Η παρουσίαση του φιλόδοξου προγράμματος Rebrain Greece τη Δευτέρα από τον υπουργό Εργασίας Γιάννη Βρούτση ήταν βούτυρο στο ψωμί της πλειονότητας των εγχώριων ΜΜΕ. Ο τίτλος βγήκε πριν καν ο υπουργός ολοκληρώσει την τοποθέτησή του: «Ζητούνται 500 εργαζόμενοι. Ελάχιστη αμοιβή 3.000.» Αυτό, πάνω-κάτω, ήταν το πνεύμα των δημοσιευμάτων.

Το Rebrain Greece – που στοχεύει στον επαναπατρισμό Ελλήνων του εξωτερικού, υψηλής ειδίκευσης και επιστημονικής εμπειρίας – μπορεί να ακούγεται δελεαστικό, παρ’ όλα αυτά δεν φαίνεται να πείθει όσους άφησαν τη χώρα στα χρόνια της κρίσης. Αυτό γιατί στο μεσοδιάστημα, όσο δηλαδή στο εσωτερικό μετρούσαμε μειώσεις μισθών και συντάξεων, προσπαθούσαμε να ερμηνεύσουμε διατάξεις σειράς αντεργατικών νόμων, τρέχαμε οργισμένοι στις κάλπες σχεδόν ανά διετία για την ανάδειξη του Ενός που ως διά μαγείας θα μετέτρεπε τη χώρα σε βαλκανική Ελβετία ή ευρωπαϊκή Κούβα (αναλόγως το αφήγημα του καθενός) και καλλωπίζαμε ψυχαναγκαστικά τα βιογραφικά σημειώματά μας, οι «νεομετανάστες», όπως τους βάφτισαν τα μίντια, έστηναν εκ νέου τη ζωή τους σε στέρεες βάσεις και πραγμάτωναν με κόπο επαγγελματικούς και προσωπικούς στόχους.

Οταν, τελικά, η μνημονιακή σκόνη κάθισε (κυριολεκτικά), διαπιστώσαμε πόσο απελπιστικά μέτρια κινδυνεύει να γίνει η ελληνική κοινωνία, αφού η άνευ προηγουμένου εκροή ανθρώπινου κεφαλαίου των τελευταίων 10 ετών στέρησε από τη χώρα τους εν δυνάμει επιστήμονες, καινοτόμους, επιχειρηματίες, ερευνητές, ακαδημαϊκούς που είχαν τα φόντα να την οδηγήσουν στη νέα εποχή.

Σήμερα, με δόλωμα μεγαλοστομίες και υποσχέσεις παχυλών μισθών, τους ζητάμε να επιστρέψουν. Αρκούν όμως αυτά για να τους φέρουν πίσω; Τι αναφέρουν στα «ΝΕΑ» τρεις νέοι επιστήμονες.

Ελευθερία Φασουλάκη

(ψυχολόγος – ψυχοθεραπεύτρια, φοιτήτρια διδακτορικού, Λονδίνο)

Θετικό μεν το πιλοτικό πρόγραμμα Rebrain Greece αλλά με μεγάλο ρίσκο

Πρόκειται, σαφώς, για μια κίνηση που εγώ προσωπικά βλέπω θετικά αν και το πρόγραμμα είναι πιλοτικό. Ισως, μάλιστα, να είναι και η πρώτη φορά που ένα πρόγραμμα προσπαθεί έμπρακτα να προσελκύσει Ελληνες του εξωτερικού, παρότι η συγκεκριμένη συζ ήτηση έχει ανοίξει και στο παρελθόν. Παρ’ όλα αυτά, αφορά σε ένα ή δύο χρόνια επαγγελματικής αποκατάστασης, για αρχή. Αυτό είναι ένα ρίσκο. Θετικό ίσως, αλλά ρίσκο. Απλώς, κατά τη γνώμη μου, είναι μεγαλύτερο ρίσκο να αφήσεις μια καριέρα στο εξωτερικό και να πρέπει να ξαναφύγεις ύστερα από δύο χρόνια γιατί δεν θα έχεις δουλειά. Και δεν είναι εύκολο να ξαναρχίσεις από την αρχή στο εξωτερικό. Τίποτα δεν είναι εύκολο στο εξωτερικό. Ισως να πρόκειται για προσωπική μου ανησυχία αλλά πιστεύω ότι είναι βάσιμη. Από την άλλη, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε αυτό το πρόγραμμα. Μας αφορά και είναι καλοδεχούμενο, εφόσον βέβαια πίσω του υπάρχει σοβαρή σκέψη και σχεδιασμός.

Θεωρώ, όμως, ότι ένα ολοκληρωμένο – συντεταγμένο business development plan ίσως να επιτύγχανε βραχυπρόθεσμα τους στόχους που το πρόγραμμα θέτει. Από ό,τι τουλάχιστον έχω διαβάσει. Μακάρι να γίνει η αρχή και να εξελιχθεί. Εδώ, όμως, θα ήθελα να σημειώσω ότι άτομα με υψηλή εξειδίκευση σε ακαδημαϊκό επίπεδο υπάρχουν και στην Ελλάδα. Πολλοί εξ αυτών, μάλιστα, αναγκάστηκαν να ακολουθήσουν διαφορετικές καριέρες λόγω συνθηκών. Το πρόγραμμα θα έπρεπε να αφορά και εκείνους. Οσον αφορά στην εγχώρια αγορά εργασίας ειδικότερα στον κλάδο μου, υπάρχει η αίσθηση της αβεβαιότητας. Η συνολική αντίληψη της ψυχικής υγείας και του ψυχολόγου στην Ελλάδα περιορίζεται στην εικόνα του θεραπευτή που δουλεύει ιδιωτικά και δεν κατέχει κανέναν συλλογικό και κοινωνικό ρόλο όπως συμβαίνει στο εξωτερικό. Αν οι ψυχολόγοι είναι μέρος του προγράμματος, θα πρέπει να υπάρχει μέριμνα για το πού και πώς μπορούν να αξιοποιηθούν στη σημερινή ελληνική κοινωνία με την επιστημονική/ερευνητική και κλινική/εφαρμοσμένη κατάρτισή τους. Τα χρήματα δεν αποτελούν το μοναδικό κίνητρο για επαναπατρισμό.

Προσωπικά έφυγα από την Ελλάδα πριν από την κρίση, αφού ήθελα να ζήσω και να σπουδάσω στο εξωτερικό. Αυτό, όμως, που συνέβη με πολλούς Ελληνες ευρισκόμενους σε παρόμοια θέση με εμένα είναι ότι ενώ σκοπεύαμε να επιστρέψουμε με την ολοκλήρωση των σπουδών μας, μας πρόλαβε η κρίση με αποτέλεσμα να παραμείνουμε στο εξωτερικό. Προς το παρόν τουλάχιστον, είμαι ικανοποιημένη με την απόφασή μου. Η διαδικασία της μάθησης συνεχίζεται και παράλληλα εξελίσσομαι σε βαθμό που δεν ξέρω αν θα κατάφερνα στην Ελλάδα. Το τίμημα, όμως, του να είσαι μακριά από το σπίτι σου είναι πολύ βαρύ.

Εν κατακλείδι, θεωρώ πως οι Ελληνες του εξωτερικού οφείλουν και θέλουν (ίσως όχι όλοι) να βοηθήσουν στην περαιτέρω ανάπτυξη της χώρας, αρκεί να είναι και καλοδεχούμενοι. Το κομμάτι της κοινωνικής ενσωμάτωσης είναι εξίσου σημαντικό.

Αρμάν Παπαδάκης-Σάλι

(οικονομολόγος υγείας, Λονδίνο)

Στο Λονδίνο οι επαγγελματικές ευκαιρίες είναι απεριόριστες

Δυστυχώς, είναι ακόμα αρκετά τα βήματα που πρέπει να γίνουν, ώστε να δημιουργηθεί ένα περιβάλλον δελεαστικό και πρόσφορο για να λάβει κανείς την απόφαση να επιστρέψει. Στο Λονδίνο οι επαγγελματικές ευκαιρίες είναι απεριόριστες. Ο άξιος και σκληρά εργαζόμενος θα επιβραβευθεί και θα προχωρήσει, θα αναγνωριστεί και θα αμειφθεί αναλόγως. Μπορεί κάποιος να δουλέψει πάνω στο αντικείμενό του, να ανελιχθεί και να γίνεται καλύτερος. Η δουλειά που κάνουμε πολλοί από τους συμπατριώτες μας εδώ, έχει αντίκτυπο σε ευρωπαϊκό, ίσως και παγκόσμιο επίπεδο και αυτό προσφέρει ηθική ικανοποίηση και επαγγελματική ασφάλεια. Το αίσθημα αυτό είναι πολύ ισχυρό και – για εμένα – το πιο καθοριστικό.

Στη χώρα μας έχουμε πλέον συνηθίσει να ακούμε «λόγια του αέρα». Προσωπικά, είμαι ακόμα πολύ επιφυλακτικός για το πώς θα εφαρμοστεί στην πράξη το Rebrain Greece, αλλά κυρίως για το πώς θα μπορέσει να δοθεί μια διαβεβαίωση στους νέους ότι μετά το πέρας των δύο χρόνων του προγράμματος, θα μπορούν αυτοί να συνεχίσουν να εργάζονται με ένα -τουλάχιστον – ανάλογο επίπεδο αμοιβής. Επιπλέον, σε τέτοιες περιπτώσεις όπου απαιτείται συνεργασία μεταξύ ιδιωτικών επιχειρήσεων και κράτους, οι αστάθμητοι παράγοντες είναι πολλαπλοί και πολύ δύσκολο να προβλεφθούν για τον ίδιο τον εργαζόμενο, ο οποίος αποτελεί και τον αδύναμο κρίκο αυτής της αλυσίδας.

Οι προοπτικές στη μεταμνημονιακή Ελλάδα είναι κάτι που διχάζει εμένα αλλά και πολλούς Ελληνες του εξωτερικού. Προσωπικά, θα σκεφτόμουν να επιστρέψω όταν νιώσω ότι ο κύκλος μου εδώ έχει κλείσει. Θεωρώ ότι δεν υπάρχει κανένα νόημα να είσαι σε ένα μέρος που δεν περνάς καλά, μόνο επειδή έχεις καλύτερες προοπτικές καριέρας. Το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν υπάρχει καμία τέλεια επιλογή, κανένας σωστός ή λάθος δρόμος. Ο καθένας μας θέτει τις προτεραιότητές του, σταθμίζει τα πράγματα διαφορετικά και πράττει αναλόγως. Εγώ θεωρώ ότι είμαι από τους τυχερούς, καθώς έχω φτιάξει μια αρκετά καλή ζωή εδώ, σε επαγγελματικό και προσωπικό επίπεδο. Υπάρχουν, όμως, και άλλοι που βρίσκονται στο εξωτερικό από ανάγκη και όχι από επιλογή, καθώς στην Ελλάδα δεν έχουν καμία αξιόλογη ευκαιρία που να τους παρέχει να ζήσουν μια αξιοπρεπή ζωή.

Οι νέοι με προσόντα μπορούν και οφείλουν να συμβάλλουν στην ανάπτυξη της Ελλάδας, ο καθένας με τον τρόπο του και βάζοντας το λιθαράκι του. Σκεφτόμαστε τη χώρα μας κάθε μέρα, έχουμε εκεί αγαπημένα πρόσωπα και αναμνήσεις, ανυπομονούμε με κάθε ευκαιρία να την επισκεπτόμαστε, έστω για ένα τριήμερο. Παρατηρώντας την τεράστια ελληνική κοινότητα του Λονδίνου, τα συναισθήματα είναι ανάμεικτα. Από τη μία, χαίρομαι γιατί έχω την ευκαιρία να μιλήσω ελληνικά καθημερινά και να ξεχάσω τη μελαγχολία της ξενιτιάς. Από την άλλη, αυτό και μόνο αποδεικνύει πόσο εκτεταμένο είναι το πρόβλημα του brain drain και πόσες ελληνικές οικογένειες έχουν τουλάχιστον ένα άτομο στο εξωτερικό.

Βασιλική Αγγελοπούλου

(ερευνήτρια μοριακής και οπτικής φυσικής, Παρίσι)

Αυθαίρετες εργασιακές σχέσεις και έλλειψη αξιοκρατίας στην ελληνική αγορά

Οι εξαγγελίες για το πρόγραμμα Rebrain Greece φαίνονται πράγματι σαν ένα σωστό πρώτο βήμα για την καταπολέμηση του φαινομένου του brain drain στην Ελλάδα, το οποίο έγινε εντονότερο ιδίως κατά την τελευταία δεκαετία, λόγω και της οικονομικής ύφεσης. Ωστόσο, κατά την άποψή μου, στη λήψη της απόφασης ενός νέου ανθρώπου για την εγκατάστασή του σε μια χώρα λαμβάνονται εξίσου υπόψη πολλοί επιπλέον παράγοντες.

Συγκεκριμένα, μερικοί από τους τομείς που έχουν καταστήσει τη χώρα μας τόσο μη ελκυστική για εργασία είναι οι ακόλουθοι: Το ανεπαρκές σύστημα υγείας, η παραμελημένη παιδεία, το αναξιοπρεπές συνταξιοδοτικό, οι αυθαίρετες εργασιακές σχέσεις, καθώς και η απόλυτη έλλειψη αξιοκρατίας. Οι παραπάνω αποτελούν καθοριστικούς λόγους ώστε να μην επιστρέψει κάποιος που – ζώντας στο εξωτερικό – έχει γνωρίσει πώς δουλεύει ένα κράτος δικαίου και πρόνοιας, που προστατεύει κάθε πολίτη του, τόσο σε κοινωνικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο. Η προσφάτως επιβληθείσα νομοθεσία που διέπει τις εργασιακές σχέσεις και η οποία, μεταξύ άλλων, δίνει στην εκάστοτε εργοδοσία τη δυνατότητα απόλυσης προσωπικού χωρίς καν αιτιολόγηση της απόφασης, είναι ενδεικτική των συνθηκών που διαμορφώθηκαν και συνεχίζουν να διαμορφώνονται στην Ελλάδα. Η εκμετάλλευση τόσο των νέων, όσο και μεγαλύτερων εργαζομένων τείνει να γίνει καθεστώς.

Συνεπώς, δεν πιστεύω ότι μια – αποκομμένη από ένα ολοκληρωμένο και εφικτό πρόγραμμα ανάπτυξης – εξαγγελία υψηλών μισθών είναι αρκετή για να επαναφέρει τους νέους ανθρώπους στη χώρα μας. Αυτό, διότι ο όποιος μισθός δεν είναι αρκετός για να υπερκαλύψει τις κραυγαλέες ελλείψεις ακόμα και σε υλικοτεχνικές υποδομές. Σε αντίθεση με την πλειονότητα των ευρωπαϊκών κρατών, μεγαλύτερων (όπως η Βρετανία, η Γερμανία και η Γαλλία) ή μικρότερων (όπως η Τσεχία, η Σλοβενία και οι χώρες της Βαλτικής), τα κονδύλια που δαπανώνται ετησίως για την έρευνα και την εκπαίδευση  είναι ανεπαρκή και αντιπροσωπεύουν ένα πολύ μικρό ποσοστό του κρατικού προϋπολογισμού.

Στην Ελλάδα του σήμερα είναι σχεδόν ανέφικτο για έναν νέο επιστήμονα να ασχοληθεί με την έρευνα, αφού ύστερα από μια δεκαετία κρίσης και σκληρής λιτότητας, ο τομέας αυτός – δικαίως – δεν αποτελεί προτεραιότητα. Οι οικονομικοκοινωνικές συνθήκες που διαμορφώθηκαν τα τελευταία χρόνια επιτάσσουν την κάλυψη σημαντικότερων αναγκών. Αντιθέτως, εκτός Ελλάδας, ιδίως σε χώρες με μακρά παράδοση στην έρευνα, παρέχεται πληθώρα επιλογών που καλύπτουν όλο το φάσμα των επιστημών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΝΕΑ