Η είδηση πέρασε στα ψιλά, ίσως και γιατί κανένας δεν ήθελε να παρουσιάσει ως πιο δραματικό ένα πρόβλημα το οποίο ήταν ούτως ή άλλως γνωστό.

Αναφέρομαι στο ότι για άλλη μια φορά μεταφέρθηκε για επόμενη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ η τελική απόφαση για το πακέτο μέτρων που έχει ετοιμάσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το οποίο αναμένουν αρκετές ευρωπαϊκές οικονομίες που θέλουν να αποφύγουν η οικονομική κρίση να μετατραπεί και σε βαθιά κοινωνική και πολιτική κρίση.

Δεν θέλω να σταθώ στις τεχνικές λεπτομέρειες των διαφωνιών που υπάρχουν ή στις εκτιμήσεις για το πότε θα γεφυρωθούν οι διαφορές. Η ουσία είναι ότι ακόμη και εάν όλα λυθούν στην επόμενη Σύνοδο Κορυφής, το πρόβλημα θα παραμένει.

Η Ευρώπη βρέθηκε αντιμέτωπη με μια έκτακτη περίσταση, σε αυτήν μπορούσε όχι μόνο να επιδείξει αλληλεγγύη στο εσωτερικό της αλλά και να εκμεταλλευτεί το μεγάλο εύρος εργαλείων πολιτικής που διαθέτει για να εμπεδώσει μια αντίληψη ευρωπαϊκού κοινωνικού κράτους και για άλλη μια φορά δεν μπόρεσε να το κάνει έγκαιρα και στην κλίμακα που ήταν απαραίτητη.

Ακόμη χειρότερα, σε διάφορες στιγμές αποτυπώθηκε το είδος εκείνο της εθνικής αναδίπλωσης που υποτίθεται ότι αποτελεί την άρνηση του ευρωπαϊκού πνεύματος.

Αν προσθέσουμε σε αυτά και το γεγονός ότι όσο πιο μεγαλόστομες είναι οι εξαγγελίες για το μέλλον της Ευρώπης, τόσο πιο λίγα τα πραγματικά βήματα ώστε αυτό το οικοδόμημα να γίνει περισσότερο δημοκρατικό, λιγότερο γραφειοκρατικό και πιο κοντινό στις ευρωπαϊκές κοινωνίες που το βλέπουν ως κάτι το ξένο και μακρινό, τότε αντιλαμβανόμαστε το συνολικότερο πρόβλημα.

Μόνο που οι θεσμοί, συμπεριλαμβανομένων των διεθνών, κρίνονται στις περιόδους κρίσης. Εκεί είναι η δοκιμασία τους, εκεί κερδίζουν τη συναίνεση των κοινωνιών, ή χάνουν την εμπιστοσύνη των πολιτών.

Οι ηγέτες της Ευρώπης οφείλουν να αναμετρηθούν με αυτή την πρόκληση και να πάρουν όλες τις αναγκαίες πρωτοβουλίες. Διαφορετικά, ας μην έχουν καμιά απορία εάν το σημερινό φθινόπωρο της Ευρώπης (έστω και εν μέσω θέρους) μετατραπεί σε έναν χειμώνα δυσαρέσκειας.