Ο πόλεμος της νύχτας στην Αθήνα καλά κρατεί, με την Αστυνομία να μοιάζει ανήμπορη να αντιδράσει. Δύο ενέδρες θανάτου μέσα σε λιγότερο από 24 ώρες, ένας νεκρός κι ένας σοβαρά τραυματίας, είναι ο απολογισμός της ανεξέλεγκτης βίας που πλέον προκαλεί τρόμο.

Οι «νονοί» της νύχτας φαίνεται να επιδίδονται στο τελικό ξεκαθάρισμα λογαριασμών που έχει ξεκινήσει εδώ και πολλά χρόνια, αλλά έχει ενταθεί μετά τη δολοφονία ενός κορυφαίου προσώπου στο χώρο αυτό, του Βασίλη Στεφανάκου.

Τα συμβόλαια θανάτου είναι πλέον πιο συχνά από ποτέ και οι αρχές δείχνουν να μην μπορούν να ελέγξουν την κατάσταση. Όχι μόνο να εμποδίσουν να εκτελούνται άνθρωποι όπως ο «Αυστραλός» χθες στη Βούλη, ή το παρ’ ολίγον θύμα στην Ακτή Κονδύλη το βράδυ της Τρίτης, αλλά να έχουν πληροφορίες για το πώς κινούνται οι συμμορίες.

Ωστόσο, είναι βαρύ να γίνεται μια απόπειρα δολοφονίας κάθε ημέρα, και όπως λένε οι αστυνομικοί δεν υπάρχει άλλο τέτοιο προηγούμενο και φοβούνται κλιμάκωση.

Τον περασμένο Ιούνιο είχε δολοφονηθεί ο 45χρονος Μανώλης Καραγιάννης, και στο ρεπορτά του «Βήματος της Κυριακής» ο Β. Λαμπρόπουλος έγραφε:

«Η δολοφονία του 45χρονου ήταν για πολλούς αναμενόμενη, αφού ήταν φανερό ότι τους τελευταίους μήνες εξελισσόταν μια μάχη «νονών της νύχτας» που είχαν διασυνδέσεις στην ΕΛ.ΑΣ. αλλά και με πολυποίκιλα συμφέροντα στα δυτικά προάστια.

Οι δολοφονίες των ποινικών Βασίλη Γρίβα, Βασίλη Στεφανάκου, Γιώργου Λίτσα που είχαν προηγηθεί αλλά κι εκείνη του συνταξιούχου αστυνομικού Σπύρου Παπαχρήστου προέρχονται από δύο ομάδες ποινικών, εκ των οποίων η μία φαίνεται ότι είχε αρχηγό τον Μανώλη Καραγιάννη. Ο συνταξιούχος αστυνομικός πλήρωσε τις φιλικές σχέσεις με έναν-δύο εξ αυτών. Το έγκλημα στο Παλαιό Φάληρο πιθανόν σηματοδοτεί ένα πρόσκαιρο τέλος στις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στον χώρο του οργανωμένου εγκλήματος. Οπως ακριβώς είχε συμβεί και το 2000 και το 2009 ύστερα από τις εγκληματικές επιθέσεις σε βάρος των Θέμη Καλαποθαράκου και Γιώργου Αναγνωστόπουλου αντιστοίχως, που σήμαναν το τέλος «μπαράζ» δολοφονικών επιθέσεων που είχαν προηγηθεί. Ομως τώρα είναι φανερό ότι στον κόσμο της νύχτας δημιουργείται μονοκρατορία μιας νέας ομάδας αγνώστων ποινικών».

Και η γυναίκα

Δύο μήνες αργότερα, στις 20 Σεπτεμβρίου είχε εκτελεστεί στην πιλοτή του σπιτιού της με 17 σφαίρες, γυναίκα που είχε σχέσεις με τους νονούς της νύχτας. Φέρεται μάλιστα να είχε στενή σχέση με τον άνδρα που τραυματίστηκε την Τρίτη μετά από επίθεση στην ακτή Κονδύλη. Την Πρωτομαγιά είχε δολοφονηθεί έξω από ταβέρνα στην Παλλήνη, ένας συνταξιούχος αστυνομικός, ασφάλεια σε υψηλά πρόσωπα.

Και τώρα ακολούθησαν οι επιθέσεις μέσα σε λίγες ώρες. Όπως έγραφε ο Β. Λαμπρόπουλος:

«Ο Μανώλης Καραγιάννης, ο οποίος είχε γεννηθεί στο Κερατσίνι, απασχολούσε από τα τέλη της δεκαετίας του ’90 τις διωκτικές αρχές. Συνελήφθη τον Σεπτέμβριο του 1999 έξω από μπαρ του Μοσχάτου επειδή γρονθοκόπησε αστυνομικό που πήγε να πραγματοποιήσει σχετικό έλεγχο. Τον Μάρτιο του 2003 είχε πυροβολήσει μαζί με άλλα τρία άτομα ιδιοκτήτη χρωματοπωλείου στον Νέο Κόσμο ύστερα από εντολή άλλου ιδιώτη. Είχε θεωρηθεί ύποπτος και για την απόπειρα δολοφονίας παλιού ποδοσφαιριστή, χωρίς ωστόσο καμία συνέχεια. Από τα τέλη της δεκαετίας του ’90 θεωρούνταν αρχικά μέλος μιας 15μελούς ομάδας εκβιαστών, με αρχηγό ιδιώτη από τη Νέα Σμύρνη. Ακολούθως του αποδόθηκε ότι είχε ηγετικό ρόλο σε 30μελή ομάδα «νονών» του Πειραιά μαζί με τους Γιώργο Λίτσα και Βασίλη Γρίβα – θυμάτων των πρόσφατων δολοφονικών επιθέσεων. Η ομάδα αυτή είχε επιχειρηθεί να συνδεθεί από την ΕΛ.ΑΣ. με τέσσερις-πέντε δολοφονίες νονών της νύχτας την περίοδο 2005-2008, χωρίς όμως επαλήθευση.

Ο 45χρονος στην απολογία του – για μία από τις τέσσερις δικογραφίες που σχηματίστηκαν σε βάρος του για εκβιάσεις – εμφανίστηκε ως μπασκετμπολίστας με διεθνή «καριέρα» και ως ιδιοκτήτης καταστήματος. Οπως είπε, «από το 1994 ως το 1996 ήμουν φαντάρος στο Διδυμότειχο. Ασχολήθηκα με το μπάσκετ και το ’99 πήγα στην Τσεχία κι έπαιξα εκεί σε μια ομάδα. Το 1999 γύρισα στην Ελλάδα και το 2000 άνοιξα μια επιχείρηση με συμπληρώματα διατροφής. Δεν με ξέρει κανένας στον Πειραιά. Δεν έβλαψα κανέναν. Ας φέρουν εδώ όλους τους μαγαζάτορες. Κανένας δεν θα βρεθεί να πει ότι με ξέρει ή ότι με έχει δει σε ένα μαγαζί».

Οι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. επιχειρούν λοιπόν να ανιχνεύσουν τι ακριβώς συνέβη με τον τελευταίο κύκλο δολοφονιών, ύστερα από μια περίοδο εννέα χρόνων σχετικής «ηρεμίας» στον κόσμο του οργανωμένου εγκλήματος. Σημειώνεται ότι την περίοδο 2005-2009 είχαν σημειωθεί περίπου 20 δολοφονίες – και ανάμεσα σε αυτές των Αριστείδη Λακιώτη, Αλεξάντερ Σιμόνι, Γιάννη Γαβάκη, Σωτήρη Κούση, Αριστοτέλη Γιαγιά, Γιώργου Αρβανιτάκη, Γιώργου Αυτιά, Γεράσιμου Μαυράκη, Γιώργου Σαμπάτ, Αλέξανδρου Κοσμόπουλου, Γιώργου Αναγνωστόπουλου και άλλων – που δεν εξιχνιάστηκαν.

Τα επόμενα χρόνια της σχετικής ηρεμίας πολλοί από τους «μεγαλονονούς» ήταν στη φυλακή, απ’ όπου ωστόσο εκπορεύθηκαν απαγωγές, εκβιάσεις, βομβιστικές επιθέσεις σε δικαστές κ.λπ. Γιατί ξεκίνησε όμως πάλι ο αιματηρός «εμφύλιος της νύχτας»;

Σύμφωνα λοιπόν με τα στοιχεία που έχουν συγκεντρωθεί από την ΕΛ.ΑΣ., την τελευταία τριετία εμφανίζεται στο προσκήνιο μια νέα ισχυρή ομάδα από τα δυτικά προάστια που ίσως είχε εμπλακεί και σε άλλες υποθέσεις εκβιάσεων. Η ΕΛ.ΑΣ. εξέταζε αν μέλη αυτής της ομάδας – φέρεται σχεδόν αμιγούς «ελληνικής» σύνθεσης – είχε σχέσεις με τις επιθέσεις σε βάρος του δικηγόρου κ. Αργύρη Λίβα και του διευθυντή της Νεφρολογικής Κλινικής του Γενικού Κρατικού Νικαίας κ. Χρήστου Ιατρού προ διετίας. Τα δύο θύματα είχαν τραυματιστεί στα πόδια από πυροβολισμούς σε «ενέδρες» στον Αλιμο και στον Κηφισό. Χωρίς όμως και πάλι οποιοδήποτε αποτέλεσμα. Επιπλέον η ΕΛ.ΑΣ. είχε ορισμένες πληροφορίες για «υψηλές διασυνδέσεις» μελών της συγκεκριμένης ομάδας.

Τις εγκληματικές εξελίξεις φαίνεται να πυροδότησαν οι έξοδοι από τις φυλακές Κορυδαλλού, τη διετία 2016-2017, των ποινικών Βασίλη Στεφανάκου και Μανώλη Καραγιάννη που θεωρούνταν αδυσώπητοι εχθροί. Με τον τελευταίο να αποδίδει στον  Στεφανάκο ότι ήταν αυτός που οργάνωσε την εναντίον του επίθεση με μαχαίρι – τον Ιανουάριο του 2017 στις φυλακές Κορυδαλλού – από αλβανούς κρατουμένους.

Πώς άρχισε η αιματοχυσία

Η πρώτη δολοφονία του Βασίλη Γρίβα τον Μάιο του 2017 έξω από σχολείο στα Γλυκά Νερά αποδόθηκε αρχικά σε μια προσπάθεια «εγκληματικής επανόδου του Μανώλη Καραγιάννη, που ενεργοποίησε ομάδες αλβανών ποινικών, τους οποίους χρησιμοποιούσε κατά καιρούς και προτού φυλακιστεί». Η ίδια εκτίμηση υπήρξε σε πρώτη φάση και για τη δολοφονία – τον Ιανουάριο του 2018 στο Χαϊδάρι – του Βασίλη Στεφανάκου, με τον οποίο είχαν και προγενέστερη εχθρότητα.

Ωστόσο πληροφορίες που δόθηκαν στην ΕΛ.ΑΣ. τους τελευταίους μήνες ανέφεραν ότι «η κατάσταση ίσως είναι πιο συγκεχυμένη. Κάποιοι αφήνουν να διαρρεύσει ότι η δολοφονία Γρίβα ήταν έργο… τρομοκρατικής ομάδας και ότι η δολοφονία Στεφανάκου προέρχεται τάχα από ρώσο μεγαλέμπορο τσιγάρων λόγω μιας συμφωνίας που υποτίθεται ότι δεν κλείστηκε και υπήρξε ανταποδοτική βομβιστική επίθεση σε σπίτι συγγενών του. Αυτές οι «διαρροές» εξυπηρετούσαν προφανώς σκοπιμότητες. Ισως στις δολοφονίες Γρίβα και Στεφανάκου να μην είχε κεντρικό ρόλο ο 45χρονος «νονός» που έπεσε νεκρός στο Παλαιό Φάληρο και να υπήρχαν άλλα παιχνίδια επικυριαρχίας στον χώρο της νύχτας αλλά και πολλές προσωπικές τριβές. Ομως όλα αυτά τα εξετάζουμε».

Ωστόσο οι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. θεωρούν ότι το γεγονός που οδήγησε στο τελευταίο τμήμα της αιματοχυσίας ήταν η δολοφονία τον περασμένο Απρίλιο του ποινικού Γιώργου Λίτσα, η οποία στον μικρόκοσμο της νύχτας αποδόθηκε με τρόπο αδιαμφισβήτητο στον Μανώλη Καραγιάννη. Στον 45χρονο είχε αποδοθεί – χωρίς καμία απόδειξη – ότι ήταν αυτός που είχε οργανώσει προ διετίας και μιαν άλλη επίθεση, χωρίς τραυματισμούς, σε ταβέρνα όπου γινόταν παιδική γιορτή, στους Αγίους Αναργύρους. Στο Αστυνομικό Τμήμα των Αγίων Αναργύρων έδινε παρών και ο Γιώργος Λίτσας.

Η μοιραία συνάντηση στα νότια προάστια

Μετά τη δολοφονία στους Αγίους Αναργύρους υπήρξε συνάντηση του πρώην αστυνομικού των ΕΚΑΜ Σπύρου Παπαχρήστου με τον Μανώλη Καραγιάννη σε καφετέρια στα νότια προάστια. Εκει ο πρώην αστυνομικός φέρεται να εξέφρασε τη δυσφορία του γιατί θεωρούσε τον 45χρονο ως οργανωτή της δολοφονίας τού επί χρόνια φίλου του Γιώργου Λίτσα. Σύμφωνα με άλλες πηγές, σε αυτή τη συνάντηση ο Σπύρος Παπαχρήστου ανέφερε στον Μ. Καραγιάννη ότι θα ενεργοποιήσει όλες τις παλιές επαφές του στην Αστυνομία ώστε να τον συλλάβουν για τη δολοφονία στους Αγίους Αναργύρους. Αλλά και ο Καραγιάννης φαίνεται να απέδιδε στον πρώην αστυνομικό ότι «μας παίρνει τις δουλειές με τις ομάδες ασφαλείας που βάζει σε πολλούς επιχειρηματίες».

Οι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ., με βάση αυτές τις πληροφορίες που συγκέντρωσαν από αναλύσεις κλήσεων τηλεφώνων αλλά και τα δεδομένα για χρήσεις όπλων των 765 μμ, εξέταζαν σοβαρά το ενδεχόμενο ο Μανώλης Καραγιάννης να ήταν ο ίδιος ένας από τους δυο δράστες που πυροβόλησε το ξημέρωμα της Πρωτομαγιάς, έξω από εστιατόριο στην Παλλήνη, τον πρώην αστυνομικό των ΕΚΑΜ. Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, οι δύο συνοδοί του ήταν ίσως αλβανοί ποινικοί.

Η δολοφονία του Σπύρου Παπαχρήστου όπως και εκείνη του Γ. Λίτσα κ.λπ., φαίνεται, σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ., να ενεργοποίησαν τη νέα, άγνωστη ομάδα ποινικών. Οι οποίοι διαπίστωσαν ότι ο Μανώλης Καραγιάννης έχει αρχίσει τον κύκλο των δολοφονιών χωρίς σημαντική αφορμή ή για να αποκτήσει αυτός τα «σκήπτρα της νύχτας». Η εξόντωσή του, λοιπόν, σε αυτόν τον «εσωτερικό πόλεμο» ήταν ζήτημα εκδίκησης, κυριαρχίας αλλά και επιβίωσης.