Στο ΜΙΤ και τη Μασαχουσέτη των ΗΠΑ είναι βέβαιο ότι θα θυμούνται τους έλληνες φοιτητές για πολλά χρόνια. Κι αυτό γιατί οι ελληνικές ερευνητικές ομάδες, ειδικά εκείνοι του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), αλλά των πανεπιστημίων Δημοκρίτειου και Θεσσαλίας στο παρελθόν, τα τελευταία τρία χρόνια κατακτούν τη μια πρωτιά μετά την άλλη. Το χρυσό μετάλλιο του περίφημου διαγωνισμού συνθετικής βιολογίας iGEM ανήκει και φέτος στην ομάδα του ΑΠΘ που άφησε για μια ακόμη χρονιά πίσω της πανεπιστήμια – κολοσσούς, όπως το ίδιο το ΜΙΤ που διοργανώνει τον διαγωνισμό, το Cambridge, το Oxford και το Harvard. Οπως επίσης και πανεπιστήμια με τεράστιους προϋπολογισμούς στα ερευνητικά τους εργαστήρια από όλο τον κόσμο. Στον διαγωνισμό λαμβάνουν μέρος κάθε χρόνο 5.000 ερευνητικές ομάδες από κορυφαία πανεπιστήμια 40 χωρών, οι οποίες και αξιολογούνται από 120 κριτές παγκοσμίου κύρους.

Ο διαγωνισμός της συνθετικής βιολογίας iGEM, αποτελεί έναν παγκόσμιο διαγωνισμό και απευθύνεται σε φοιτητές πανεπιστημίων από όλο τον κόσμο, ενώ είναι γνωστό στις ΗΠΑ ως το Παγκόσμιο Κύπελλο της Επιστήμης (World Cup of Science). Φέτος η φοιτητική ομάδα «iGEM Thessaloniki» κέρδισε το χρυσό μετάλλιο στον διαγωνισμό, ενώ πέρυσι είχε αποσπάσει το ασημένιο και το 2017 επίσης το χρυσό!

«DNA υπολογιστής»

Στη φετινή της συμμετοχή στον διαγωνισμό η ομάδα σχεδίασε και ανέπτυξε το POSEIDON (Programmable Orthogonal Systems Engineered Into DNA Oligo Networks), τον πρώτο «DNA υπολογιστή» ικανό να προσδιορίσει ποιοτικά και ποσοτικά τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ DNA και πρωτεϊνών ώστε να διαπιστωθεί η παρουσία τους σε συγκεκριμένες ασθένειες με σκοπό αυτές μελλοντικά να αποτραπούν. «Οι πρωτεΐνες έχουν ιδιαίτερη σημασία για την επιστημονική έρευνα, τόσο για τη μελέτη διαφόρων βιοχημικών μονοπατιών όσο και για τη θεραπεία πληθώρας παθολογικών περιπτώσεων» λέει σχετικά από την πλευρά της ομάδας η Αλίκη Αθανασιάδου που εξηγεί ότι στο πείραμά τους εστίασαν «στον χαρακτηρισμό πρωτεϊνών που συνδέονται με τον καρκίνο του μεταστατικού μελανώματος».

Οι φοιτητές του ΑΠΘ, όπως λέει η Αλίκη, δημιούργησαν ένα «εργαλείο» που μπορεί να μελετήσει τη σύνδεση των πρωτεϊνών αυτών με τις αντίστοιχες αλληλουχίες του DNA. «Θέλαμε να μελετήσουμε πώς αυτές οι πρωτεΐνες συνδέονται με το DNA μας στη διάρκεια μιας ασθένειας ώστε να προσπαθήσουμε στη συνέχεια να αποτρέψουμε αυτή τη σύνδεση για να οδηγηθούμε στο μέλλον σε μοντέλα θεραπειών ή κατασκευή φαρμάκων» συνεχίζει.

Η ίδια, όπως αναφέρει, ασχολήθηκε με τη μοντελοποίηση του πειράματος, ενώ στην ομάδα συμμετείχαν 8 μέλη από διαφορετικές επιστήμες οι οποίες και συνδυάστηκαν για την εξαγωγή αποτελεσμάτων: βιολόγοι, φυσικοί, χημικοί μηχανικοί, επιστήμονες της πληροφορικής, των ιατρικών εργαστηρίων.

Συμμετοχή

Βέβαια επρόκειτο για μια διαδικασία που δεν θα μπορούσε να καλυφθεί οικονομικά μόνο από ένα ελληνικό πανεπιστήμιο (ειδικά τα υποχρηματοδοτούμενα ελληνικά πανεπιστήμια), καθώς μόνο η εγγραφή στον διαγωνισμό στοίχισε περίπου 5.000 ευρώ, ενώ το συνολικό κόστος της αποστολή έφτασε περίπου τα 50.000 ευρώ τα οποία καλύφθηκαν από τις χορηγίες εταιρειών από τη Ελλάδα αλλά και το εξωτερικό.

Επιστημονικά υπεύθυνοι της Ομάδας iGEM 2019 ήταν ο αναπληρωτής καθηγητής του Τμήματος Ιατρικής του ΑΠΘ Μιχάλης Αϊβαλιώτης και ο καθηγητής του Τμήματος Βιολογίας Γεώργιος Μόσιαλος. Στην επιστημονική «παρέα» συμμετείχε ο διδάκτορας του Τμήματος Φυσικής Κωνσταντίνος Κοζαλάκης, ενώ την ομάδα αποτελούσαν οι φοιτητές και οι φοιτήτριες Αλίκη Αθανασιάδου, Απόστολος Ιωαννίδης, Κυριακή Καραβά, Χαράλαμπος Μαλαθούνης, Ιωάννης Μαλιούρης, Πλάτων Μεγαγιάννης, Σοφία Μωυσιάδου, Κριστίνε Χαναγκιάν.

Μικρή η συμμετοχή φοιτητών στην αξιολόγηση καθηγητών

Μειωμένα είναι τα ποσοστά συμμετοχής των φοιτητών στην αξιολόγηση του διδακτικού προσωπικού των ΑΕΙ, καθώς εκείνοι που συμπληρώνουν τα σχετικά ερωτηματολόγια που προβλέπει ο νόμος δεν είναι ούτε τρεις στους δέκα. Οπως εκτιμάει ο πρόεδρος της ΑΔΙΠ (Αρχή διασφάλισης της ποιότητας στην ανώτατη εκπαίδευση της χώρας) Παντελής Κυπριανός μιλώντας στα «ΝΕΑ», εκτιμάται ότι κατά μέσο όρο μόνο το 20% των φοιτητών της χώρας συμπληρώνει το ανώνυμο ερωτηματολόγιο που τους χορηγεί το πανεπιστήμιό τους.

Μάλιστα φαίνεται ότι το γεγονός πως η διαδικασία αυτή έχει γίνει πλέον σε πολλά Ιδρύματα «ηλεκτρονική», επιδεινώνει ακόμη περισσότερο το πρόβλημα και έχει μειώσει περισσότερο του αριθμούς εκείνων που έσπευδαν να αξιολογήσουν τους καθηγητές τους. Φαίνεται έτσι, όπως εκτιμά ο κ. Κυπριανός, ότι περισσότερους φοιτητές ενέπνεαν τελικά τα έντυπα ερωτηματολόγια που έπαιρναν για να συμπληρώσουν από τις σχολές και τα τμήματά τους.