«Οταν μπήκαν οι Αμερικανοί στο στρατόπεδο, οι γερμανοί στρατιώτες είχαν εξαφανιστεί. Κάποιοι κρατούμενοι αποτόλμησαν και βγήκαν από τα παραπήγματα. Εγώ είμαι ξαπλωμένος στο χώμα. Δεν μπορώ να σταθώ στα πόδια μου από την εξάντληση. Με ξαπλώνουν σ’ ένα φορείο και με μεταφέρουν σε κτίριο όπου βρίσκονται άλλοι άρρωστοι πάνω σε άχυρα!.. Θέλουν να μου κάνουν ενέσεις, αλλά αρνούμαι. Ζυγίζω μόλις 27 κιλά!.. Εφαγα σαράντα λίτρα σούπα την πρώτη μέρα…».

Ετσι διηγείται σήμερα ο 92χρονος Βίκτορ Χασσόν το τέλος του μαρτυρίου του και τον δραματικό αφανισμό της οικογένειάς του και των εκατοντάδων συμπολιτών του από το νησί, που βρήκαν τραγικό θάνατο στα κρεματόρια του Αουσβιτς. Ο Βίκτορ Χασσόν είναι ένας από τους τρεις τελευταίους επιζώντες Εβραίους της Ρόδου που υπέστη απίστευτα βασανιστήρια, αλλά κατόρθωσε να γλιτώσει και σήμερα θυμάται και πάλι, 75 χρόνια μετά τον ξεριζωμό των ομοθρήσκων του.

«Ηταν καλοκαίρι του 1944 και στη Ρόδο άρχισαν οι υποψίες ότι κάτι κακό θα μας έβρισκε» λέει ο Βίκτορ. «Ο μεγαλύτερος αδελφός μου, ο Ρουμπέν, μαζί μ’ έναν μουσουλμάνο και δύο ιταλούς αξιωματικούς κατόρθωσαν να δραπετεύσουν με μια βάρκα και να φτάσουν στα τουρκικά παράλια. Από εκεί πήγε στην Αίγυπτο και κατετάγη στο Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό».

«Ζύγιζα 27 κιλά, έφαγα 40 λίτρα σούπα»

Διαβάστε περισσότερα στην έντυπη έκδοση της εφημερίδας ΤΑ ΝΕΑ της Παρασκευής