Οι εκπαιδευτικοί – ακριβέστερα, οι συνδικαλιστικοί εκπρόσωποί τους – αντιδρούν στην καθιέρωση της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας για την εκλογή υπηρεσιακών συμβουλίων ανά διετία. Τη φορά αυτή δεν καταγγέλλουν τον «τεχνοφασισμό», όπως κάποιοι συνάδελφοί τους είχαν κάνει παλαιότερα, βρίσκουν διαφορετικούς, αλλά εξίσου κωμικούς λόγους να επικαλεσθούν. Ακουγα, λ.χ., κάποιον συνδικαλιστή (της ΔΑΚΕ, νομίζω…) να εκθέτει από το ραδιόφωνο τι τους φοβίζει με την ηλεκτρονική ψηφοφορία. Αν ψηφίζουν από το σπίτι τους, εξηγούσε ο καλός άνθρωπος, διατρέχουν τον κίνδυνο να έρχεται (αυτοπροσώπως, εννοείται) ο διευθυντής της σχολικής μονάδας στο σπίτι του ψηφοφόρου για να τον επηρεάσει!

Ακούγεται αστείο, αλλά αν το καλοσκεφθείτε έχει κάποιο δίκιο, εφόσον μιλά από την πλευρά του διευθυντή της σχολικής μονάδας. Διότι, με την ψηφοφορία δια της φυσικής παρουσίας του ψηφοφόρου, διευκολύνεται ο διευθυντής του παραδείγματος ή όποιος άλλος έχει την πρόθεση να επηρεάσει την ψηφοφορία: τη στήνει στον χώρο της ψηφοφορίας, δηλαδή το σχολείο, και ασκεί την επιρροή του στους ψηφοφόρους καθώς αυτοί προσέρχονται. Αντιθέτως, αν ο καθένας ψηφίζει από το σπίτι του μέσω του υπολογιστή του, τότε πράγματι εκείνος που θέλει να επηρεάσει την ψήφο έρχεται σε δύσκολη θέση: θα πρέπει να τρέχει από το ένα σπίτι στο άλλο, να βρίσκει πού θα παρκάρει το αυτοκίνητο, να επιβαρύνεται επίσης με το κόστος της βενζίνης – εν ολίγοις, μπελάς.

Επιπλέον, δε, όπως διαβάζουμε στο εξώδικο που απέστειλε σύλλογος εκπαιδευτικών στην υπουργό Παιδείας και δημοσιεύθηκε, οι συνδικαλιστές εκφράζουν το παράπονο ότι δεν προβλέπεται ελάχιστη αποζημίωση για τους εκπαιδευτικούς. (Αν προβλεπόταν, θα είχαν διαφορετική στάση; Μάλλον…). Επίσης, γίνεται μνεία στους εκπαιδευτικούς που δεν διαθέτουν τα τεχνικά μέσα (!) για να μετάσχουν στην ηλεκτρονική ψηφοφορία. Εδώ δεν γελάμε, καγχάζουμε. Είναι δυνατόν σήμερα, που κάθε φοιτητής έχει το δικό του λάπτοπ, να υπάρχουν δάσκαλοι και καθηγητές χωρίς υπολογιστή; Αν πράγματι υπάρχουν, τότε κακώς διδάσκουν στα σχολεία, οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν σχέση με τη σύγχρονη εκπαίδευση.

Ολα αυτά είναι κάπως τραβηγμένα από τα μαλλιά, όμως στην ουσία του το πρόβλημα είναι πολύ απλό: οι συνδικαλιστές αντιδρούν στη ρύθμιση της υπουργού, όχι μόνον επειδή καθιερώνει την ηλεκτρονική ψηφοφορία ως τη μόνη μέθοδο για τη διεξαγωγή εκλογών, αλλά κυρίως επειδή η ημερομηνία των εκλογών παύει να γίνεται σε εργάσιμη ημέρα και ώρα, όπως ίσχυε επί σχεδόν σαράντα χρόνια (ήταν η πρώτη Τετάρτη του Νοεμβρίου κάθε δεύτερου έτους) και, εφεξής, θα γίνεται σε μη εργάσιμη ημέρα (το πρώτο Σάββατο του ιδίου μηνός). Χάνουν το Σάββατό τους, δηλαδή, ενώ μέχρι τώρα ήσαν οι γονείς και οι μαθητές που επιφορτίζονταν με το κόστος του συνδικαλισμού. Δηλαδή, είναι τέτοια θυσία να αφιερώσουν ένα Σάββατο ανά δύο χρόνια; Τότε προς τι η ηρωική ρητορική των συνδικαλιστών περί αγώνων κ.λπ.; Σταματούν οι αγώνες στις αργίες;

Υπάρχει όμως και ο σοβαρότερος λόγος για τον οποίον αντιδρούν: με την ηλεκτρονική ψηφοφορία κινδυνεύει να χαθεί ο έλεγχος των υπηρεσιακών συμβουλίων από εκείνους που τον ασκούσαν επί δεκαετίες. Είναι χαρακτηριστικό ότι υπάρχουν συνδικαλιστές, που πέρασαν όλη την καριέρα τους στα υπηρεσιακά συμβούλια, χωρίς να πατήσουν το πόδι τους σε τάξη. Είναι όμως τόσο σημαντικές οι θέσεις στα υπηρεσιακά συμβούλια, ώστε να προκαλείται τέτοιος θόρυβος; Είναι, διότι τα συμβούλια αυτά ελέγχουν τις υπηρεσιακές μεταβολές των εκπαιδευτικών (μεταθέσεις, μετατάξεις κ.λπ.), εξού και ο καημός για τον έλεγχό τους.

Αυτός ο έλεγχος κινδυνεύει να χαθεί τώρα με την ηλεκτρονική ψηφοφορία, η οποία διευρύνει την ψήφο και στους 170.000 εκπαιδευτικούς. Τυπικά, βεβαίως, είχαν πάντα το δικαίωμα της ψήφου· στην πράξη όμως μόνον 40.000 ήσαν εκείνοι που προσέρχονταν στις εκλογές. Τώρα, με την ευκολία της ηλεκτρονικής ψήφου, μπορούν και οι υπόλοιποι 130.000 να ασκήσουν το δικαίωμά τους από την ησυχία του σπιτιού τους και, προφανώς, αυτό φοβίζει τους συνδικαλιστές. Δεν πειράζει, θα συνηθίσουν με τον καιρό…