Δύο μήνες αφού ασθένησε εξαιτίας του κοροναϊού, η Τζούλι είχε την πρώτη της παραίσθηση. «Ξεκίνησε αργά. Δυσκολευόμουν να παρακολουθήσω την πλοκή μιας σειράς, στη συνέχεια δεν μπορούσα να διαβάσω τις λέξεις στην οθόνη του κινητού μου», θυμάται, μιλώντας στον Guardian.

Η κατάστασή της επιδεινώθηκε. «Ξέρω ότι ακούγεται τρελό, και δεν ξέρω πώς να το διατυπώσω σωστά, όμως ένιωθα πραγματικά σαν κάτι να καταλάμβανε το σώμα και το μυαλό μου».

«Ήμουν τόσο σίγουρη ότι συνέβαινε, που έβαλα την αδερφή μου να μου υποσχεθεί ότι θα θυμάται μια λέξη ασφαλείας, η οποία θα αποδεικνύει αν είμαι όντως εγώ στο σώμα μου».

Εν μέσω αυτών των ψευδαισθήσεων, η 36χρονη Τζούλι από τη Μινεσότα, μεταφέρθηκε τελικά στο νοσοκομείο από την οικογένειά της. «Η μητέρα μου είπε στον γιατρό στα επείγοντα ότι αναρρώνω από κοροναϊό και ότι φοβούνται ότι αυτό είναι κάποια παράξενη επιπλοκή. Εκείνος συμφώνησε ότι είναι πιθανό, αλλά δεν είχε να προτείνει κάποια λύση».

Πληθαίνουν τα στοιχεία για ψυχικές διαταραχές

Η Τζούλι δεν είναι η μόνη τέτοια περίπτωση. Καθώς σιγά-σιγά φαίνονται οι πρώτες μακροπρόθεσμες σωματικές επιπλοκές του κοροναϊού, αρχίζουμε να βλέπουμε και τις πρώτες παρενέργειές του για την ψυχική υγεία.

Έρευνα στην Ιταλία ανακάλυψε ότι περισσότεροι από τους μισούς που χρειάστηκε να νοσηλευτούν για κοροναϊό, παρουσίασαν ψυχιατρική διαταραχή ένα μήνα αργότερα, με το 28% να έχει συμπτώματα μετατραυματικού στρες, το 31% κατάθλιψη και το 42% αγχώδη διαταραχή. Η αϋπνία και τα συμπτώματα ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής ήταν επίσης συνηθισμένα.

Άλλη έρευνα, αυτή τη φορά από το University College London (UCL) εντόπισε επίσης ψυχιατρικά και νευρολογικά προβλήματα μετά τις λοιμώξεις κοροναϊού. Ο σύζυγος μιας γυναίκας που πήρε εξιτήριο από το νοσοκομείο παρατήρησε ότι εκείνη φερόταν παράξενα, βγάζοντας και ξαναβάζοντας ασταμάτητα το παλτό της και λέγοντας ότι βλέπει μαϊμούδες και λιοντάρια μέσα στο σπίτι τους.

Δεν επηρεάζονται, όμως, μόνο εκείνοι που ασθενούν τόσο ώστε να χρειαστούν νοσηλεία, όπως μαρτυρούν περιπτώσεις ανθρώπων όπως η Τζούλι.

«Δυσκολεύομαι να βγω από το σπίτι»

Πριν την πανδημία, η Ντον, 48 ετών, ήταν υπεύθυνη για μεταμοσχεύσεις οργάνων στη Φιλαδέλφεια. Τώρα είναι άνεργη, και σε πρόσφατη επίσκεψη σε φιλικό της σπίτι, χρειάστηκε μισή ώρα για να συγκεντρώσει αρκετό θάρρος ώστε να βγει από το αυτοκίνητό της.

Μετά τη διάγνωσή της με κοροναϊό, το άγχος της για την ασθένεια αυξήθηκε. Βίωνε πόνους στο στήθος και κρίσεις πανικού. «Περπατούσα στο σπίτι τη νύχτα και έλεγχα αν ανάπνεαν όλοι», λέει χαρακτηριστικά. Τον Ιούνιο, η ανησυχία της μικρότερης αδερφής της και το γεγονός ότι οι γιατροί τη διαβεβαίωσαν ότι είναι σωματικά υγιής, την παρότρυνε να αναζητήσει υπηρεσίες ψυχικής υγείας.

Έκτοτε έχει διαγνωστεί με μετατραυματικό στρες, γενικευμένη αγχώδη διαταραχή και βαριά κατάθλιψη και αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε πρόγραμμα θεραπείας. «Έχω ξεκινήσει θεραπεία εδώ και δύο μήνες, και εξακολουθώ να δυσκολεύομαι να βγω από το σπίτι», λέει.

«Ξυπνούσα επειδή δεν μπορούσα να αναπνεύσω»

Η Λόρεν Νίκολς, 32 ετών, από τη Βοστόνη, δήλωσε ότι αν και η απομόνωση σίγουρα έπαιξε το ρόλο της, βίωσε «καθαρό φόβο» όταν ξεπέρασε το οξύ στάδιο της λοίμωξης από κοροναϊό. «Ξυπνούσα στη μέση της νύχτας επειδή δεν μπορούσα να αναπνεύσω», θυμάται, προσθέτοντας ότι στο τέλος την τρόμαζε ο ίδιος ο ύπνος, ενώ φοβόταν ότι δεν θα μπορούσε καν να φωνάξει τον σύζυγό της αν ένιωθε ότι θα πεθάνει.

Πώς επηρεάζει ο κοροναϊός την ψυχική υγεία;

Ο Δρ. Τζόναθαν Ρότζερς, νευροψυχίατρος στο UCL και μέλος ομάδας που εργάζεται πάνω στις νευρολογικές και ψυχικές επιπτώσεις του κοροναϊού, εξηγεί στον Guardian ότι μεγάλο μέρος της έρευνας έχει πραγματοποιηθεί στους ασθενείς που νοσηλεύτηκαν, και όχι στην ευρύτερη κοινότητα. «Πρόκειται για μια ομάδα που έχει παραμεληθεί με όρους έρευνας, γεγονός αξιοσημείωτο από τη στιγμή που πρόκειται για τη συντριπτική πλειοψηφία των ασθενών».

Η κοινωνική απομόνωση, το άγχος, η ανεργία, οι δυσκολίες στην εύρεση νέας θέσης εργασίας, η συνεχιζόμενη εξάντληση και οι οικονομικές δυσκολίες, ενδέχεται να συμβάλλουν στα προβλήματα ψυχικής υγείας στους επιζώντες του κοροναϊού, συνεχίζει. Το ίδιο ισχύει και για την εμπειρία της ασθένειας, αλλά και για την εμπειρία ενός περιβάλλοντος όπως αυτό στις ΜΕΘ.

Υπάρχουν και άλλες αιτίες, που σχετίζονται συγκεκριμένα με τον κοροναϊό, συμπεριλαμβανομένης και της ανησυχίας των ασθενών ότι έχουν μεταδώσει τον ιό σε άλλους. «Είδα ασθενείς στο νοσοκομείο που αντικειμενικά δεν ήταν σε τόσο κακή κατάσταση, και γίνονταν καλύτερα. Όμως λόγω του πανικού τους για τον κοροναϊό, ήταν σίγουροι ότι θα πέθαιναν. Υπήρχαν ακόμη και άνθρωποι που μου έλεγαν «γιατρέ, απλώς σκότωσέ με», θυμάται.

Ο ρόλος των φλεγμονών

Υπάρχει περίπτωση ο κοροναϊός να έχει άμεσες επιπτώσεις στη λειτουργία του εγκεφάλου; Ο Ρότζερς σημειώνει ότι έχουν υπάρξει περιπτώσεις φλεγμονής στον εγκέφαλο ή εγκεφαλίτιδας που συνδέονταν με την ασθένεια, αλλά, όπως λέει, αποτελούν πολύ σπάνιο φαινόμενο.

Ωστόσο, η ιταλική έρευνα υποστηρίζει ότι οι ασθενείς κοροναϊού με υψηλότερα επίπεδα φλεγμονής στο αίμα τους ήταν πιο πιθανό να εμφανίσουν αργότερα κατάθλιψη και άγχος, συνεχίζει.

Ορισμένοι μπορεί να υποστηρίζουν ότι και τα δύο προβλήματα ενδέχεται να επιδεινώνονται εξαιτίας της χειρότερης γενικής υγείας των ασθενών, όμως η εναλλακτική εξήγηση θα ήταν ότι οι αντιφλεγμονώδεις ουσίες επηρεάζουν τον εγκέφαλο και προκαλούν ψυχιατρικές διαταραχές, λέει ο Ρότζερς.

Ανάγκη για διαρκή έλεγχο

Ο Δρ. Νικ Γκρέι, συμβουλευτικός κλινικός ψυχολόγος στο ίδρυμα Sussex Partnership NHS και στο Πανεπιστήμιο του Σάσεξ, είναι μέρος ομάδας ειδικών που έχουν δημιουργήσει ομάδα εργασίας για την ανταπόκριση στο τραύμα του κοροναϊού. Η ομάδα έχει αναπτύξει κλινικές οδηγίες ελέγχου της ψυχικής υγείας των ασθενών που περνούν βαριά την ασθένεια.

Μεταξύ των οδηγιών είναι και ο εβδομαδιαίος έλεγχος της ψυχικής υγείας των ασθενών για τέσσερις εβδομάδες μετά το εξιτήριο, και η παροχή εκτιμήσεων της ψυχικής τους υγείας κάθε τρεις μήνες, τουλάχιστον για το πρώτο έτος.

Η Ντον τονίζει ότι οι υπηρεσίες ψυχικής υγείας είναι απολύτως απαραίτητες. «Όλοι μου έλεγαν να γυρίσω στη δουλειά, ακόμη και ο σύζυγός μου, όμως δεν ήμουν σε θέση να το κάνω ψυχικά, και δεν μπορούσα να εξηγήσω στους άλλους γιατί, μέχρι να μου πουν άλλοι γιατί νιώθω έτσι», εξηγεί.

Η Νίκολς έχει αναβάλει την επίσκεψη σε ειδικό ψυχικής υγείας, γιατί φοβάται ότι αν καταγραφεί μια διάγνωση και στη συνέχεια επαναμολυνθεί από τον ιό, ίσως η γιατροί δεν πιστεύουν ότι όντως παρουσίασε συμπτώματα. Υπογραμμίζει, ωστόσο, τη σημασία που έχει για εκείνους που βιώνουν ανάλογα προβλήματα, να ξέρουν ότι υπάρχει διαθέσιμη βοήθεια.

«Το να προσπαθείς να το νικήσεις μόνος σου, είτε βρίσκεσαι σε απομόνωση, είτε νιώθεις ότι δεν υπάρχει κανείς άλλος που να καταλαβαίνει ακριβώς τι περνάς, δεν είναι η σωστή απάντηση», τονίζει.