Για κάθε ώρα εργασίας ο Ελληνας εισπράττει 14,2 ευρώ. Για την ίδια ώρα δουλειάς ο Δανός αμείβεται με 42,5 ευρώ και ο Βέλγος με 39,4 ευρώ. Το 2017 το ωριαίο κόστος εργασίας στην Ελλάδα διαμορφώθηκε στα 14,2 ευρώ, όταν στην ευρωζώνη ήταν κατά μέσο όρο 30,3 ευρώ. Δηλαδή οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα για κάθε ώρα εργασίας δεν εισπράττουν ούτε τα μισά από τους εργαζομένους άλλων κρατών.  

Σε χειρότερη θέση βρίσκονται οι εργαζόμενοι στη Βουλγαρία με το ωριαίο κόστος εργασίας να ανέρχεται μόλις στα 4,9 ευρώ, στη Ρουμανία με 6,3 ευρώ, στη Λιθουανία με 8 ευρώ, στη Λετονία με 8,1 ευρώ και στην Ουγγαρία με 9,1 ευρώ.

Στον αντίποδα, το μεγαλύτερο ανά ώρα κόστος εργασίας στην ΕΕ εμφάνισαν για το 2017 η Δανία με 42,5 ευρώ, το Βέλγιο με 39,6 ευρώ, το Λουξεμβούργο με 37,6 ευρώ, η Σουηδία με 36,6 ευρώ και η Γαλλία με 36 ευρώ.

Οπως αναφέρει η Eurostat, οι εν λόγω εκτιμήσεις προέρχονται από επιχειρήσεις που απασχολούσαν κατ’ ελάχιστον δέκα εργαζομένους, ενώ δεν λαμβάνονται υπόψη οι εργαζόμενοι στη Δημόσια Διοίκηση.

Το 2008 το ωριαίο κόστος εργασίας στην Ελλάδα ήταν 16,8 ευρώ. Το 2015 είχε πέσει στα 14,1 ευρώ, ενώ το 2016 ήταν στα 14,2 ευρώ. Το μη μισθολογικό κόστος της εργασίας (κυρίως για ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά δικαιώματα) ήταν το 2017 στην Ελλάδα στο 25,7% του συνολικού κόστους, δηλαδή περίπου όσο ήταν κατά μέσο όρο και στο σύνολο της ευρωζώνης (25,9%).

Την ίδια ώρα, τα στοιχεία του ΔΝΤ που περιλαμβάνονται στην εξαμηνιαία έκθεση «World Economic Outlook», μέρος της οποίας δόθηκε χθες στη δημοσιότητα, δείχνουν ότι η αγορά εργασίας δέχθηκε το μεγαλύτερο πλήγμα που προκάλεσε η κρίση στην Ελλάδα.

Η κρίση προκάλεσε έξοδο από την αγορά εργασίας κατά κύριο λόγο ανδρών οι οποίοι δεν έβρισκαν δουλειά. Αντιθέτως, οι γυναίκες κινητοποιήθηκαν στην Ελλάδα εν μέσω κρίσης. Η χώρα μας κατατάσσεται 4η σε αύξηση της συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας την περίοδο 2008-2016. Της Ελλάδας προηγούνται σε επιδόσεις το Ισραήλ, η Γερμανία και η Ισπανία.