Ζούσε στην Ελλάδα κάθε χρόνο από τον Απρίλιο μέχρι τον Νοέμβριο. Φέτος δεν πρόλαβε να επιστρέψει στο Παρίσι. Βρέθηκε νεκρός σε έναν κήπο στην Καρδαμύλη, στην αυλή του σπιτιού που είχε αγαπήσει τα τελευταία σχεδόν 40 χρόνια. Ο Αλεξάντρ Τολστόι, ο Σάσα για τους οικείους του, απόγονος του ιδιοφυούς συγγραφέα Λέοντος Τολστόι, άφησε την τελευταία του πνοή στην Ελλάδα σε ηλικία 87 ετών. Την είχε ερωτευτεί από τα μέσα της δεκαετίας του ’50, όταν την επισκέφθηκε για πρώτη φορά. Μερικά χρόνια αργότερα, όντας πλέον διπλωμάτης του γαλλικού κράτους, έκανε δική του μια έκταση δεκάδων στρεμμάτων στην Πελοπόννησο και στέγασε εκεί το προσωπικό του καταφύγιο.

Στα αγαπημένα χώματα της Μάνης θα αναπαύεται πλέον για πάντα. Για την κηδεία του έφτασαν στην Ελλάδα από τη Γαλλία και την Ελβετία οι δύο κόρες του Νατάσα και Τατιάνα και η πρώην σύζυγός του Νικόλ, ενώ το «παρών» έδωσαν και λίγοι φίλοι οι οποίοι έκαναν λόγο για έναν άνθρωπο χαρισματικό, ουμανιστή και κοσμοπολίτη.

«Είχε μια μυθιστορηματική προσωπικότητα, μια ψυχή αντάξια του επωνύμου του, κάτι από τον τυχοδιωκτισμό του Ριμπό. Και ταυτόχρονα μια σοφία, μια διαύγεια και μια ακλόνητη αφοσίωση για τη χώρα του – τη Γαλλία – και τις ρίζες του – τη Ρωσία. Οταν ξεκινούσε να «αποστάζει» επιδέξια και ανά επεισόδια κάποια κομμάτια της ζωής του, μέναμε έκπληκτοι.

Ηταν από εκείνους τους ήρεμους άνδρες που η ζωή τους μοιάζει με γουέστερν. Ενας άνδρας που αγαπούσε τις γυναίκες, τους φίλους, τα έργα τέχνης, τα ρίσκα, την καλή κουζίνα και που κυρίως είχε τον τρόπο να τα κρατήσει. Μαζί του πέθανε ένας από τους τελευταίους αληθινούς κοσμοπολίτες που γνώρισα» λέει ο φίλος του Yves Schemeil, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Γκρενόμπλ. «Τα Βαλκάνια, η Ρωσία, η Κωνσταντινούπολη και στην άλλη άκρη του κόσμου το Λος Αντζελες ήταν τα σκηνικά της ζωής του για τα οποία θα μπορούσε να είχε γράψει ένα βιβλίο, όμως κατά βάθος πίστευε ότι τις μοναδικές στιγμές αλήθειας τις είχε βρει στο σπίτι του στην Ελλάδα, στις ελιές του και στην κοντινή παραλία – στιγμές που δεν μπορούν να αποδοθούν ούτε και να μοιραστούν με κάποιον άλλον -, κάτι σαν έναν μυστικό κήπο για έναν άνθρωπο διακριτικό, κι όμως τόσο εξαιρετικό…».

Η κόρη του, Νατάσα Τολστόι, και στενοί του φίλοι σκέφτονται να ιδρύσουν στην Καρδαμύλη μια διεθνή βιβλιοθήκη και ένα πολιτιστικό κέντρο που θα φέρουν το όνομα «Σάσα Τολστόι».

«Είναι ο μόνος τρόπος για να συμφιλιωθούμε με το γεγονός ότι ο Σάσα πέθανε» λένε. Η Νατάσα Τολστόι, διπλωμάτης της Γαλλίας, μέλος της αντιπροσωπείας της ΕΕ στη Γενεύη, μιλάει στα «ΝΕΑ»: «Ο πατέρας μου λάτρεψε αμέσως τη Μάνη, τα παλιά χωριά της και τους φράγκικους πύργους. Θαύμαζε τους Μανιάτες ως έναν λαό δυνατό και περήφανο που αντιστάθηκε πάντα σε όποιον προσπάθησε να τον κατακτήσει. Το μέρος όπου αισθανόταν καλύτερα στον κόσμο ήταν ο κήπος του στην Καρδαμύλη.

Για τους Ρώσους η γη είναι κάτι πολύ σημαντικό. Χόρευε πολύ καλά ζεϊμπέκικο και συρτάκι. Χόρευε με ένα ποτήρι πάνω στο κεφάλι εντυπωσιάζοντας τους πάντες. Θυμάμαι πως όταν μέναμε στο Λος Αντζελες είχε ανακαλύψει ένα ελληνικό εστιατόριο με μουσική, πήγαινε εκεί όλους τους VIP Γάλλους και τους διασκέδαζε χορεύοντας. Ολος ο κόσμος σηκωνόταν, ενώ στο τέλος χορεύαμε ακόμη και στον δρόμο!».

Στην Κεφαλονιά

Ο Αλεξάντρ (Σάσα) Τολστόι μιλούσε άψογα ελληνικά και ήταν μεγάλος φίλος του Νάνου Βαλαωρίτη. Σ’ ένα από τα πρώτα του ταξίδια στην Ελλάδα το 1953 βρέθηκε τυχαία σ’ ένα καράβι τη στιγμή που ο Εγκέλαδος χτύπησε την Κεφαλονιά. Οντας ένας από τους λίγους ξένους που βρίσκονταν στο σημείο, τράβηξε φωτογραφίες από την καταστροφή και τις έστειλε σε όλα τα διεθνή μέσα.

Η οικογένειά του, η οικογένεια Τολστόι, είναι μία από τις μεγαλύτερες ρωσικές οικογένειες. Ο διάσημος συγγραφέας Λέων, ένας από τους τιτάνες της ρωσικής λογοτεχνίας, έκανε 14 παιδιά μαζί με τη σύζυγό του Σοφία Μπερς, εκ των οποίων επέζησαν τα οκτώ. Στις αρχές του 20ού αιώνα οι περισσότεροι απόγονοι και συγγενείς του είχαν ήδη μεταβεί στη Γαλλία.

Εκεί θα γεννηθεί το 1930 και ο Αλεξάντρ Τολστόι. Τις τελευταίες δεκαετίες, κάθε δύο χρόνια, οι Τολστόι συναντιούνται τον Αύγουστο κοντά στη Μόσχα, στη Yasnaya Polyana, μια πρώην οικογενειακή ιδιοκτησία που πλέον έχει γίνει μουσείο. Εκεί όπου βρίσκεται θαμμένος και ο Λέων Τολστόι καταφθάνουν 350 συγγενείς που είναι διασκορπισμένοι σε 25 χώρες του κόσμου.

«Ο πρόγονός μας Πιοτρ Τολστόι ήταν ο πρώτος πρεσβευτής της Ρωσίας στην Υψηλή Πύλη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ενας άλλος πρόγονός μας ήταν ένας από τους πιο γνωστούς στρατηγούς στους Ναπεολεόντειους Πολέμους, είχαμε επίσης έναν υπουργό, έναν συνθέτη…» εξηγεί η Νατάσα Τολστόι. «Ο παππούς μου Μστισλάβ Τολστόι ήταν ο τελευταίος αντικυβερνήτης της Αγίας Πετρούπολης. Οταν έγινε η Οκτωβριανή Επανάσταση, αναγκάστηκε να φύγει από τη Ρωσία χωρίς τη γυναίκα και τα παιδιά του.

Πέρασε στην Ουκρανία, μετά στην Τουρκία, στο Βέλγιο και τελικά στη Γαλλία. Δέκα χρόνια αργότερα, όταν πλέον συνειδητοποίησε ότι δεν θα ξαναέβλεπε ποτέ τη γυναίκα του, παντρεύτηκε μια άλλη Ρωσίδα, η οποία είχε επίσης εγκαταλείψει τη Σοβιετική Ενωση επειδή ήταν προστατευόμενη της μητέρας του τσάρου Νικόλαου, της Μαρίας Φιοντόροβνα.

Οι παππούδες μου πέθαναν πολύ νέοι, όταν ο πατέρας μου ήταν ακόμη έφηβος. Είχαν χάσει τα πάντα στη Ρωσία και δεν του άφησαν καμία περιουσία, οπότε εκείνος έπρεπε να φροντίσει μόνος του το πώς θα ζήσει. Εκανε διάφορες δουλειές από νέος: δούλεψε ως ξεναγός σε καράβι στην Ελλάδα, έκανε τον μάνατζερ για διάσημους μουσικούς της τζαζ και πολλά άλλα!». Ο Σάσα θα γνωρίσει – μεσήλικος πια – στα τέλη της δεκαετίας του ’80 την ετεροθαλή αδελφή του, η οποία είχε παραμείνει στη Ρωσία, είχε γίνει γιατρός και είχε τιμηθεί ως «ήρωας της Σοβιετικής Ενωσης» καθώς είχε σώσει τις ζωές πολλών ανθρώπων κατά την Πολιορκία του Λένινγκραντ.

Κινηματογραφική ταινία

Η ζωή του θα είναι και τα επόμενα χρόνια σαν κινηματογραφική ταινία. Θα εργαστεί ως διπλωματικός ακόλουθος της Γαλλίας στο Λος Αντζελες, στο Βελιγράδι, στην Κωνσταντινούπολη, στη Θεσσαλονίκη, στη Λευκορωσία.

Στο Μινσκ θα διδάξει επί χρόνια στο Γαλλορωσικό Πανεπιστήμιο Πολιτικών και Ανθρωπιστικών Σπουδών, το οποίο ιδρύθηκε με δική του πρωτοβουλία. Θα ζήσει στη Λευκορωσία μέχρι το 2001 και από τότε θα μοιράζει τη ζωή του ανάμεσα στο Παρίσι και στην Καρδαμύλη, όπου έχτισε το σπίτι του. Οπως ο πρόγονός του Λέων Τολστόι, που εγκατέλειψε τους αριστοκρατικούς κύκλους επιλέγοντας να ζήσει το υπόλοιπο της ζωής του με τους αγρότες.

Στο χωριό τον γνώριζαν σχεδόν όλοι. Οι ψαράδες στον Αγιο Νικόλαο του κρατούσαν ψάρια. Είχε αναπτύξει σχέσεις με ανθρώπους από το Προάστιο, την Καλαμάτα, την Τραχήλα, είχε κάνει μια κουμπαριά και έναν καλό φίλο ράφτη από την περιοχή. Το σπίτι στο οποίο ζούσε ήταν, όμως, το ησυχαστήριό του. Εκεί είχε μια πελώρια βιβλιοθήκη – ως λάτρης του διαβάσματος και συγγραφέας ταυτόχρονα -, ενώ οι συγγενείς του βρήκαν σημειώσεις από ένα βιβλίο που έγραφε με θέμα την αγάπη υπό τη φροϊδική έννοια – ίσως κάποια στιγμή το εκδώσουν. Μιλούσε 15 ξένες γλώσσες, ήταν εθνολόγος με ειδικό ενδιαφέρον στα ήθη των Βαλκανίων, ασχολήθηκε πολύ με την ψυχανάλυση του κοινωνικού δεσμού και δίδαξε ψυχανάλυση αλλάζοντας τη ζωή αρκετών ανθρώπων.

Καταπληκτική μνήμη

Οσοι τον γνώρισαν λένε ότι είχε μια καταπληκτική μνήμη: ήταν ικανός να διηγηθεί με κάθε λεπτομέρεια την ιστορία των Βαλκανίων και της Ρωσίας ανακαλώντας στη μνήμη του όλες τις σημαντικές ημερομηνίες, να εξηγήσει τις δομές συγγένειας ή την κοινωνική λειτουργία κάθε ινδικού ή αφρικανικού πληθυσμού, να πει στα ελληνικά τα ονόματα όλων των ψαριών της Μεσογείου. Ηταν αυστηρός με τους μαθητές, τους φίλους και τα παιδιά του. Κι όμως οι περισσότεροι τον λάτρεψαν.

«Ηρθα στην κηδεία για να εκπροσωπήσω όλους αυτούς τους συμφοιτητές και φίλους μου που τον αγάπησαν, να τους μεταφέρω εικόνες από την τελετή στην οποία θα ήθελαν να παραβρεθούν και να μοιραστώ το πένθος με την αδελφική μου φίλη Νατάσα Τολστόι» λέει στα «ΝΕΑ» ένας από τους μαθητές και φίλους του Αλεξάντρ Τολστόι, ο Γιούρι Βαβοκίν, ο οποίος έφτασε συγκινημένος από τη Λευκορωσία στην Καρδαμύλη για να παραβρεθεί στην κηδεία του. «Ζούσε στην Ελλάδα από τα μέσα της δεκαετίας του ’70. Το έκανε από αγάπη για τη χώρα σας, για την αρχαιότητα, τη φιλοσοφία και την  ελληνική ποίηση όλων των εποχών. Του άρεσαν το κλίμα, οι άνθρωποι, η θάλασσα, η βλάστηση, τα ζώα, τα τοπία της. Το ωραίο πάντρεμα της θάλασσας και του βουνού που πετυχαίνει η Ελλάδα. Εξάλλου ο Σάσα αγαπούσε περισσότερο την ποίηση από τον πεζό λόγο. Ηταν συμβολιστής. Αγαπούσε τους συμβολισμούς, τις μεταφορές και την ιστορία τους. Και η Ελλάδα είναι η απόλυτη χώρα για όλα αυτά» λέει.

Ο Σάσα Τολστόι, όπως εξηγεί ο Βαβοκίν, μιλούσε σπανίως για τον Λέοντα Τολστόι – κι αυτό από μετριοπάθεια. «Μας δίδαξε να παραμένουμε απλοί» λέει η κόρη του, Νατάσα Τολστόι. «Θυμάμαι όταν ήμασταν στη Γιουγκοσλαβία, γυρίζαμε στην εξοχή για να γνωρίσουμε τα χωριά, μέναμε σε σπίτια αγροτών και κοιμόμασταν στις αποθήκες τους, πάνω στο σανό.

Δεν ξέρω πολλούς διπλωμάτες που θα το έκαναν αυτό. Ηταν ένας πολίτης του κόσμου που ενδιαφερόταν για τις διαφορετικές κουλτούρες και που είχε διαφορετικές κουλτούρες μέσα του. Ενας μεγάλος διανοούμενος που έζησε πολλά και συναναστράφηκε πολλούς διάσημους όσο ήταν διπλωμάτης. Παρ’ όλα αυτά, τελείωσε τη ζωή του με τον πιο απλό τρόπο, στο σπίτι του στην Καρδαμύλη, περιτριγυρισμένος από ελαιόδεντρα, ανάμεσα σε απλούς ανθρώπους, σχεδόν όπως ο πρόγονός του Λέων Τολστόι…».