Ξεκίνησε το παζάρι ανάμεσα στην ελληνική κυβέρνηση και στην Κομισιόν για την οικονομική ενίσχυση των περιοχών της Δυτικής Μακεδονίας και της Μεγαλόπολης αλλά και τη διάσωση 27.100 θέσεων εργασίας, λόγω της απόφασης να κλείσουν οι λιγνιτικοί σταθμοί και τα ορυχεία.

Υπενθυμίζεται ότι η συντριπτική πλειονότητα των μονάδων θα έχει κλείσει το 2023 και θα απομείνει μόνο μία, η υπό κατασκευή, σήμερα, Πτολεμαΐδα V. Η κυβέρνηση αποφάσισε την απολιγνιτοποίηση στο πλαίσιο των πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ενωσης για δραστική μείωση του αποτυπώματος του άνθρακα το 2030 και για πλήρη εξάλειψή του το 2050. Η μετάβαση αφορά σταδιακά την περίοδο 2021-2027 και ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας έχει υποστηρίξει ότι μπορούν να αντληθούν κεφάλαια ύψους 3,7-4,4 δισ. ευρώ.

Η Κομισιόν έχει ετοιμάσει κείμενο το οποίο και θα αποτελέσει τη βάση του διαλόγου ανάμεσα στο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας και τις αρμόδιες υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με σκοπό τη διάθεση των αναγκαίων κοινοτικών κονδυλίων από το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης.

Σύμφωνα με πληροφορίες των «ΝΕΩΝ» το κείμενο αυτό περιγράφει τη σημερινή κατάσταση στις προαναφερόμενες περιοχές, τις προκλήσεις με τον κίνδυνο απώλειας χιλιάδων θέσεων εργασίας, καθώς και τους προτεινόμενους νέους οικονομικούς τομείς χρηματοδότησης προκειμένου να υπάρξει μετάβαση σε νέο μοντέλο ανάπτυξης των περιοχών.

Τι αναφέρει

Το έγγραφο που έχουν στη διάθεσή τους τα «ΝΕΑ» και πρόκειται για προσάρτημα στην τελευταία έκθεση της μεταμνημονιακής αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας αναφέρει τα αίτια για τα οποία η χώρα προχωρεί στην απολιγνιτοποίηση: «Η Ελλάδα παράγει υψηλές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου, 9,2 τόνους κατά κεφαλήν κάθε χρόνο, σε σύγκριση με 8,8 τόνους κατά κεφαλήν σε επίπεδο ΕΕ. Αυτό οφείλεται κυρίως στην εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα, με περισσότερο από το 30% της ηλεκτρικής ενέργειας να παράγεται από λιγνίτη, και συγκεκριμένα στις δύο περιοχές εξόρυξης του ορυκτού καυσίμου της Δυτικής Μακεδονίας και της Μεγαλόπολης στην Πελοπόννησο. Επιπλέον το 10% της ηλεκτρικής ενέργειας παράγεται από ντίζελ στα νησιά».

Το κείμενο της Κομισιόν περιγράφει επίσης τη σημερινή κατάσταση της Δυτικής Μακεδονίας (280.000 κάτοικοι) και κυρίως του Νομού Κοζάνης (150.000 κάτοικοι). Εκεί βρίσκονται τα μεγαλύτερα ορυχεία και οι περισσότεροι σταθμοί ρεύματος. Ο τομέας της ηλεκτροπαραγωγής από λιγνίτη είναι ο σημαντικότερος οικονομικός τομέας, αντιπροσωπεύοντας πάνω από το ένα τρίτο του ΑΕΠ της Περιφέρειας. «Ως εκ τούτου», σημειώνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, «ενώ το κλείσιμο των λιγνιτικών μονάδων θα έχει θετικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και στην υγεία, δημιουργεί σημαντικές οικονομικές και κοινωνικές προκλήσεις». Και υπογραμμίζει: «Οι εκτιμώμενες 5.500 θέσεις εργασίας στα ορυχεία λιγνίτη και στους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής βρίσκονται σε άμεσο κίνδυνο. Επιπλέον, 20.000 θέσεις εργασίας κινδυνεύουν έμμεσα». Σύμφωνα με τους συντάκτες, που επικαλούνται στοιχεία του 2016, «η περιοχή έχει ήδη ένα από τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας (31%) όλων των περιφερειών άνθρακα ή λιγνίτη της ΕΕ και το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της κατέρρευσε από 86% σε 59% του μέσου όρου της ΕΕ μεταξύ 2009 και 2017. Επιπλέον, πάνω από 100.000 κάτοικοι συνδέονται με συστήματα τηλεθέρμανσης, τα οποία λειτουργούν με τη θερμότητα των λιγνιτικών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής που τροφοδοτούνται με λιγνίτη. Η αποκατάσταση των ορυχείων είναι μια άλλη σημαντική πρόκληση που πρέπει να αντιμετωπιστεί».

Εγγραφο

Στο έγγραφο της Κομισιόν περιγράφεται και η κατάσταση στη Μεγαλόπολη (6.000 κάτοικοι), όπου σημειώνεται ότι τα λιγνιτωρυχεία και οι σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής είναι η πιο σημαντική δραστηριότητα και υπολογίζεται πως περίπου 1.600 θέσεις απασχόλησης κινδυνεύουν.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπογραμμίζει τη σύσταση της διακυβερνητικής επιτροπής για τον συντονισμό των δράσεων της δίκαιης μετάβασης των περιοχών. Χαρακτηρίζει δε τη μετατροπή της οικονομίας της Δυτικής Μακεδονίας από λιγνιτικά εξαρτώμενη σε εξαρτημένη από άλλες διαφοροποιημένες οικονομικές δραστηριότητες «τεράστια πρόκληση». «Το κλειδί», σύμφωνα με την Κομισιόν, «είναι οι τομείς που προσδιορίζονται από τα ιδιαίτερα περιφερειακά χαρακτηριστικά, δηλαδή τα αγροδιατροφικά προϊόντα, το περιβάλλον και η ενέργεια, η βιομηχανία πολυτελών ειδών ένδυσης και ο αγροτουρισμός». Ως πηγή ενέργειας για αυτές τις δραστηριότητες η έκθεση προσδιορίζει τις ΑΠΕ, την υδροηλεκτρική ενέργεια και την αποθήκευση ενέργειας.

Πιο εύκολη χαρακτηρίζει η έκθεση τη μετάβαση της Μεγαλόπολης, λόγω του μικρού μεγέθους της και των ήδη υπαρχουσών διαφοροποιημένων οικονομικών δραστηριοτήτων.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτείνει ως σημαντικές δράσεις για την άμβλυνση του κοινωνικού και οικονομικού κόστους επενδύσεις που θα στοχεύουν στη διαφοροποίηση της περιφερειακής οικονομίας.

Ετσι για τη Δυτική Μακεδονία και τη Μεγαλόπολη προτείνει:

· Παραγωγικές επενδύσεις σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των startups.

· Ανάπτυξη τεχνολογιών και υποδομών για οικονομικά αποδοτική και καθαρή ενέργεια, για την ενεργειακή απόδοση και τις ΑΠΕ.

· Την αποκατάσταση και αναγέννηση χώρων (ορυχεία) με αναδασώσεις.

· Τη βελτίωση των δεξιοτήτων και την επανακατάρτιση των εργαζομένων.

· Την παροχή βοήθειας σε άτομα που αναζητούν εργασία.

Τις παραγωγικές επενδύσεις σε μεγάλες επιχειρήσεις.