«Νίκη της διπλωματίας» χαρακτηρίζει την αποχώρηση των τουρκικών ερευνητικών σκαφών και την επανεκκίνηση των διερευνητικών επαφών Ελλάδας – Τουρκίας ο γερμανός πρεσβευτής στην Ελλάδα, Ερνστ Ράιχελ, μιλώντας στα «ΝΕΑ». Τονίζει ωστόσο ότι αυτή πρέπει να έχει διάρκεια και να παρακολουθείται…

Πώς βλέπετε την επανεκκίνηση των διερευνητικών επαφών Ελλάδας – Τουρκίας, δεδομένης και της μεσολάβησης της Γερμανίας στην εκτόνωση της έντασης;

Θυμάστε ότι πέρυσι βρεθήκαμε στα πρόθυρα στρατιωτικής αντιπαράθεσης. Η ΕΕ έθεσε δύο όρους στην Τουρκία: την αποχώρηση των ερευνητικών και γεωτρητικών σκαφών και την επανέναρξη των διερευνητικών συνομιλιών. Η Γερμανία επένδυσε πολλά ώστε να στραφεί η Τουρκία προς αυτή την κατεύθυνση. Τελικά και οι δύο όροι εκπληρώθηκαν και τώρα πρέπει να ελέγξουμε εάν η επιτυχία αυτή θα έχει διάρκεια. Προσωρινά είχαμε μια νίκη της διπλωματίας, η οποία είναι καλή για την Ελλάδα, τη Γερμανία και την ΕΕ. Εναπόκειται στην Ελλάδα και στην Τουρκία να δημιουργήσουν τη βάση για μια μόνιμη ρύθμιση των ορίων της υφαλοκρηπίδας και των οικονομικών ζωνών τους.

Η γερμανική προεδρία κλήθηκε να διαχειριστεί δύσκολα θέματα (πανδημία, Ταμείο Ανάκαμψης, μεταναστευτική κρίση στον Εβρο, ένταση στην Ανατολική Μεσόγειο). Πώς αποτιμάτε τα αποτελέσματα;

Θα μπορούσα να αναφέρω κι άλλα, όπως την εμπορική συμφωνία με το Ηνωμένο Βασίλειο ή για πρώτη φορά τους δεσμευτικούς ευρωπαϊκούς στόχους για το κλίμα. Ωστόσο, η συμφωνία για το πακέτο στήριξης των 1,8 τρισ. ευρώ χρηματοδοτούμενο από πόρους του κοινοτικού προϋπολογισμού των περιόδων 2021-2027 και η δημιουργία του Ταμείου για την αντιμετώπιση της πανδημίας Next Generation EU σε πνεύμα αλληλεγγύης είναι για μένα πρωτοφανή, σχεδόν ιστορικών διαστάσεων θα έλεγα. Αυτό το τεράστιο έργο έπρεπε να πραγματοποιηθεί εν μέσω της πανδημίας, όπου τα κοινοτικά όργανα λειτουργούσαν με περιορισμούς. Ως αποτέλεσμα δεν είχαν όλα αίσιο τέλος, έχουμε όμως λόγους να αισθανόμαστε και λίγο υπερήφανοι.

Πώς βλέπετε τους χειρισμούς της ΕΕ στην αντιμετώπιση της πανδημίας και κυρίως στην πολιτική των εμβολίων; Ποια θα είναι η θέση της Γερμανίας για τους χειρισμούς της ΕΕ απέναντι σε χώρες που ίσως παρουσιάσουν οικονομικά προβλήματα;

H απόφαση να αγοράσει η ΕΕ το εμβόλιο σε πνεύμα αλληλεγγύης για όλα τα κράτη-μέλη και να το διανείμει δίκαια ήταν για μένα προσωπικά η μοναδική σωστή. Η Ελλάδα επωφελείται ιδιαίτερα από αυτήν. Φανταστείτε να έπρεπε τα μεγάλα και τα μικρά κράτη-μέλη να αντιπαρατεθούν για να προμηθευτούν το εμβόλιο! Συνειδητά αποφασίσαμε να αντιταχθούμε στους εθνικούς εγωισμούς κατά την προμήθεια των εμβολίων, διότι κάτι τέτοιο θα ήταν κοντόφθαλμο και ενάντια στο πνεύμα αλληλεγγύης. Το εμβόλιο της BioNTech/Pfizer, ένα προϊόν γερμανικής έρευνας, πρόκειται να διατεθεί αναλογικά σε όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ.

Οσον αφορά το γεγονός ότι δεν έχουμε ακόμη αρκετά εμβόλια, μαθαίνουμε από τα λάθη μας. Την περίοδο που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έπρεπε να διαπραγματευτεί και να προχρηματοδοτήσει τις συμβάσεις με τους παρασκευαστές δεν μπορούσε κανείς να γνωρίζει ποιο εμβόλιο θα ήταν διαθέσιμο αρχικά. Για τον λόγο αυτόν ήταν απόλυτα σωστό να κατανεμηθεί το ρίσκο σε πολλούς προμηθευτές. Επικρατεί γενικά συναίνεση ότι οι κρατικές δαπάνες για την καταπολέμηση των συνεπειών της πανδημίας είναι δικαιολογημένες και όχι κατακριτέες. Για παράδειγμα, όταν πρόκειται για την επιδότηση εργασίας με μειωμένο ωράριο με στόχο την αναχαίτιση της ανεργίας.

Η Γερμανία δέχθηκε σημαντικό αριθμό προσφύγων από την Ελλάδα. Υπάρχουν και ευρωπαϊκές χώρες που αρνούνται την αλληλεγγύη. Τι πιστεύετε ότι πρέπει να γίνει;

Από την πρώτη πτήση τον Απρίλιο του 2020 μέχρι τώρα μεταφέρθηκαν από την Αθήνα στη Γερμανία πάνω από 1.500 πρόσφυγες, ανάμεσά τους 203 ασυνόδευτα και 230 άρρωστα παιδιά με τους συγγενείς τους. Τις επόμενες εβδομάδες προγραμματίζουμε επιπλέον πτήσεις και στο πλαίσιο αυτής της ανθρωπιστικής δράσης σκοπεύουμε να έχουν μεταφερθεί συνολικά πάνω από 2.700 πρόσφυγες και μετανάστες στη Γερμανία.

Σχετικά με τη μεταρρύθμιση του ευρωπαϊκού συστήματος ασύλου, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση υπήρξε πολύ δραστήρια κατά την προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ. Δεν μπορέσαμε όμως να σημειώσουμε την πρόοδο που θα θέλαμε. Είμαστε αποφασισμένοι να συνεχίσουμε να εργαζόμαστε με όλες μας τις δυνάμεις για αυτό το τόσο σημαντικό ζήτημα. Ο στόχος πρέπει να είναι να ξεπεραστεί το εμπόδιο της διατύπωσης μαξιμαλιστικών θέσεων από τα αντιμαχόμενα μέρη εντός της ΕΕ, βάσει των προτάσεων της Επιτροπής και να διερευνηθούν δυνατότητες συμβιβασμού. Εδώ, οι γερμανικές θέσεις βρίσκονται πολύ κοντά στις ελληνικές.

Σημαντικό θα είναι, επίσης, να επικαιροποιηθούν οι συμφωνίες της ΕΕ με την Τουρκία από το 2016 σχετικά με την επιστροφή των απορριφθέντων αιτούντων άσυλο από την Ελλάδα στην Τουρκία, εάν βέβαια το επιτρέψει η κατάσταση των σχέσεων της ΕΕ με την Τουρκία. Αυτό θα ήταν ανακουφιστικό, ειδικά για τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου.

Πώς είναι οι διμερείς σχέσεις Ελλάδας και Γερμανίας; Το Ελληνογερμανικό Ιδρυμα Νεολαίας θα αναλάβει σύντομα το έργο του. Ποιος είναι ο σκοπός του;

Οι ελληνογερμανικές σχέσεις ήταν πάντα βαθιές και με μεγάλη ποικιλομορφία, πράγμα που αυτή την περίοδο μας υπενθυμίζει η έναρξη των εκδηλώσεων για την επέτειο των 200 ετών από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης, η οποία υποστηρίχθηκε από μεγάλο αριθμό γερμανών φιλελλήνων. Ή θυμηθείτε τον βασιλιά Οθωνα αλλά και τον Οτο Ρεχάγκελ. Η Ελλάδα και η Γερμανία είναι σε κάθε τομέα ισχυροί εταίροι, οι οποίοι μπορούν να βασιστούν ο ένας στον άλλο. Οπου υπάρχουν διαφορετικές αντιλήψεις, αυτές συζητούνται με αλληλοσεβασμό και επί ίσοις όροις. Εργαζόμαστε πάνω σε προγράμματα προσανατολισμένα στο μέλλον, ώστε να διευρυνθούν και να εντατικοποιηθούν οι σχέσεις μας.

Το Ελληνογερμανικό Ιδρυμα Νεολαίας αποτελεί εξαιρετικό παράδειγμα με δύο γραφεία, ένα στη Θεσσαλονίκη και ένα στη Λειψία. Σκοπός είναι να φέρει σε επαφή νέους ανθρώπους από τις δύο χώρες, π.χ. μέσω προγραμμάτων ανταλλαγών και έτσι να εμβαθύνει την αλληλοκατανόηση.

Αυτό που με ανησυχεί στις διμερείς σχέσεις είναι η ύπαρξη αρνητικών στερεοτύπων για τη Γερμανία στην ελληνική δημόσια σφαίρα. Από τη θέση μου εργάζομαι ώστε να ξεπεραστούν αυτά τα στερεότυπα, είναι όμως και θέμα όσων διαμορφώνουν κοινή γνώμη στην Ελλάδα. Αυτό ισχύει βέβαια και αντίστροφα για τη Γερμανία, όπου ευτυχώς οι προκαταλήψεις σήμερα είναι πολύ λιγότερες απ’ ό,τι πριν από μια δεκαετία.

Ποιες οι προοπτικές των οικονομικών σχέσεων Ελλάδας – Γερμανίας;

Οι ελληνογερμανικές οικονομικές σχέσεις είναι ισχυρές και συνεχίζουν να εξελίσσονται δυναμικά παρά την πανδημία. Η Γερμανία είναι ο μεγαλύτερος επενδυτής στη χώρα και θα παραμείνει. Εχουμε την αίσθηση ότι ειδικά στον μετασχηματισμό προς την «πράσινη οικονομία» η Ελλάδα διαθέτει σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα και ότι η Γερμανία με την τεχνολογία της αποτελεί τον ιδανικό εταίρο.  Στον τομέα αυτόν έχει υπάρξει μια σειρά συγκεκριμένων καλών ειδήσεων, χωρίς να υπεισέρχεται ο παράγων του αφελούς ενθουσιασμού. Θα ακολουθήσουν και άλλες, είμαι βέβαιος. Μεγάλες και μεσαίες γερμανικές επιχειρήσεις βρίσκονται ένα βήμα πριν επενδύσουν στην εναλλακτική παραγωγή ενέργειας στην Ελλάδα, εάν λάβουν την απαραίτητη υποστήριξη. Αλλά ας θυμηθούμε και τη συμφωνία που υπεγράφη τον περασμένο Νοέμβριο μεταξύ του ομίλου Volkswagen και της ελληνικής κυβέρνησης: το πανέμορφο νησί της Αστυπάλαιας θα μεταμορφωθεί σε λίγα χρόνια σε ένα «έξυπνο νησί», όπου θα δοκιμαστεί ένα συνολικό πρόγραμμα κλιματικά ουδέτερης κινητικότητας. Ο κόσμος θα έχει στραμμένο το βλέμμα του στην Ελλάδα για τον τρόπο με τον οποίο θα μετακινούμαστε μελλοντικά εμείς οι άνθρωποι. Χαίρομαι που Ελλάδα και Γερμανία βρίσκονται μαζί στην κορυφή της παγκόσμιας εξέλιξης.