Οταν ξέσπασε η κρίση, αλλά και στα χρόνια που ακολούθησαν, υπήρχαν φωνές στον τόπο μας που παρέμειναν νηφάλιες. Φωνές που προτίμησαν τον αναστοχασμό από τον φανατισμό, την ψύχραιμη διερεύνηση των αιτιών της κρίσης από τις ανορθολογικές κραυγές και τα εύκολα συνθήματα. Οι φωνές αυτές, φωνές μειοψηφικές σε ένα περιβάλλον εξαλλοσύνης και όξυνσης, επεσήμαιναν μεταξύ άλλων ότι η χώρα μας θα έπρεπε να δει την κρίση ως ευκαιρία. Ως ευκαιρία μιας δομικής μεταρρύθμισης, ακριβώς για να μη ζήσει μια νέα κρίση.

Οπως φαίνεται, ήταν φωνές βοώντων εν τη ερήμω. Τον Αύγουστο κλείνει ο οκταετής κύκλος των προγραμμάτων βοήθειας και όπως επισημαίνεται στην ετήσια έκθεση του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομίας που δημοσιεύουν «ΤΑ ΝΕΑ», χάθηκε το τρένο των βασικών δομικών αλλαγών: το ελληνικό κράτος παραμένει γραφειοκρατικό, με ασταθές φορολογικό πλαίσιο και Δικαιοσύνη που καρκινοβατεί. Είναι κατά βάση εχθρικό στις επενδύσεις και χωρίς σχέδιο για το πέρασμα στην οικονομία της καινοτομίας.

Οι ψύχραιμες φωνές επεσήμαιναν και κάτι άλλο: ότι η κρίση που έπληξε τη χώρα μας δεν ήταν μόνο οικονομική. Ηταν και πολιτική, με την έννοια ότι το πολιτικό σύστημα επιμήκυνε με το πολεμικό κλίμα που καλλιέργησε την οικονομική καταστροφή. Εχει διπλή και τριπλή ευθύνη επομένως να κάνει ό,τι απαιτείται για την ταχεία αναδιάρθρωση του κράτους και τον απεγκλωβισμό των παραγωγικών δυνάμεων από πρακτικές και νοοτροπίες που μόνο σύγχρονο κράτος δεν θυμίζουν. Η ευκαιρία αυτή δεν πρέπει να χαθεί.