Στα δικαστήρια οδηγεί το υπουργείο Πολιτισμού ο οίκος δημοπρασιών Σόθμπις επειδή έβαλε φρένο στην πώληση ενός αρχαίου ελληνικού χάλκινου ειδωλίου που απεικόνιζε ένα άλογο. Πρωτοφανές για τα δικαστικά δεδομένα –καθώς εκτιμάται ότι είναι η πρώτη φορά που ένας οίκος δημοπρασιών κινείται νομικά εναντίον μιας χώρας –θεωρείται κίνηση εκφοβισμού και πίεσης προς χώρες όπως η Ελλάδα η οποία μαζί με την Ιταλία, την Τουρκία και την Αίγυπτο και προσφάτως την Κίνα παρακολουθούν στενά τις αρχαιότητες που βγαίνουν στο σφυρί και σε αρκετές περιπτώσεις διακόπτουν τη διαδικασία ζητώντας από τους πωλητές να αποσύρουν τα αντικείμενα τα οποία ενδέχεται να έχουν «ένοχο» παρελθόν, να είναι δηλαδή προϊόντα παράνομης διακίνησης.

Η αγωγή που κατατέθηκε την Τρίτη στο δικαστήριο της Νέας Υόρκης από τους Σόθμπις και τους κληρονόμους των συλλεκτών στους οποίους ανήκε το προς πώληση αντικείμενο ζητά «την αποσαφήνιση των δικαιωμάτων των νόμιμων ιδιοκτητών». Αφορμή για να μηνύσει την Ελλάδα ο οίκος Σόθμπις ήταν η δημοπρασία της 14ης Μαΐου στην οποία επρόκειτο να πωληθούν αντικείμενα από τη συλλογή του ζεύγους Χάουαρντ και Σαρέτα Μπαρνέτ. Το συγκεκριμένο ειδώλιο ύψους 14 εκ. που χρονολογείται στον 8ο αι. π.Χ. και είχε εκτιμηθεί μεταξύ 150.000 και 250.000 δολαρίων θεωρούνταν από τα κορυφαία της συλλογής και για τον λόγο αυτό είχε επιλεγεί να κοσμήσει το εξώφυλλο του καταλόγου. Είχε αγοραστεί δε από τους συλλέκτες το 1973.

Ωστόσο μία ημέρα πριν τη διεξαγωγή της δημοπρασίας, το υπουργείο Πολιτισμού της Ελλάδας έστειλε επιστολή στους Σόθμπις απαιτώντας να αποσυρθεί το συγκεκριμένο ειδώλιο από τη δημοπρασία και να επιστραφεί στην Ελλάδα. Οι «Φαïνάνσιαλ Τάιμς» σε δημοσίευμά τους αναφέρουν ότι είχαν πρόσβαση στην επιστολή που απεστάλη από την Αθήνα στη Νέα Υόρκη και αναφέρουν ότι το ΥΠΠΟ υποστηρίζει στο έγγραφό του πως «δεν διαθέτει κανένα στοιχείο στα αρχεία του μέσω του οποίου να αποδεικνύεται ότι το αντικείμενο έφυγε από τη χώρα με νόμιμο τρόπο και για τον λόγο αυτό επιφυλάσσεται για την άσκηση κάθε νόμιμου δικαιώματός του ώστε να προχωρήσει στον επαναπατρισμό του».

ΣΤΑ ΑΡΧΕΙΑ ΤΟΥ ΣΑΪΜΣ. Το αγαλματίδιο εμφανίζεται στα αρχεία του γνωστού αρχαιοπώλη, αναμεμειγμένου σε υποθέσεις αρχαιοκαπηλίας και συνεργάτη του Ελληνα Χρήστου Μιχαηλίδη, γνωστού από την υπόθεση της Σχοινούσας, Ρόμπιν Σάιμς. Παρότι οι Σόθμπις διατείνονται ότι το χάλκινο άλογο πωλήθηκε μέσω ανοιχτής δημοπρασίας στην Ελβετία από τον οίκο Μάνζεν ουντ Μενταγιέν της Βασιλείας το 1967 πριν φτάσει στα χέρια του Σάιμς και εν συνεχεία του ζεύγους Μπαρνέτ, αναγκάστηκαν να το αποσύρουν από τη δημοπρασία του Μαΐου την τελευταία στιγμή καθώς και μόνο η διατύπωση του ελληνικού αιτήματος κρίθηκε αρκετή για να ζημιώσει την εμπορική αξία του.

Επειδή, όπως υποστηρίζουν, το ελληνικό υπουργείο δεν είχε δικαίωμα να παρέμβει στην πώληση και ότι δεν ήταν σε θέση να παρέχει πληροφορίες σχετικά με το πότε ή από ποιον είχε κλαπεί ή απομακρυνθεί από τη χώρα, ζητούν από το δικαστήριο «να διευκρινίσει τα δικαιώματα των νόμιμων ιδιοκτητών αρχαίων έργων τέχνης και να προστατεύσει τους πελάτες έναντι αβάσιμων αξιώσεων».

H κίνηση των Σόθμπις, αν δεν χαρακτηριστεί επιθετική, είναι αναμφίβολα παράδοξη καθώς η συνήθης τακτική σε ανάλογες περιπτώσεις αντικειμένων αμφιλεγόμενης προέλευσης είναι η απόσυρση του εν λόγω αντικειμένου και εν συνεχεία η έναρξη διαπραγματεύσεων με τους εμπλεκομένους.

ΘΟΛΟ ΤΟΠΙΟ. Γεγονός είναι ότι το τοπίο σχετικά με το ιστορικό προέλευσης αρχαίων αντικειμένων είναι αρκετές φορές θολό και οι έμποροι αρχαιοτήτων και οι δημοπράτες συχνά μαγειρεύουν τα δεδομένα και παρουσιάζουν τις προς διάθεση αρχαιότητες ως εμφανιζόμενες για πρώτη φορά στην αγορά πριν το 1970 –όπως έγινε και στην προκειμένη περίπτωση -, οπότε δεν ήταν σε ισχύ η συνθήκη της UNESCO που σχετίζεται με την παράνομη διακίνηση αρχαιοτήτων.

Οι κληρονόμοι των συλλεκτών από την πλευρά τους εξέδωσαν ανακοίνωση στην οποία αναφέρουν ότι «οι γονείς μας ήταν ενθουσιώδεις συλλέκτες που ξόδεψαν δεκαετίες για να φτιάξουν μια εκτεταμένη και ποικιλόμορφη συλλογή. Κάθε αντικείμενο που προστέθηκε στη συλλογή τους, συμπεριλαμβανομένου αυτού του αρχαίου χάλκινου γλυπτού, αγοράστηκε καλή τη πίστει».
«Πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί όταν διεκδικούμε κάτι»

Μηδενική ήταν η αντίδραση της οδού Μπουμπουλίνας μέχρι αργά το απόγευμα, παρά τις έντονες πιέσεις των διαπιστευμένων δημοσιογράφων. Τελικά η επίσημη θέση διατυπώθηκε προφορικά (τουλάχιστον ώς τις 21.00) και λακωνικά ως εξής: «Το ΥΠΠΟ θα αναμένει να του γνωστοποιηθεί η αγωγή του Σόθμπις και της οικογένειας Μπαρνέτ και θα λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα για την προάσπιση του δημοσίου συμφέροντος». Προβληματισμό ωστόσο φαίνεται να έχει δημιουργήσει η κίνηση αυτή του οίκου δημοπρασιών στα στελέχη του ΥΠΠΟ που δεν έχουν καταλήξει στο κίνητρο της δικαστικής προσφυγής. Εκτιμούν μεν ότι οι πιέσεις που έχει ασκήσει η χώρα μας, διεκδικώντας τον επαναπατρισμό προϊόντων αρχαιοκαπηλίας από δημοπρασίες και μουσεία, έχει ως συνέπεια την αγωγή που ασκήθηκε προς το ΥΠΠΟ, όμως θεωρούν πως δεν αποκλείεται να πρόκειται για προειδοποιητική κίνηση ίσως απέναντι σε κάποιον τρίτο. Αφήνουν δηλαδή ανοιχτό το ενδεχόμενο οι Σόθμπις να φοβούνται ότι ίσως δεχθούν πιο μεγάλη επίθεση από κάποια άλλη εξίσου δραστήρια με την Ελλάδα χώρα σε θέματα επαναπατρισμού αρχαιοτήτων και επιδιώκουν με την κίνησή τους αυτή να δείξουν τις προθέσεις τους και να αποτρέψουν οποιαδήποτε προσβολή των συμφερόντων τους. «Το βέβαιο είναι ότι η εξέλιξη αυτή δείχνει το πόσο προσεκτικοί πρέπει να είμαστε όταν διεκδικούμε κάτι. Πολλές φορές κατηγορούμαστε ότι αδρανούμε, όμως η αγωγή αυτή δείχνει ότι όταν σταματάμε μια διαδικασία θα πρέπει να έχουμε στα χέρια μας αδιάσειστα στοιχεία, διαφορετικά μπορεί να βρεθούμε σε δύσκολη θέση» έλεγαν χθες στα «ΝΕΑ» στελέχη που ασχολούνται με την υπόθεση.