16 Ιουνίου 2016 – 24 Δεκεμβρίου 2020. 4 χρόνια, 6 μήνες και 8 ημέρες. Τόσο είναι το διάστημα που μεσολάβησε ανάμεσα στο δημοψήφισμα που αποφάσισε την έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη συμφωνία των δύο πρώην εταίρων για τις μελλοντικές τους σχέσεις, αρχής γενομένης την 1η Ιανουαρίου 2021.

Ήταν ένα διάστημα γεμάτο από πολιτικά θρίλερ, τελεσίγραφα και ανατροπές (κυρίως βορείως της Μάγχης), από συμβιβασμούς, αλληλοκατηγορίες και αναβολές. Αλλά και από υποθέσεις και εκτιμήσεις αναφορικά με τα υπέρ και τα κατά του πολύκροτου «διαζυγίου» – σενάρια για την ακύρωση του οποίου έπεσαν επίσης στο τραπέζι και απορρίφθηκαν μάλλον οριακά.

Αναμφίβολα, η πανδημία και ο φόβος της σκάζουν τα πάντα αυτή την περίοδο και καθιστούν το Brexit ζήτημα υποδεέστερο για τη συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών της Ευρώπης, ακόμη και των περισσότερων επιχειρήσεων, που ζουν με την αγωνία του «λουκέτου». Παρ’ όλα αυτά, οφείλουμε να μην λησμονούμε πως η ΕΕ αφορά και σε μεγάλο βαθμό καθορίζει πλέον κάθε πτυχή της καθημερινής ζωής μας. Κάτι που σημαίνει, πολύ απλά, ότι οι συνέπειες του Brexit, αρνητικές και θετικές, θα μας επηρεάσουν, αργά ή γρήγορα, περισσότερο ή λιγότερο.

Οι μεγάλες εκκρεμότητες…

Από αυτή την άποψη, αποκτά ιδιαίτερη σημασία η εκτίμηση ότι η συμφωνία μπορεί να υπογράφηκε (και, πλην μεγάλου απροόπτου, θα εγκριθεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και Κοινοβούλιο, καθώς και από τη Βουλή των Κοινοτήτων και των Λόρδων στη Βρετανία), όμως το ζήτημα δεν τελειώνει εδώ. Κι αυτό διότι η διαπραγμάτευση και ο τελικός συμβιβασμός αφήνουν πίσω τους τέσσερις συν μία οπλισμένες «νάρκες» που μπορεί να εκραγούν ανά πάσα στιγμή, προκαλώντας σοβαρές αβαρίες στις διμερείς σχέσεις.

  1. Κανόνες ανταγωνισμού

    . Είναι ένα μέτωπο που αφορά καίρια τις επιχειρήσεις, ειδικά εκείνες που εξαρτώνται από το εμπόριο με το Ηνωμένο Βασίλειο και έχουν έντονα εξαγωγικό προσανατολισμό. Η Βρετανία διασφάλισε ότι δεν υποχρεούται να ακολουθεί τους κανονισμούς της ΕΕ (κρατικές επιδοτήσεις, περιβάλλον, ονομασίες προέλευσης κ.λπ), οι Βρυξέλλες όμως θα έχουν το δικαίωμα να επιβάλλουν δασμούς σε περίπτωση που διαπιστώσουν ότι διαταράσσεται ο δίκαιος και ισότιμος ανταγωνισμός. Προβλέπεται, επίσης, ένας μηχανισμός «διαιτησίας» που θα εξετάζει τις διαφορές, οδηγώντας ενίοτε και σε επιμέρους αλλαγές της συμφωνίας.

  2. Χρηματοοικονομικές υπηρεσίες

    . Το ζήτημα κυριολεκτικά «καίει» το City του Λονδίνου, το οποίο «παράγει» μεγάλο ποσοστό του βρετανικού ΑΕΠ (συνολικά στις υπηρεσίες αντιστοιχεί το 80%). Δεν είναι τυχαίο ότι ενώ συνολικά η Βρετανία έχει έλλειμμα της τάξης των 90 δισ. ευρώ στις συναλλαγές της με τους «27», στις υπηρεσίες καταγράφει πλεόνασμα άνω των 20 δισ. Με το Brexit η ενιαία αγορά της Ευρώπης κλείνει τυπικά για τους Βρετανούς, ενώ στη συμφωνία δεν υπάρχει συγκεκριμένη πρόβλεψη αναφορικά με το μελλοντικό πλαίσιο που θα διέπει τις σχέσεις και συναλλαγές σε αυτό τον κλάδο, όπως παραδέχθηκε και ο Μπόρις Τζόνσον. Προφανώς, αυτό έγινε και κατ’ απαίτηση άλλων πόλεων που εποφθαλμιούν παραδοσιακά τη θέση της βρετανικής πρωτεύουσας ως παγκόσμιου χρηματοοικονομικού κέντρου.

  3. Αναγνώριση τίτλων

    . Μέχρι σήμερα, τα πιστοποιημένα πτυχία και οι αντίστοιχες δεξιότητες αναγνωρίζονταν σχεδόν αυτομάτως και στις δύο πλευρές της Μάγχης, προσφέροντας επαγγελματικές ευκαιρίες στους κατόχους τους. Πλέον, γιατροί και νοσηλευτές, μηχανικοί και σχεδιαστές, όπως και αρκετοί ακόμη επαγγελματίες, θα είναι αναγκασμένοι να ζητούν νέες πιστοποιήσεις, ενδεχομένως μέσα από χρονοβόρες και περίπλοκες διαδικασίες, καθιστώντας πιο δύσκολη και λιγότερο ελκτική την αναγκαία στην εποχή μας κινητικότητα.

  4. Αλιεία

    . Το ζήτημα αυτό ήταν, επισήμως, η τελευταία εκκρεμότητα που έμενε προς επίλυση πριν τη συμφωνία. Ο συμβιβασμός που έγινε, ωστόσο, κάθε άλλο παρά οριστικός μπορεί να θεωρηθεί. Οι «27» διασφάλισαν μεν μεγαλύτερο ποσοστό στα αλιεύματα που μπορούν να αντλούν οι επαγγελματίες αλιείς τους στα βρετανικά ύδατα και μεγαλύτερο χρόνο προσαρμογής – 75% έναντι 40% και 5,5 έναντι 3 ετών που ζητούσε αντιστοίχως το Λονδίνο – όμως με το τέλος της μεταβατικής περιόδου όλα θα είναι ανοιχτά. Κι αυτό διότι η τότε κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου θα έχει το δικαίωμα να κάνει μια επίδειξη πατριωτισμού, εκδιώκοντας όλα τα ευρωπαϊκά αλιευτικά από τον χώρο ευθύνης της, κάτι που θα σημάνει αυτομάτως τα αντίποινα των Βρυξελλών με επιβολή δασμών. Με άλλα λόγια, εμπορικός «πόλεμος», με… ντεκόρ ναυμαχίες στη Μάγχη.

… και το αγκάθι του Γιβραλτάρ

Όσο για το πέμπτο ζήτημα που παραμένει σε εκκρεμότητα, είναι κυρίως γεωπολιτικό και η πορεία του θα εξαρτηθεί από τη συνολική πορεία των διμερών σχέσεων τα επόμενα χρόνια. Αφορά δε την τύχη του Γιβραλτάρ, του «βράχου» που δεσπόζει στην είσοδο της Μεσογείου από τον Ατλαντικό και αποτελεί βρετανική κτήση – και ταυτόχρονα, ένα «αγκάθι» στο μάτι της Ισπανίας, η οποία θεωρεί πως παραβιάζονται τα κυριαρχικά της δικαιώματα.

Αν και η Μαδρίτη τήρησε σε γενικές γραμμές χαμηλούς τόνους στο συγκεκριμένο θέμα στη διάρκεια της διαπραγμάτευσης, η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν εγκατέλειψε τη φιλοδοξία να εντάξει και πάλι το Γιβραλτάρ στην ισπανική επικράτεια – κάτι που οι Βρετανοί έχουν αποκλείσει κατηγορηματικά. Στο άμεσο μέλλον, πάντως, το πιθανότερο πρόβλημα που θα προκύψει θα αφορά τους 15.000 εργαζόμενους που διασχίζουν καθημερινά τα σύνορα που βρίσκονται στη στενή λωρίδα η οποία ενώνει το Γιβραλτάρ με την ισπανική ενδοχώρα.

Τελείωσε, είπατε, η υπόθεση του Brexit; Ας το ξανασκεφτούμε καλύτερα – βάζοντας και την παράμετρο των εσωτερικών αναταράξεων στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου η υπόθεση της ανεξαρτησίας της Σκοτίας κερδίζει ξανά έδαφος…