Στα τέλη Μαΐου 2018, η παρέμβαση των Γιατρών του Κόσμου για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες που φιλοξενούνται σε καταυλισμούς προσφύγων στην ηπειρωτική Ελλάδα ολοκληρώνεται. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η οργάνωση σε ανακοίνωσή της, μετά από δύο χρόνια καθημερινής παρουσίας και χιλιάδες ιατρικές υπηρεσίες σε πρόσφυγες και μετανάστες, οι Γιατροί του Κόσμου θα παραδώσουν τις υπηρεσίες υγειονομικής περίθαλψης στο ΚΕΕΛΠΝΟ, έχοντας, βέβαια, προηγουμένως εξασφαλίσει την ομαλή μετάβαση και έχοντας προσφέρει κάθε δυνατή στήριξη προς τις ελληνικές υγειονομικές αρχές.

Στα δύο αυτά χρόνια, οι Γιατροί του Κόσμου κατάφεραν να υποστηρίξουν χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες. Είναι ενδεικτικό πως από τον Απρίλιο του 2016, εξειδικευμένες ιατρικές ομάδες επιχείρησαν σε 22 καταυλισμούς στην ηπειρωτική Ελλάδα, όπου φιλοξενούνται πρόσφυγες και μετανάστες, παρέχοντας συνολικά 74.912 υπηρεσίες σε 15.581 ανθρώπους. Πιο συγκεκριμένα, δόθηκαν συνολικά 61.914 υπηρεσίες Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (εκ των οποίων 317 υλοποιήθηκαν από την Οφθαλμολογική Μονάδα), 7.015 συνεδρίες Σεξουαλικής και Αναπαραγωγικής Υγείας και 3.630 ατομικές συνεδρίες με ψυχολόγους. Επιπλέον, οι Γιατροί του Κόσμου παρείχαν Οδοντιατρική Φροντίδα μέσω Κινητής Μονάδας που πραγματοποίησε 2.353 συνεδρίες, ενώ το σύστημα παραπομπής έχει συνδέσει περισσότερα από 4.000 άτομα με τα τοπικά νοσοκομεία για εξειδικευμένη ιατρική περίθαλψη.

«Κύριο μέλημά μας μέσω αυτού του προγράμματος ήταν να βοηθήσουμε τους πιο ευάλωτους ανθρώπους που ήταν υποχρεωμένοι να ζουν κάτω από δύσκολες συνθήκες», δήλωσε η Ευγενία Θάνου, Γενική Διευθύντρια των Γιατρών του Κόσμου Ελλάδας. Από την πλευρά της, η Γενική Συντονίστρια της παρέμβασης, Τατιάνα Ολιβέρο, πρόσθεσε πως η οργάνωση παραδίδει την παροχή υπηρεσιών υγείας στους καταυλισμούς στο Ελληνικό Εθνικό Σύστημα Υγείας τον Μάιο, «ωστόσο η παρέμβασή μας, που χρηματοδοτείται από την Υπηρεσία Ανθρωπιστικής Βοήθειας και Πολιτικής Προστασίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (ECHO) , θα συνεχιστεί στις αστικές περιοχές που υποστηρίζουν την ένταξη των προσφύγων και των μεταναστών μέσω της πρόσβασης στην υγειονομική περίθαλψη».