Το 2021 μπορεί να έχουν «κλειστεί» από τώρα σχεδόν όλα τα Σαββατοκύριακα για γάμους, καθώς δεν ήταν λίγοι εκείνοι που ακυρώθηκαν φέτος, λόγω των περιοριστικών μέτρων, αλλά το 2020, που σε λίγες μέρες φεύγει, θα περάσει στην Ιστορία ως η «χρονιά της αύξησης των διαζυγίων», όπως επισημαίνουν νομικοί οι οποίοι ασχολούνται με υποθέσεις οικογενειακού δικαίου.

Ο υποχρεωτικός περιορισμός κάτω από την ίδια στέγη και το «συνεχώς μαζί» φαίνεται πως είχαν αρνητικές επιπτώσεις στις σχέσεις ορισμένων ζευγαριών, με αποτέλεσμα κατά τη διάρκεια της πρώτης και της δεύτερης καραντίνας να ρίξουν… τίτλους τέλους.

Την αυξητική τάση του αριθμού των διαζυγίων στους μήνες της καραντίνας του κοροναϊού μαρτυρούν τόσο τα τηλεφωνήματα και οι πιέσεις που δέχονται δικηγόροι οι οποίοι ασχολούνται με τέτοιου είδους υποθέσεις όσο και οι κλήσεις σε γραμμές στήριξης, στις οποίες απευθύνονται ζευγάρια ζητώντας συμβουλές εν όψει της απόφασής τους να βάλουν μπροστά το διαζύγιό τους.

Σύμφωνα μάλιστα με ψυχολόγους οι οποίοι ανταποκρίθηκαν στις κλήσεις και εκκλήσεις για βοήθεια, η ένταση που πυροδότησε ο εγκλεισμός στο σπίτι εκτονώθηκε στις διαπροσωπικές σχέσεις. Χαρακτηριστικό είναι ότι τα τηλεφωνήματα για θέματα διαζυγίου αποτελούν το 25% των συνολικών κλήσεων συμβουλευτικής.

Οι κλήσεις στο επίμαχο τρίμηνο Μαρτίου-Μαΐου αφορούσαν τόσο νέα διαζύγια όσο και ζητήματα σχετικά με την επικοινωνία μεταξύ ήδη χωρισμένων ζευγαριών. Η αναστολή βέβαια της λειτουργίας των δικαστηρίων κρατά στον «πάγο» την ολοκλήρωση των νομικών διαδικασιών, κυρίως στις υποθέσεις διαζυγίων κατ’ αντιδικία.

Τη δική της εικόνα για την αύξηση των διαζυγίων εν μέσω πανδημίας μεταφέρει με βάση και την πολυετή εμπειρία της η δικηγόρος Χριστιάνα Πατεραντωνάκη με ειδίκευση στο Οικογενειακό Δίκαιο. «Τα διαστήματα της καραντίνας λειτούργησαν ως «επιταχυντής», κυρίως για τα ζευγάρια εκείνα τα οποία είχαν αποφασίσει να τραβήξουν χωριστούς δρόμους συναινετικά, πριν ακόμα από το ξέσπασμα της πανδημίας» επισημαίνει στα «ΝΕΑ».

Πράγματι, όπως αναφέρει, «έχουμε δει αυξήσεις στην ανάθεση υποθέσεων διαζυγίων μέσα στις δύο χρονικές περιόδους των περιοριστικών μέτρων, κυρίως στις περιπτώσεις που τα ζευγάρια ακολουθούν τον δρόμο της συναινετικής λύσης». Και αυτό έχει την εξήγησή του, γιατί στα κατ’ αντιδικία διαζύγια τα ζευγάρια προβληματίζονται από τα διαστήματα αναστολής των εργασιών των δικαστηρίων και ως εκ τούτου είναι επιφυλακτικά να ξεκινήσουν κάποια δικαστική διαδικασία.

Διαταραγμένες σχέσεις

Η πιο ουσιώδης επίδραση των περιοριστικών μέτρων, σύμφωνα με την κυρία Πατεραντωνάκη, «επήλθε στις σχέσεις ζευγαριών που ήταν ήδη διαταραγμένες, καθώς οι συνθήκες αυτές λειτούργησαν ως καταλύτης στην επίσπευση των διαδικασιών για τη λύση του γάμου και τη διευθέτηση των ζητημάτων που ανακύπτουν, όπως η επίλυση περιουσιακών ζητημάτων και θεμάτων επικοινωνίας ή επιμέλειας παιδιών».

Αναδεικνύοντας μία ακόμα πτυχή του ζητήματος τονίζει ότι με βάση τις υποθέσεις που έχει χειριστεί, «στις περιόδους αυτές αναδείχθηκαν ακόμα περισσότερο τα προβλήματα που ήδη υπήρχαν και στις σχέσεις των συζύγων αλλά και στις σχέσεις γονέων-τέκνων. Και αυτό σε ορισμένες περιπτώσεις είχε σαν αποτέλεσμα όποιες επιμέρους διαφορές υπήρχαν και λειτουργούσαν ανασταλτικά στην επίτευξη συμφωνίας στα πλαίσια ενός συναινετικού διαζυγίου να ξεπεραστούν ταχύτερα, καθώς οι σύζυγοι μπροστά στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονταν μέσα στην καραντίνα αντιλαμβάνονταν την ανάγκη να τις παρακάμψουν με αμοιβαίες υποχωρήσεις, προκειμένου να επιταχύνουν τις αναγκαίες διαδικασίες».

Σε άλλες περιπτώσεις πάλι τα ζευγάρια, μην μπορώντας να καταλήξουν σε συμφωνίες για τον δρόμο του συναινετικού διαζυγίου, αξιοποίησαν τη δυνατότητα που παρέχεται από τις νομοθετικές διατάξεις στις περιόδους αναστολής λειτουργίας των δικαστηρίων και προχώρησαν καταθέτοντας αιτήσεις στο Πρωτοδικείο ζητώντας τη λήψη μέτρου επείγουσας διαδικασίας στα πλαίσια προσωρινής διαταγής, όπως για παράδειγμα να μετοικήσει ο ένας σύζυγος για να μην υπάρχει έκρυθμη κατάσταση.

Πάντως, την ίδια περίοδο, επισημαίνει η κυρία Πατεραντωνάκη, υποβάλλονται στα ΑΤ και αρκετές μηνύσεις για ενδοοικογενειακή βία.