Τι έψαχνε η Γεννηματά στη Θεσσαλονίκη; Η παρουσία της στον Θερμαϊκό είχε τριπλή ανάγνωση, καθώς βρέθηκε στην περιοχή που μπορεί να αποδειχθεί καθοριστική για την εκλογική προσπάθεια του Κινήματος Αλλαγής, στην πόλη που χτυπά η καρδιά των αντιδράσεων για το Σκοπιανό και στο σημείο που ο Γιάννης Μπουτάρης δέχτηκε δύο επιθέσεις –μία βίαιη, δολοφονική και μία επίθεση φιλίας από τον Αλέξη Τσίπρα. Ο βασικός στόχος ήταν να διευκρινίσει δεξιά και αριστερά, εντός και εκτός, πως το Κίνημα Αλλαγής «δεν θα γίνει συμπλήρωμα κανενός».

Η αυτόνομη πορεία της Δημοκρατικής Παράταξης, της οποίας η ενοποίηση όπως ανέφερε «δεν είναι ένας εύκολος δρόμος», θεωρείται πλέον δεδομένη. Η Γεννηματά δεν θα μπορούσε να το πει πιο εμφατικά, τονίζοντας εκ νέου πως η όποια μετεκλογική συνεργασία θα γίνει με βάση μια «προγραμματική συμφωνία» με βασική επιδίωξη ένα «προοδευτικό πρόγραμμα διακυβέρνησης» –ζήτησε, άλλωστε, εκ νέου την «τρίτη εντολή». Σ’ αυτό το πλαίσιο άσκησε κριτική τόσο στην κυβέρνηση όσο και στην αξιωματική αντιπολίτευση. Η πρώτη, με βάση το νέο Μεσοπρόθεσμο και ειδικά «την υποθήκευση της δημόσιας περιουσίας», «ανέλαβε δεσμεύσεις που συνιστούν πολύ βαριά κληρονομιά, μαύρη παρακαταθήκη για τη χώρα», στην ουσία ένα τέταρτο Μνημόνιο. Η δεύτερη, ακολουθώντας την τακτική του «ώριμου φρούτου», επιλέγει να καταγγέλλει την κυβέρνηση παρά το γεγονός πως αν επιβεβαιωθούν οι δημοσκοπήσεις, θα αναλάβει μετά τις εκλογές να υλοποιήσει όσα θα ψηφιστούν το αμέσως προσεχές διάστημα.

ΤΟ ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΟ ΣΤΙΓΜΑ. Η Θεσσαλονίκη, όμως, δεν ήταν μια ευκαιρία για οικονομική κριτική –η επικεφαλής του Κινήματος Αλλαγής θα έχει την δυνατότητα να μιλήσει επ’ αυτού την Πέμπτη από το βήμα της Ολομέλειας. Η παρουσία της έδωσε κατά βάση ιδεολογικό στίγμα. Οριοθέτησε την ελληνική Κεντροαριστερά ως ρεύμα του πολιτικού φιλελευθερισμού και της σοσιαλδημοκρατίας, μια προοδευτική εναλλακτική πρόταση απέναντι στη «διπλή όψη της συντήρησης» του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ. Στη συνάντησή της με τον Γιάννη Μπουτάρη, η Γεννηματά ξεκαθάρισε ένα ακόμα ομιχλώδες ζήτημα, επιβεβαιώνοντας τη στήριξη του Κινήματος Αλλαγής σε επιτυχημένους τοπικούς άρχοντες, κλείνοντας την πόρτα στις προσπάθειες διεμβολισμού από πλευράς κυβέρνησης: «Εάν τα άλλα κόμματα δεν έχουν ικανούς υποψηφίους ή αναγνωρίζουν την ικανότητα των στελεχών της Δημοκρατικής Συμπαράταξης και του Κινήματος Αλλαγής, καλώς να ορίσουν, έρχονται στη συνέχεια των δικών μας επιλογών», είπε χαρακτηριστικά, με αποδέκτες κυρίως τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ.

Στην ομιλία της έθεσε ένα ακόμα ζήτημα, τη δημοκρατική παράδοση του Κινήματος Αλλαγής, κατηγορώντας τον ΣΥΡΙΖΑ για ανοχή στη βία και τον Κυριάκο Μητσοτάκη ως εκφραστή της «νέας Δεξιάς»: «Είναι προφανές ότι η ιστορική μνήμη είναι απαραίτητη», ανέφερε, με σαφείς αναφορές στην υπόθεση Λαμπράκη, τονίζοντας όμως πως το πολιτικό σύστημα πρέπει να μείνει μακριά «από τη λογική της ρεβάνς» –είχε τονίσει νωρίτερα πως θα επιδιώξει την εθνική συνεννόηση σε μεγάλα ζητήματα, όπως η συνταγματική αναθεώρηση και η ψήφιση του Προέδρου της Δημοκρατίας.

ΤΟ ΣΚΟΠΙΑΝΟ. «Πες μας όμως για το Σκοπιανό!», της φώναξαν από το κοινό –λίγες ώρες νωρίτερα ο Σταύρος Θεοδωράκης είχε τονίσει πως «είναι από αυτούς που περιμένουν με αγωνία το τηλεφώνημα του κ. Ζάεφ». Η Γεννηματά, που τις περασμένες εβδομάδες είχε συζητήσει ενδελεχώς για το ζήτημα στο εσωτερικό του Κινήματος Αλλαγής, επανέλαβε ότι σκοπός είναι «μια λύση συνολική και αποτελεσματική που θα διασφαλίζει πλήρως τα εθνικά συμφέροντα», με «ενιαία συνθήκη, νομικά δεσμευτικές εγγυήσεις που θα αποτρέπουν ενέργειες αλυτρωτισμού, προπαγάνδας και καταστρατήγησης των όσων θα συμφωνηθούν, με αλλαγή του Συντάγματος». Λύση, αλλά «όχι οποιαδήποτε λύση», ήταν το κεντρικό της σύνθημα, το οποίο έγινε δεκτό με θερμό χειροκρότημα. Τα κεντροαριστερά στελέχη υπενθυμίζουν, άλλωστε, πως πριν αποφασιστεί η στάση στο Σκοπιανό κατά πάσα πιθανότητα θα υπάρξει σύγκληση των οργάνων ώστε το Κίνημα Αλλαγής να προσέλθει με ενιαία θέση.