Να το γράψω πριν από οτιδήποτε άλλο: το χτύπημα που σου καταφέρνουν τα τελευταία δέκα λεπτά τού «Μέσα από τις φλόγες» (Incendies, 2010) έχει ισχύ πυρηνικού οπλοστασίου. Μιλάμε για μελοδραματικό ντιρέκτ από τα λίγα. Το ότι ο Ντενί Βιλνέβ (που έγινε γνωστός με τούτο εδώ το φιλμ πολύ πριν κατακτήσει επάξια μια θέση στις συνειδήσεις του κινηματογραφικού κοινού με ταινίες σαν την «Αφιξη» και, φυσικά, το πρόσφατο σίκουελ του «Blade Runner») κατορθώνει να το εντάξει σε ένα φιλμικό πλαίσιο άκρως ρεαλιστικό είναι πραγματικό κατόρθωμα, καθώς στα χέρια ενός λιγότερο ικανού σκηνοθέτη ο μύθος θα είχε πνιγεί στην ηχηρή υστερία –και έτσι θα χάνονταν όλες αυτές οι αόρατες γραμμές που συνδέουν την αρχαία τραγωδία και το αυθεντικό μελόδραμα.

Δυο δίδυμα αδέλφια, ο Σιμόν και η Ζαν, λιβανέζικης καταγωγής, έχουν μια αποστολή που τους ανέθεσε η νεκρή τους μητέρα. Να ανακαλύψουν τον πατέρα τους (που θεωρούσαν νεκρό) και τον χαμένο αδελφό τους (του οποίου την ύπαρξη αγνοούσαν). Ειδάλλως, η μάνα θα ταφεί γυμνή, μπρούμυτα στο χώμα, και δίχως μια ταφόπλακα –δίχως δηλαδή τις τιμές που αρμόζουν σε έναν νεκρό. Ετσι, με αυτό το τέχνασμα, κατευθείαν παρμένο από τον Σοφοκλή, το φιλμ ξεκινά να ανοίγει τα χαρτιά του. Χωροχρόνος δράσης ο λιβανέζικος εμφύλιος και οι αντανακλάσεις του στο σήμερα. Εμφύλιος που κράτησε από το 1975 μέχρι το 1990. Στη διάρκεια αυτών των 15 χρόνων το Ισραήλ μπούκαρε τουλάχιστον δύο φορές, έτσι για να «ξεκαθαρίσει» το τοπίο: η γεωγραφική θέση του Λιβάνου το έφερε πολλές φορές αντιμέτωπο με την καταστροφή. Οι δε εντός του θρησκευτικές και (χριστιανικού προσανατολισμού!) εθνικιστικές εντάσεις το καταδίκασαν στην αστάθεια ενώ το 1982 ο τότε στρατιωτικός και μετέπειτα πρωθυπουργός του Ισραήλ, Αριέλ Σαρόν, παρέα με την πολιτοφυλακή των λιβανέζων φαλαγγιτών, επιτίθεται σε… προσφυγικούς καταυλισμούς στη Βηρυτό, όπου χιλιάδες άοπλοι σκοτώθηκαν και βιάστηκαν.

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ. Συνολικά, τα νούμερα των νεκρών αγγίζουν τους τριακόσιους χιλιάδες. Υποτίθεται ότι τα Ηνωμένα Εθνη «διόρθωσαν» κάπως την κατάσταση όταν αποφάσισαν να επέμβουν, αλλά κανείς δεν πείθεται. Και καλά κάνει: η χώρα σήμερα βρίσκεται στο χείλος ενός νέου εμφυλίου. Η αδελφή λοιπόν ταξιδεύει στη Μέση Ανατολή για να αναζητήσει την ιστορία της οικογένειάς της. Και ανακαλύπτει την ιστορία μιας χώρας διαλυμένης, διχασμένης, βουτηγμένης στο μίσος και την αδιαλλαξία. Με την αθωότητα να αποτελεί την πιο σκληρή απώλεια –η κάμερα του Βιλνέβ δεν διστάζει να αποτυπώσει τον χαμό παιδιών, εικόνα που συνήθως με εξοργίζει. Εδώ όμως, αν και απέστρεψα το βλέμμα, δεν βγήκα ούτε πόντο έξω από το δραματουργικό τερέν, γιατί ποτέ δεν ένιωσα πως η ταινία με χειραγωγεί, ποτέ δεν αισθάνθηκα πως η καταγραφή αυτή αποτελεί ένα φτηνό εφέ, μια εύκολη προτροπή για «σοκ». Η ιστορική αλήθεια κουβαλά το δικό της φορτίο, ειδικά αυτή που σπανίως καταγράφεται σε φιλμ. Ο Βιλνέβ μιλά για όλα αυτά λοιπόν. Αλλά πάνω απ’ όλα, στήνει ένα μελόδραμα. Γνωρίζει τα όρια του ιδιώματος, και τη λειτουργικότητα του. Και ταυτόχρονα, παίζει την κινηματογραφική αφήγηση στα δάχτυλα με ένα μοντάζ που κινείται στα όρια του μοντερνισμού, δίχως όμως να κλονίζεται το είδος που υπηρετεί.