταλλάξεις

Προβληματισμό, όμως, προκαλεί και το γεγονός ότι παρατηρείται αύξηση και σε άλλες περιφερειακές ενότητες (Αχαΐα, Εύβοια, Ρέθυμνο, Ηλεία, Κορινθία, Θάσο, Αργολίδα, Βοιωτία, Κεφαλονιά, Κάλυμνο, Κάρπαθο, Γιάννενα και Ηράκλειο), με την κυκλοφορία των νέων στελεχών να… απορρυθμίζει την επιδημιολογική εικόνα.

Μάλιστα και σύμφωνα με πληροφορίες, το στέλεχος της Νότιας Αφρικής – που σημειωτέων υπολογίζεται ότι είναι 50% πιο μεταδοτικό, ενώ πιθανολογείται ότι διαφεύγει την ανοσία σε ένα στα πέντε άτομα που είχαν μολυνθεί με τον νέο κορωνοϊό στο παρελθόν, σύμφωνα με μελέτη ερευνητών της Σχολής Υγιεινής και Τροπικής Ιατρικής του Λονδίνου – εντοπίστηκε πρόσφατα – εκτός από τη Θεσσαλονίκη (11) – στην Αθήνα (2) και στα Ιωάννινα (2).

Διπλή μάσκα

Υπό τα δεδομένα αυτά, φαίνεται να κλειδώνει η σύσταση για χρήση διπλών μασκών από τους πολίτες (μιας χειρουργικής από μέσα και μίας υφασμάτινης απέξω ώστε να εξασφαλίζεται η καλύτερη εφαρμογή στο πρόσωπο) σε πολυσύχναστους χώρους, όπως είναι τα ΜΜΜ και τα σουπερμάρκετ, σε μία προσπάθεια να μειωθεί η μεταδοτικότητα των ενισχυμένων μεταλλάξεων. Παράλληλα, ωστόσο, οι επιστήμονες επιμένουν ότι «κλειδί» παραμένει η σωστή χρήση μάσκας, είτε πρόκειται για μία, είτε για δύο.

Εν τω μεταξύ, το προβληματικό επιδημιολογικό προφίλ της χώρας μας αποτυπώνεται και στον ανανεωμένο χάρτη του Ευρωπαϊκού Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων, σύμφωνα με τον οποίο το μεγαλύτερο τμήμα της έχει βαφτεί με πορτοκαλί χρώμα, ενώ Στερεά Ελλάδα και Αχαΐα είναι κόκκινες. Παρ’ όλα αυτά, η Ελλάδα παραμένει πράσινη στον χάρτη θετικότητας, καθώς το ποσοστό παραμένει χαμηλότερο του 4%.