Οχι είπε η συντριπτική πλειοψηφία των δικηγόρων της Αθήνας (ΔΣΑ) στην εξαγγελθείσα, από τον υπουργό Δικαιοσύνης Σταύρο Κοντονή, τριχοτόμηση του Πρωτοδικείου της Αθήνας. Συγκεκριμένα, στο δημοψήφισμα που οργάνωσε ο ΔΣΑ, ψήφισαν συνολικά 8.935 δικηγόροι, από τους οποίους σε σύνολο 8.779 εγκύρων ψηφοδελτίων, το 90,68%. (7.961 ψήφοι) είπαν «όχι» στη δημιουργία των νέων Πρωτοδικείων. «Οι δικηγόροι της Αθήνας μίλησαν. Εδωσαν ηχηρή απάντηση στον υπουργό Δικαιοσύνης, κατά της τριχοτόμησης του Πρωτοδικείου Αθηνών», δήλωσε μετά την επισημοποίηση του αποτελέσματος πρόεδρος του ΔΣΑ Δημήτρης Βερβεσός ο οποίος πρόσθεσε μεταξύ άλλων: «Σε μια εποχή έντονης κοινωνικής και οικονομικής κρίσης με κύρια χαρακτηριστικά την υπερφορολόγηση, την περικοπή μισθών και συντάξεων, την αποδυνάμωση των κοινωνικών δομών, θα ανέμενε κανείς την διάθεση των όποιων οικονομικών πόρων για την ενίσχυση του κοινωνικού κράτους προς όφελος των συμπολιτών μας και όχι την εξαγγελία νέων δικαστηρίων που δεν εντάσσονται σε έναν συνολικό σχεδιασμό αλλά στην προσωπική στρατηγική του υπουργού».

Αποστάσεις. Νωρίτερα σαφείς αποστάσεις από την εξαγγελία του υπουργού Δικαιοσύνης κράτησε και η Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων. Με ανακοίνωσή της ουσιαστικά θέτει ως ζήτημα άμεσης προτεραιότητας, συνδεόμενο με την ποιοτική και ταχύτερη απονομή Δικαιοσύνης, τη συντήρηση των υπαρχόντων κτιρίων και την κάλυψη των τεράστιων κενών σε ανθρώπινο δυναμικό και τεχνικές υποδομές.

Οι δικαστικοί λειτουργοί, χωρίς να προσπερνούν το γεγονός ότι η επίμαχη καταγγελία «σε άλλες εποχές θα είχε ενδιαφέρον», χαράσσουν τη δική τους γραμμή επισημαίνοντας ότι «στην παρούσα φάση στερείται νοήματος». Κι αυτό γιατί, όπως εξηγούν «δεν προηγήθηκε καμία ακρόαση, συζήτηση, ούτε καν ενημέρωση της Ενωσης και των υπηρετούντων τη Δικαιοσύνη. Κατατέθηκε ως «αμετάκλητη απόφαση της κυβέρνησης» και ο υπουργός Δικαιοσύνης επιμένει να μην καλεί σε διάλογο την Ενωσή μας τη στιγμή που θέτει ένα τόσο σημαντικό ζήτημα για τη λειτουργία της Δικαιοσύνης».

Η Ενωση Δικαστών και Εισαγγελέων εστιάζει τον προβληματισμό της και σε ένα ακόμα σημείο προσθέτοντας ότι «απουσιάζει εξαρχής μία μελέτη υποστήριξης του εγχειρήματος από άποψη λειτουργικότητας, ανθρώπινων πόρων, υλικοτεχνικών υποδομών, χωροταξίας». Οπως λένε, η «ίδρυση δύο νέων μεγάλων Πρωτοδικείων στην Αττική προϋποθέτει τη διάθεση τεράστιων κονδυλίων για τις κτιριακές εγκαταστάσεις, την πρόσληψη δικαστικών υπαλλήλων και τη δημιουργία νέων οργανικών θέσεων δικαστικών λειτουργών».