Είναι προφανές, πως το… έγκλημα είναι οργανωμένο. Κάθε φορά που ο Παύλος Πολάκης ξεφεύγει, ο Αλέξης Τσίπρας είναι εκεί για να τον καλύπτει. Αλλοτε ως αψύ Σφακιανό κι άλλοτε ως απλό θύμα των προκλήσεων, όπως, για παράδειγμα, του Προέδρου της Βουλής τελευταία, στην υπόθεση της Προανακριτικής για τη Novartis.

Πρόκειται για μια συνηθισμένη τακτική, που θα καταντούσε γραφική, αν δεν ήταν επικίνδυνη. Κι αυτό γιατί κάνει ήδη κακό «πέρασμα» στην κοινωνία. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για μια κανονική πλύση εγκεφάλου, αυτό που οι πολιτικοί επιστήμονες ονομάζουν «παράθυρο του Οβερτον» και ταιριάζει απόλυτα στην περίπτωση.

Με δυο λόγια, η συγκεκριμένη θεωρία περιγράφει πώς μπορεί να αλλάξει η αντίληψη της κοινής γνώμης κατά τέτοιον τρόπο, ώστε ακόμα και οι ιδέες και πολιτικές που κάποτε θεωρούνταν τρελές και ακραίες, να γίνονται μεσοπρόθεσμα αποδεκτές. Δηλαδή, να εξελίσσονται σε κανόνα, αντί εξαίρεσης. Ακόμα και για θέματα ταμπού, που μια κανονική κοινωνία αποστρέφεται.

Η πλύση εγκεφάλου και η συστηματική επανάληψη συμπεριφορών, κατακριτέων στην αρχή που όμως σε βάθος χρόνου μετατρέπονται σε συνηθισμένες, έχουν ως αποτέλεσμα από κάποια στιγμή και μετά να περνούν απαρατήρητες, για έναν απλό λόγο: γίνονται μέρος της κανονικότητας. Κι αυτοί που τις προωθούν δεν έχουν παρά να χτίζουν πάνω τους, λαϊκίζοντας και πετυχαίνοντας τον στόχο τους.

Αυτό το φαινόμενο μελετήθηκε από τον Joseph Overton, για κάθε τομέα της δημόσιας διοίκησης, αλλά θα έλεγε κανείς ότι αποθεώθηκε στην ελληνική πολιτική σκηνή την τελευταία πενταετία. Οποιος κάνει τον κόπο να ξαναδιαβάσει τις δηλώσεις του κ. Τσίπρα από τη Βοιωτία προχθές, αλλά και του κ. Τζανακόπουλου στο περιστύλιο της Βουλής αμέσως μετά τη (μη) συνεδρίαση της προανακριτικής επιτροπής, θα αντιληφθεί του λόγου το αληθές. Λόγος στομφώδης και υπερβολικός, με ακραίους χαρακτηρισμούς («πραξικόπημα», «παλινόρθωση του κράτους της Δεξιάς» κ.λπ.), που έπεται ακραίων συμπεριφορών (στην αίθουσα της Προανακριτικής, εν προκειμένω), με έντονα λαϊκίστικα χαρακτηριστικά.

Το παράθυρο του Οβερτον είναι σήμα κινδύνου για μια ρητορική που βλάπτει τη δημοκρατία. Πρόκειται για τη ρητορική του μίσους, των απειλών και του εκβιασμού, στηριγμένη στη στρατηγική της καταστροφής. Και θα ήταν μια εξαιρετικά ανησυχητική εξέλιξη για την Ελλάδα, αν δεν μεσολαβούσε η κάλπη της 7ης Ιουλίου, που της γύρισε την πλάτη. Παρ’ όλα αυτά, σε βάθος χρόνου κανείς δεν ξέρει ποιος μπορεί να είναι ο πραγματικός νικητής αυτής της αέναης μάχης.