Κληρώνει σήμερα για το ελληνικό αξιόχρεο καθώς ο οίκος Standard & Poor’s αναμένεται να δημοσιοποιήσει την έκθεση του για την Ελλάδα.

Η αγορά ομολόγων ψήφισε την Πέμπτη αναβάθμιση, με το σχετικό επιτόκιο να υποχωρεί στα επίπεδα του 1,247% για το 10ετές ομόλογο.

Εφόσον επαληθευθεί η προσδοκία που επικρατεί στην αγορά για αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας, ειδικά εάν αυτή συνοδευόταν και με ένα θετικό σκεπτικό για τις προοπτικές της ελληνικής αξιολόγησης σε ορίζοντα 12 – 18 μηνών, η εξέλιξη θα εκληφθεί ως μια ισχυρή ένδειξη της καθαρής πορείας της ελληνικής οικονομίας προς την επενδυτική βαθμίδα, που είναι και το μεγάλο ζητούμενο συνολικά.

Υπάρχουν βέβαια και οι άλλες εκτιμήσεις ότι τελικά δεν θα λάβει η χώρα την αναβάθμιση και αυτό θα συμβεί στην επόμενη αξιολόγηση, όταν και θα έχει μπει σε τροχιά το σχέδιο διαχείρισης των κόκκινων δανείων Ηρακλής.

Η αναβάθμιση από τον οίκο Standard & Poor’s

Η S&P διατηρεί τη βαθμολογία της ελληνικής οικονομίας στο Β+, τέσσερις βαθμίδες κάτω από την επενδυτική βαθμίδα.

Το μεγάλο ζητούμενο για τους ξένους οίκους, πέραν της δημοσιονομικής πειθαρχίας για την αποτροπή δημιουργίας νέων ελλειμμάτων, παραμένει η εξασφάλιση βιώσιμων ρυθμών ανάπτυξης, που είναι και ο παράγοντας ο οποίος θα θωρακίσει, επί της ουσίας την ομαλή εξυπηρέτηση και αποκλιμάκωση του ελληνικού δημοσίου χρέους.

Στο μέτωπο αυτό η ελληνική κυβέρνηση προβλέπει επιτάχυνση της ανάπτυξης στο 2,8% τον επόμενο χρόνο από περίπου 2% φέτος ενώ μέσα στις επόμενες μέρες η Κομισιόν μέσω των φθινοπωρινών της προβλέψεων αναμένεται να ανακοινώσει τις δικές της εκτιμήσεις.

Πάντως το Ινστιτούτο Οικονομικών & Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) εκτίμησε πως ο ρυθμός ανάπτυξης φέτος θα κινηθεί στην περιοχή του 1,8% και θα προέλθει κυρίως από την ενίσχυση των εξαγωγών σε υπηρεσίες, μικρής ανόδου στην κατανάλωση των νοικοκυριών και επιτάχυνση της δημόσιας κατανάλωσης ενώ αναμένει ανάπτυξη τον επόμενο χρόνο στην περιοχή του 2,3% – 2,5%.

Όπως εκτιμά η επιτάχυνση της ανάπτυξης τον επόμενο χρόνο θα προέλθει από την άνοδο της επενδυτικής δραστηριότητας λόγω ταχύτερης πιστωτικής επέκτασης, φοροελαφρύνσεων στις επιχειρήσεις, αποκρατικοποιήσεις και ανόδου στις εξαγωγές.